του Γιώργου Πετρόπουλου
Ο καθόλα συμπαθής καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας έδειξε πολύ ενοχλημένος από την κριτική που του γίνεται για τα κατά καιρούς αλληλοαναιρούμενα που έχει πει αναφορικά με την πανδημία και τις επιπτώσεις της στην υγεία των πολιτών. «Προσπαθούν κάποιοι κύκλοι να τονίσουν υπέρμετρα τις επιστημονικές αβεβαιότητες..
Δεν τις ξέρουμε δηλαδή εμείς; Και να βγάλουν αντιφάσεις προς τα έξω, προς τον κόσμο. Να κλονίσουν.. την εμπιστοσύνη του κόσμου με ψευδοεπιστημονικά επιχειρήματα. Εμείς δεν έχουμε αγωνία;» ανέφερε ο Σ. Τσιόδρας .
Επειδή, ένας από αυτούς που τον έχουν επικρίνει δημόσια είναι και ο υποφαινόμενος- όχι ως ειδικός αλλά ως απλός πολίτης που βλέπει αυτές τις αντιφάσεις και επισημαίνει τις πιο κραυγαλέες- θα έλεγα στον κ. Καθηγητή λιγότερο να εκνευρίζεται και περισσότερο να κατανοεί την αγωνία των απλών ανθρώπων καθώς οι δικές του- και άλλων- λανθασμένες ή σωστές προσεγγίσεις οδηγούν την κυβέρνηση σε οδυνηρές, για την κοινωνία, αποφάσεις.
Ας θυμηθούμε κάποιες από τις κατά καιρούς δηλώσεις του. Τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους έλεγε πως ο κορονοϊός εμφανίζει χαμηλή μεταδοτικότητα και μειωμένη θνησιμότητα σε σχέση με τον SARS και MERS. Κι ότι «από τη μέχρι τώρα εικόνα, προκύπτει πως πρόκειται για έναν κορονοϊό, ο οποίος μεταδίδεται δύσκολα από άνθρωπο σε άνθρωπο». Πρόσθετε επίσης ότι «η πιθανότητα εμφάνισης κρούσματος στην Ελλάδα είναι περιορισμένη».
Η ζωή έδειξε πως είχε σε όλα άδικο. Όχι μόνο αυτός αλλά και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας τον οποίο επικαλούνταν παρόλο που η κινεζική εμπειρία και τα μέτρα που έπαιρνε τότε η Κίνα απέδειξαν πως το δίκιο ήταν με την πλευρά των Κινέζων. Να θυμίζουμε επίσης πως κάποιοι άλλοι, όχι ο κ. καθηγητής, απέδιδαν τα μέτρα που έπαιρνε τότε η Κίνα- τα οποία μετά πήρε ολόκληρος ο πλανήτης- στο ανελεύθερον του καθεστώτος!!!. Θα είχε μια αξία, επομένως τόσο ο κ. Καθηγητής όσο και άλλοι να έκαναν μία αυτοκριτική στη βάση του τι ήταν και τι αποδείχτηκε πως είναι επιστημονικό, τι ήταν και τι αποδείχτηκε ψευδεπιστημονικό.
Στις αρχές Μαρτίου ο κ. Τσιόδρας μας έλεγε ότι ««τα παιδιά δεν νοσούν τόσο σοβαρά, αλλά κανείς δεν ξέρει αν και πόσο διασπείρουν τον κορονοϊό. Στην παρούσα φάση, γίνονται μελέτες για το αν και πόσο διασπείρουν. Υπάρχει ισχυρή υποψία ότι μπορεί να τον διασπείρουν, όπως γίνεται και με τη γρίπη, αλλά νοσούν ελαφρά».
Πριν από λίγες ημέρες μας είπε τα ακριβώς αντίθετα. «Τα παιδιά μολύνονται κυρίως μέσω του οικογενειακού τους περιβάλλοντος. Τα παιδιά κολλούν τη νόσο 3 φορές λιγότερο από τους 20 ετών και άνω και 4 φορές λιγότερο από ό,τι οι ενήλικες άνω των 60 ετών. Μετάδοση από παιδί σε ενήλικα φαίνεται να είναι ασυνήθιστη». Θα είχε αξία από τις προαναφερόμενες εκτιμήσεις ο κ. Καθηγητής και άλλοι να μας πουν ποια είναι η επιστημονική και ποια η ψευδεπιστημονική. Γιατί κάποια- ή και οι δύο- είναι ψευδεπιστημονική.
