Η πονηρή «μεταβατική» διάταξη του νομοσχεδίου για τις δημόσιες συναθροίσεις, που αποκαλύπτουμε σήμερα, δεν είναι καθόλου τυχαία. Η ίδια ακριβώς μέθοδος –της ρητής «προσωρινής» διατήρησης μέχρι τη μελλοντική κατάργησή τους– έχει χρησιμοποιηθεί και στο παρελθόν από κυβερνήσεις της Ν.Δ. για διατάξεις καταφανώς αντισυνταγματικές ή..
παρωχημένες, που κανένα δικαστήριο δεν θα θεωρούσε ενεργές δίχως μια τέτοια επικαιροποίηση.
Η περίπτωση του διαβόητου άρθρου 19 του Κώδικα Ιθαγένειας του 1955, για την εν κρυπτώ αφαίρεση της ιθαγένειας «αλλογενών» Ελλήνων πολιτών όταν έβγαιναν από τη χώρα, είναι από κάθε άποψη χαρακτηριστική.
Παρά την καταφανή αντισυνταγματικότητά του, ή μάλλον εξαιτίας της, το άρθρο αυτό διατηρήθηκε μετά τη Μεταπολίτευση «προσωρινά» –«μέχρι την με νόμο κατάργησή του»– επί 23 ολόκληρα χρόνια, με μια παρεμφερή «μεταβατική» διάταξη που ενοφθαλμίσθηκε στο Σύνταγμα του 1975.
Για την τελική κατάργησή του, το 1998, χρειάστηκαν όχι μόνο σκληροί αγώνες αλλά και η απειλή του Συμβουλίου της Ευρώπης ότι, σε αντίθετη περίπτωση, θα ασκούσε δίωξη κατά της Ελλάδας για θεσμοποιημένο ρατσισμό.
Η νεκρανάσταση των χουντικών απαγορεύσεων, από το νομοσχέδιο που η κυβέρνηση Μητσοτάκη έθεσε σε διαβούλευση στις παραμονές της καραντίνας (25 Φεβρουαρίου έως 10 Μαρτίου) και ετοιμάζεται να ψηφίσει, εγκυμονεί συνεπώς ακόμη σοβαρότερους κινδύνους για τις δημοκρατικές ελευθερίες, τα κοινωνικά δικαιώματα –που έχουν κατακτηθεί και διατηρηθεί με αγώνες– και την ποιότητα της δημοκρατίας μας.
Σημαίνουν όλα αυτά ότι μόλις ψηφιστεί το επίμαχο νομοσχέδιο θα επιστρέψουμε αυθημερόν στο 1972; Κάθε άλλο. Οπως συνέβη με τόσες άλλες αντιδημοκρατικές ρυθμίσεις του παρελθόντος, η πραγματική έκταση της εφαρμογής του νέου νόμου και της συνακόλουθης οπισθοδρόμησης της δημόσιας ζωής θα κριθεί στην πράξη από το εύρος, την ένταση και την ποιότητα των αντιστάσεων του μαζικού κινήματος.
Αν η αναβίωση της χουντικής αντίληψης για τη δημόσια τάξη απορριφθεί ρητά και κατηγορηματικά από το σύνολο της αντιπολίτευσης και των κοινωνικών φορέων, αν κόμματα, συνδικάτα και μαζικές οργανώσεις αρνηθούν αποφασιστικά μέχρι τέλους να αποδεχθούν τον ζουρλομανδύα των σχετικών απαγορεύσεων, η χουντική έμπνευση των Χρυσοχοΐδη και Μητσοτάκη θα έχει τελικά την ίδια τύχη με τον αντεργατικό Ν.330/1976, τον αντιφοιτητικό Ν.815/1978 ή τον «τρομονόμο» του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
ΕΦ.ΣΥΝ. / Aποψη
παρωχημένες, που κανένα δικαστήριο δεν θα θεωρούσε ενεργές δίχως μια τέτοια επικαιροποίηση.
Η περίπτωση του διαβόητου άρθρου 19 του Κώδικα Ιθαγένειας του 1955, για την εν κρυπτώ αφαίρεση της ιθαγένειας «αλλογενών» Ελλήνων πολιτών όταν έβγαιναν από τη χώρα, είναι από κάθε άποψη χαρακτηριστική.
Παρά την καταφανή αντισυνταγματικότητά του, ή μάλλον εξαιτίας της, το άρθρο αυτό διατηρήθηκε μετά τη Μεταπολίτευση «προσωρινά» –«μέχρι την με νόμο κατάργησή του»– επί 23 ολόκληρα χρόνια, με μια παρεμφερή «μεταβατική» διάταξη που ενοφθαλμίσθηκε στο Σύνταγμα του 1975.
Για την τελική κατάργησή του, το 1998, χρειάστηκαν όχι μόνο σκληροί αγώνες αλλά και η απειλή του Συμβουλίου της Ευρώπης ότι, σε αντίθετη περίπτωση, θα ασκούσε δίωξη κατά της Ελλάδας για θεσμοποιημένο ρατσισμό.
Η νεκρανάσταση των χουντικών απαγορεύσεων, από το νομοσχέδιο που η κυβέρνηση Μητσοτάκη έθεσε σε διαβούλευση στις παραμονές της καραντίνας (25 Φεβρουαρίου έως 10 Μαρτίου) και ετοιμάζεται να ψηφίσει, εγκυμονεί συνεπώς ακόμη σοβαρότερους κινδύνους για τις δημοκρατικές ελευθερίες, τα κοινωνικά δικαιώματα –που έχουν κατακτηθεί και διατηρηθεί με αγώνες– και την ποιότητα της δημοκρατίας μας.
Σημαίνουν όλα αυτά ότι μόλις ψηφιστεί το επίμαχο νομοσχέδιο θα επιστρέψουμε αυθημερόν στο 1972; Κάθε άλλο. Οπως συνέβη με τόσες άλλες αντιδημοκρατικές ρυθμίσεις του παρελθόντος, η πραγματική έκταση της εφαρμογής του νέου νόμου και της συνακόλουθης οπισθοδρόμησης της δημόσιας ζωής θα κριθεί στην πράξη από το εύρος, την ένταση και την ποιότητα των αντιστάσεων του μαζικού κινήματος.
Αν η αναβίωση της χουντικής αντίληψης για τη δημόσια τάξη απορριφθεί ρητά και κατηγορηματικά από το σύνολο της αντιπολίτευσης και των κοινωνικών φορέων, αν κόμματα, συνδικάτα και μαζικές οργανώσεις αρνηθούν αποφασιστικά μέχρι τέλους να αποδεχθούν τον ζουρλομανδύα των σχετικών απαγορεύσεων, η χουντική έμπνευση των Χρυσοχοΐδη και Μητσοτάκη θα έχει τελικά την ίδια τύχη με τον αντεργατικό Ν.330/1976, τον αντιφοιτητικό Ν.815/1978 ή τον «τρομονόμο» του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.
ΕΦ.ΣΥΝ. / Aποψη