του Παντελή Μπουκάλα
Οσοι έχουν βρεθεί στην ανάγκη του δημόσιου νοσοκομείου, δηλαδή το 95% των Ελλήνων, ξέρουν ότι το ΕΣΥ συνεχίζει να δουλεύει χάρη στον ηρωισμό των εξαιρετικών γιατρών και νοσοκόμων και των άλλων εργαζομένων, αλλά και χάρη στους συνοδούς των ασθενών.
Το προσωπικό, στις ποικίλες..
Αν λοιπόν δεν υπάρχει «περισσευάμενος» τραυματιοφορέας –και πώς να υπάρχει, όταν δεν περισσεύει καν το αντισηπτικό ή τα γάντια μιας χρήσεως στα «απολύτως θωρακισμένα» νοσοκομεία μας–, οι νοσοκομειακοί θα παρακαλέσουν τους συνοδούς του ασθενούς.
Και αυτοί θα ψάξουν να βρουν καροτσάκι, θα τον ανεβάσουν, κάνοντας συχνά και κινήσεις ατσούμπαλες, θα τον τρέξουν στο μικροβιολογικό και στο ακτινολογικό, και πάλι πίσω για να πάρουν τα αποτελέσματα. Επειτα, στον θάλαμο, θα τον ταΐζουν και θα τον καθαρίζουν. Και θα ξανατρέχουν στα εργαστήρια.
Στη μια ουρά μετά την άλλη, χωρίς τσακωμούς, αφού όλοι –και το προσωπικό– μοιράζονται την ίδια απελπισία. Αλλιώς δεν γίνεται. Και θα συνεχίσει να μη γίνεται ώσπου, σαν από θαύμα, θα συναποφασίσουν οι πάντες, γιατροί, νοσοκόμοι, συνοδοί και ασθενείς, ν’ ανέβουν στην ταράτσα του νοσοκομείου και με την απειλή της ομαδικής πτώσης να εκβιάσουν τη φοβερή «ευαισθησία της πολιτείας», που γίνεται εκθαμβωτικά φανερή, κάθε φορά, με την επιλογή διοικητών: ό,τι πιο μέτριο στην κομματική επετηρίδα και στις «υποχρεώσεις» του υπουργού.
Τώρα, λόγω κορωνοϊού, που οι τουριστικές προτεραιότητες τον άφησαν να δουλεύει ανεξέλεγκτα, κατέβηκε στα νοσοκομεία η κυβερνητική ντιρεκτίβα που απαγορεύει την είσοδο στους συγγενείς-συνοδούς. Γκρεμίζει δηλαδή το ένα από τα κύρια στηρίγματα της δημόσιας περίθαλψης. Και πώς;
Με τη γνωστή απερίσκεπτη βία των εξουσιούχων που, δίχως στοιχειώδη γνώση του πεδίου, αποφασίζουν πανικόβλητοι μπροστά σε προβλήματα για τα οποία θα όφειλαν να έχουν προετοιμαστεί. «Θερινή ραστώνη»; Ναι, αλλά ο διδάχος και ως προς αυτήν πρωθυπουργός βρήκε να την καταγγείλει μόνο επειδή οι «χαλαροί» βουλευτές της Ν.Δ. δεν υπερψήφισαν την άρση ασυλίας του κ. Π. Πολάκη και το κόμμα εκτέθηκε σε φιλικά ΜΜΕ. Εγκλημα, τωόντι...
- το κείμενο του Παντελή Μπουκάλα είναι από την «Καθημερινή» (23.9.2020)