Ο ίδιος και οι συνάδελφοί του, οι απλοί γιατροί που δεν είναι καθηγητές αλλά και οι επιστήμονες άλλων κλάδων, πέραν της ιατρικής, γνωρίζουν πολύ καλά πως στην επιστήμη ουδέποτε βαφτίστηκε επιστημονικό κάτι που δεν βασίζεται σε ασφαλή αντικειμενικά συμπεράσματα. Ό,τι εντάσσεται στο πλαίσιο της επιστημονικής αβεβαιότητας δεν είναι επιστημονικό αλλά αντικείμενο έρευνας- από την επιστήμη- που δεν έχει ολοκληρωθεί ή δεν βρίσκεται στο επίπεδο εξαγωγής ασφαλών συμπερασμάτων. Στη βάση όλων αυτών, το πρόβλημα, επομένως, δεν βρίσκεται σε αυτούς που επισημαίνουν τις επιστημονικές αβεβαιότητες αλλά στους επιστήμονες που εμφανίζουν τις αβεβαιότητες ως βεβαιότητες.
Για παραδειγμα, στη βάση της «ισχυρής υποψίας» του κ. καθηγητή ότι τα παιδιά «μπορεί να τον διασπείρουν [σ.σ. το ιό] όπως γίνεται και με τη γρίπη» κλείσαμε τα σχολεία. Και στη βάση της νέας του εκτίμησης ότι ισχύει το αντίθετο κι ότι «μετάδοση από παιδί σε ενήλικα φαίνεται να είναι ασυνήθιστη» ανοίγουμε τα σχολεία. Παρόλο που υπάρχουν και διαφορετικές εκτιμήσεις όπως αυτή του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Charité του Βερολίνου ότι εξίσου μολυσματικοί και μεταδοτικοί με τους ενήλικες είναι τα παιδιά και οι έφηβοι που έχουν μολυνθεί από τον κορονοϊό .
Εν κατακλείδι οι απλοί πολίτες δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να ακούμε τους επιστήμονες και να πράττουμε αναλόγως. Αλλά και οι επιστήμονες θα πρέπει να προσέχουν σε αυτά που λένε. Το κύρος τους μπορεί να απειληθεί μόνο από τους ίδιους κι όχι από την κριτική των πολιτών. Και θα απειληθεί σίγουρα από τις αντιφάσεις του λόγου τους- ιδιαίτερα δε όταν είναι κραυγαλέες. Αυτό ο κ. Τσιόδρας το γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα.
- το κείμενο του Γ. Πετρόπουλου είναι από την ΕφΣυν
Ο καθόλα συμπαθής καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας έδειξε πολύ ενοχλημένος από την κριτική που του γίνεται για τα κατά καιρούς αλληλοαναιρούμενα που έχει πει αναφορικά με την πανδημία και τις επιπτώσεις της στην υγεία των πολιτών. «Προσπαθούν κάποιοι κύκλοι να τονίσουν υπέρμετρα τις επιστημονικές αβεβαιότητες..
Δεν τις ξέρουμε δηλαδή εμείς; Και να βγάλουν αντιφάσεις προς τα έξω, προς τον κόσμο. Να κλονίσουν.. την εμπιστοσύνη του κόσμου με ψευδοεπιστημονικά επιχειρήματα. Εμείς δεν έχουμε αγωνία;» ανέφερε ο Σ. Τσιόδρας .
Επειδή, ένας από αυτούς που τον έχουν επικρίνει δημόσια είναι και ο υποφαινόμενος- όχι ως ειδικός αλλά ως απλός πολίτης που βλέπει αυτές τις αντιφάσεις και επισημαίνει τις πιο κραυγαλέες- θα έλεγα στον κ. Καθηγητή λιγότερο να εκνευρίζεται και περισσότερο να κατανοεί την αγωνία των απλών ανθρώπων καθώς οι δικές του- και άλλων- λανθασμένες ή σωστές προσεγγίσεις οδηγούν την κυβέρνηση σε οδυνηρές, για την κοινωνία, αποφάσεις.
