Από τη στιγμή που εμφανίστηκε ο ιός στη χώρα, όταν πια έγινε σαφές ότι
δεν ήταν απλά «κάτι που συνέβαινε, εκεί μακριά, στην Κίνα», ήταν πολύ
προσεκτικός. Στη διάρκεια της καραντίνας «τύπος και υπογραμμός».Πέρασε η καραντίνα και γύρισε στη δουλειά. Ζόρικα τα πράγματα και δεν
φαινόταν να ξεζορίζουν εύκολα. «Να δούμε πώς θα ξεπεράσουμε τον κορωνοϊό
της οικονομίας», έλεγε. «Με τον άλλο φαίνεται να τα πήγαμε καλά».
Φορούσε τη..
μάσκα του, κρατούσε τις αποστάσεις και πορευόταν, λίγο επειδή ένοιωθε ότι έτσι έπρεπε να κάνει, λίγο επειδή είχε συνηθίσει στη ζωή του να ακολουθεί τους νόμους. Σε προσωπικές συζητήσεις με φίλους, παραδεχόταν ότι δεν θεωρούσε πραγματικά πιθανό το να κολλήσει εκείνος. «Αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Φύλαγε τα ρούχα σου. Στο κάτω κάτω της γραφής τι μας ζητάνε…».
Είχαν έλθει για μια βδομάδα διακοπών σε ένα διαμερισματάκι που είχαν στη Χαλκιδική. Από τότε που ξέσπασε η άλλη κρίση, η οικονομική, πριν από δέκα χρόνια αυτές ήταν οι διακοπές τους. Η εταιρεία στην οποία δούλευε έκλεινε «την εβδομάδα του Δεκαπενταύγουστου» και εκείνος ούτε καν το συζητούσε, γραμμή για το ησυχαστήριο του, όπως το έλεγε. Τα παιδιά είχαν μεγαλώσει πια, δεν χρειαζόταν τόση φροντίδα, και έτσι μπορούσε να περνάει το χρόνο του, μέσα στα βιβλία του ή πίνοντας ουζάκια με τη σύζυγο στην δροσιά του μπαλκονιού. Είχαν επιλέξει ένα ήσυχο μέρος, χωρίς νυχτερινή ζωή, για να περνάνε τα καλοκαίρια τους. Όσο τα παιδιά ήταν μικρά, αυτό βόλευε. Τώρα που είχαν μεγαλώσει, ένιωθαν ότι η ησυχία τους έπνιγε και κάθε τόσο την κοπανούσαν για να πάνε σε φασαριόζικα μπιτς μπαρ και μοδάτα νυχτερινά στέκια στο πρώτο πόδι, της μαζικής διασκέδασης. Εκεί πάντα κάτι συνέβαινε. Άλλοτε ένα πάρτι φίλου, άλλοτε ένας φημισμένος DJ που «λάμπρυνε» με την παρουσία του τα ντεκ του μαγαζιού και άλλη φορά πάλι ένας νυχτερινός βάρδος, την αρπαχτή του οποίου, δεν γινόταν να χάσουν. Η γυναίκα του γκρίνιαζε, εκείνος έδειχνε να καταλαβαίνει, αλλά μέσα στου τον έτρωγε η ανησυχία για την πολυκοσμία τώρα που ο ιός φαίνεται να είχε βγει παγανιά και στην Ελλάδα.
Όταν ένιωσε τα πρώτα συμπτώματα ήταν η Δευτέρα πριν από το πρώτο Σαββατοκύριακο των διακοπών.
- διαβάστε τη συνέχεια στο parallaximag.gr ΕΔΩ
μάσκα του, κρατούσε τις αποστάσεις και πορευόταν, λίγο επειδή ένοιωθε ότι έτσι έπρεπε να κάνει, λίγο επειδή είχε συνηθίσει στη ζωή του να ακολουθεί τους νόμους. Σε προσωπικές συζητήσεις με φίλους, παραδεχόταν ότι δεν θεωρούσε πραγματικά πιθανό το να κολλήσει εκείνος. «Αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Φύλαγε τα ρούχα σου. Στο κάτω κάτω της γραφής τι μας ζητάνε…».
Είχαν έλθει για μια βδομάδα διακοπών σε ένα διαμερισματάκι που είχαν στη Χαλκιδική. Από τότε που ξέσπασε η άλλη κρίση, η οικονομική, πριν από δέκα χρόνια αυτές ήταν οι διακοπές τους. Η εταιρεία στην οποία δούλευε έκλεινε «την εβδομάδα του Δεκαπενταύγουστου» και εκείνος ούτε καν το συζητούσε, γραμμή για το ησυχαστήριο του, όπως το έλεγε. Τα παιδιά είχαν μεγαλώσει πια, δεν χρειαζόταν τόση φροντίδα, και έτσι μπορούσε να περνάει το χρόνο του, μέσα στα βιβλία του ή πίνοντας ουζάκια με τη σύζυγο στην δροσιά του μπαλκονιού. Είχαν επιλέξει ένα ήσυχο μέρος, χωρίς νυχτερινή ζωή, για να περνάνε τα καλοκαίρια τους. Όσο τα παιδιά ήταν μικρά, αυτό βόλευε. Τώρα που είχαν μεγαλώσει, ένιωθαν ότι η ησυχία τους έπνιγε και κάθε τόσο την κοπανούσαν για να πάνε σε φασαριόζικα μπιτς μπαρ και μοδάτα νυχτερινά στέκια στο πρώτο πόδι, της μαζικής διασκέδασης. Εκεί πάντα κάτι συνέβαινε. Άλλοτε ένα πάρτι φίλου, άλλοτε ένας φημισμένος DJ που «λάμπρυνε» με την παρουσία του τα ντεκ του μαγαζιού και άλλη φορά πάλι ένας νυχτερινός βάρδος, την αρπαχτή του οποίου, δεν γινόταν να χάσουν. Η γυναίκα του γκρίνιαζε, εκείνος έδειχνε να καταλαβαίνει, αλλά μέσα στου τον έτρωγε η ανησυχία για την πολυκοσμία τώρα που ο ιός φαίνεται να είχε βγει παγανιά και στην Ελλάδα.
Όταν ένιωσε τα πρώτα συμπτώματα ήταν η Δευτέρα πριν από το πρώτο Σαββατοκύριακο των διακοπών.
- διαβάστε τη συνέχεια στο parallaximag.gr ΕΔΩ