Σπάνια θυμάμαι όνειρα, αλλά τούτο ήταν σημαδιακό. Ημασταν χρόνια πίσω, κάπου στο 2011, φίλοι και συνάδελφοι, πολλοί, πάνω από 800, σ’ ένα βουνό, που δεν επιλέξαμε εμείς να ανέβουμε, κάποιοι άλλοι μάς πήγαν και μας άφησαν. Είχαμε χαθεί μέσα σε δρόμους που δεν γνωρίζαμε, σε μονοπάτια δύσκολα, σε απόκρημνες πλαγιές. Και προσπαθούσαμε να βρούμε διέξοδο.
Περπατούσαμε, περπατούσαμε για μέρες, νύχτες, χρόνια, αλλά..
διψούσαμε και νερό δεν βρίσκαμε. Στη διαδρομή κάποιοι αρρώστησαν, κάποιοι άλλοι έφυγαν από τη ζωή, μερικοί κουράστηκαν, τραυματίστηκαν, γέμισαν πληγές, αλλά δεν τα παρατήσαμε. Συνεχίσαμε το περπάτημα, γιατί θέλαμε να ξεδιψάσουμε. Και το θαύμα έγινε. Ακούσαμε από κάπου να τρέχει γάργαρο νερό.
Tι ευτυχία! Αγκαλιαστήκαμε και τρέξαμε προς την πηγή. Και όταν την πλησιάσαμε, οι πρώτοι είχαν σχεδόν σκύψει, θα έβρεχαν τα χείλη τους, εμφανίστηκαν κάποιοι, τραπεζίτες έγραφαν οι μπλούζες που φορούσαν, και μ’ έναν μαγικό τρόπο κάθισαν μπροστά από την πηγή και ξαφνικά το νερό σταμάτησε να τρέχει... Και τότε κάθιδρη πετάχτηκα. Νόμιζα ότι ήταν όνειρο, αλλά γελάστηκα. Η ζωή μας ήταν. Από το 2011 που έκλεισε η «Ελευθεροτυπία» μέχρι πριν από μερικές ημέρες.
Οταν μάθαμε από τη δικηγόρο μας Δήμητρα Παπουτσάκη ότι δύο τράπεζες, η Alpha Bank και η Πειραιώς, άσκησαν ανακοπές και δεν θα μπορέσουμε οι περίπου 850 πρώην εργαζόμενοι της «Ελευθεροτυπίας» να εισπράξουμε, ύστερα από 9 ολόκληρα χρόνια αναμονής, κάποια από τα χρήματα που δικαιούμαστε.
Είχαν όλα δρομολογηθεί. Μας είχε κοινοποιηθεί και ο πίνακας με τα χρηματικά ποσά που αντιστοιχούσαν στον καθέναν μας από την πώληση του κτιρίου της εφημερίδας. Ακόμα και η ημερομηνία: 17 Ιουλίου 2020. Μια χαρά όμως που κράτησε ελάχιστες μέρες, δεν ξέρω, ίσως και ώρες, αφού οι τράπεζες είχαν άλλα σχέδια για τις ζωές μας. Αποφάσισαν να μην πιούμε νερό...
Χριστίνα Παπασταθοπούλου / EφΣυν
Περπατούσαμε, περπατούσαμε για μέρες, νύχτες, χρόνια, αλλά..
διψούσαμε και νερό δεν βρίσκαμε. Στη διαδρομή κάποιοι αρρώστησαν, κάποιοι άλλοι έφυγαν από τη ζωή, μερικοί κουράστηκαν, τραυματίστηκαν, γέμισαν πληγές, αλλά δεν τα παρατήσαμε. Συνεχίσαμε το περπάτημα, γιατί θέλαμε να ξεδιψάσουμε. Και το θαύμα έγινε. Ακούσαμε από κάπου να τρέχει γάργαρο νερό.
Tι ευτυχία! Αγκαλιαστήκαμε και τρέξαμε προς την πηγή. Και όταν την πλησιάσαμε, οι πρώτοι είχαν σχεδόν σκύψει, θα έβρεχαν τα χείλη τους, εμφανίστηκαν κάποιοι, τραπεζίτες έγραφαν οι μπλούζες που φορούσαν, και μ’ έναν μαγικό τρόπο κάθισαν μπροστά από την πηγή και ξαφνικά το νερό σταμάτησε να τρέχει... Και τότε κάθιδρη πετάχτηκα. Νόμιζα ότι ήταν όνειρο, αλλά γελάστηκα. Η ζωή μας ήταν. Από το 2011 που έκλεισε η «Ελευθεροτυπία» μέχρι πριν από μερικές ημέρες.
Οταν μάθαμε από τη δικηγόρο μας Δήμητρα Παπουτσάκη ότι δύο τράπεζες, η Alpha Bank και η Πειραιώς, άσκησαν ανακοπές και δεν θα μπορέσουμε οι περίπου 850 πρώην εργαζόμενοι της «Ελευθεροτυπίας» να εισπράξουμε, ύστερα από 9 ολόκληρα χρόνια αναμονής, κάποια από τα χρήματα που δικαιούμαστε.
Είχαν όλα δρομολογηθεί. Μας είχε κοινοποιηθεί και ο πίνακας με τα χρηματικά ποσά που αντιστοιχούσαν στον καθέναν μας από την πώληση του κτιρίου της εφημερίδας. Ακόμα και η ημερομηνία: 17 Ιουλίου 2020. Μια χαρά όμως που κράτησε ελάχιστες μέρες, δεν ξέρω, ίσως και ώρες, αφού οι τράπεζες είχαν άλλα σχέδια για τις ζωές μας. Αποφάσισαν να μην πιούμε νερό...
Χριστίνα Παπασταθοπούλου / EφΣυν