Ας θυμηθούμε κάποιες από τις κατά καιρούς δηλώσεις του. Τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους έλεγε πως ο κορονοϊός εμφανίζει χαμηλή μεταδοτικότητα και μειωμένη θνησιμότητα σε σχέση με τον SARS και MERS. Κι ότι «από τη μέχρι τώρα εικόνα, προκύπτει πως πρόκειται για έναν κορονοϊό, ο οποίος μεταδίδεται δύσκολα από άνθρωπο σε άνθρωπο». Πρόσθετε επίσης ότι «η πιθανότητα εμφάνισης κρούσματος στην Ελλάδα είναι περιορισμένη».
Η ζωή έδειξε πως είχε σε όλα άδικο. Όχι μόνο αυτός αλλά και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας τον οποίο επικαλούνταν παρόλο που η κινεζική εμπειρία και τα μέτρα που έπαιρνε τότε η Κίνα απέδειξαν πως το δίκιο ήταν με την πλευρά των Κινέζων. Να θυμίζουμε επίσης πως κάποιοι άλλοι, όχι ο κ. καθηγητής, απέδιδαν τα μέτρα που έπαιρνε τότε η Κίνα- τα οποία μετά πήρε ολόκληρος ο πλανήτης- στο ανελεύθερον του καθεστώτος!!!. Θα είχε μια αξία, επομένως τόσο ο κ. Καθηγητής όσο και άλλοι να έκαναν μία αυτοκριτική στη βάση του τι ήταν και τι αποδείχτηκε πως είναι επιστημονικό, τι ήταν και τι αποδείχτηκε ψευδεπιστημονικό.
Στις αρχές Μαρτίου ο κ. Τσιόδρας μας έλεγε ότι ««τα παιδιά δεν νοσούν τόσο σοβαρά, αλλά κανείς δεν ξέρει αν και πόσο διασπείρουν τον κορονοϊό. Στην παρούσα φάση, γίνονται μελέτες για το αν και πόσο διασπείρουν. Υπάρχει ισχυρή υποψία ότι μπορεί να τον διασπείρουν, όπως γίνεται και με τη γρίπη, αλλά νοσούν ελαφρά».
Πριν από λίγες ημέρες μας είπε τα ακριβώς αντίθετα. «Τα παιδιά μολύνονται κυρίως μέσω του οικογενειακού τους περιβάλλοντος. Τα παιδιά κολλούν τη νόσο 3 φορές λιγότερο από τους 20 ετών και άνω και 4 φορές λιγότερο από ό,τι οι ενήλικες άνω των 60 ετών. Μετάδοση από παιδί σε ενήλικα φαίνεται να είναι ασυνήθιστη». Θα είχε αξία από τις προαναφερόμενες εκτιμήσεις ο κ. Καθηγητής και άλλοι να μας πουν ποια είναι η επιστημονική και ποια η ψευδεπιστημονική. Γιατί κάποια- ή και οι δύο- είναι ψευδεπιστημονική.
Ο ίδιος και οι συνάδελφοί του, οι απλοί γιατροί που δεν είναι καθηγητές αλλά και οι επιστήμονες άλλων κλάδων, πέραν της ιατρικής, γνωρίζουν πολύ καλά πως στην επιστήμη ουδέποτε βαφτίστηκε επιστημονικό κάτι που δεν βασίζεται σε ασφαλή αντικειμενικά συμπεράσματα. Ό,τι εντάσσεται στο πλαίσιο της επιστημονικής αβεβαιότητας δεν είναι επιστημονικό αλλά αντικείμενο έρευνας- από την επιστήμη- που δεν έχει ολοκληρωθεί ή δεν βρίσκεται στο επίπεδο εξαγωγής ασφαλών συμπερασμάτων. Στη βάση όλων αυτών, το πρόβλημα, επομένως, δεν βρίσκεται σε αυτούς που επισημαίνουν τις επιστημονικές αβεβαιότητες αλλά στους επιστήμονες που εμφανίζουν τις αβεβαιότητες ως βεβαιότητες.
Για παραδειγμα, στη βάση της «ισχυρής υποψίας» του κ. καθηγητή ότι τα παιδιά «μπορεί να τον διασπείρουν [σ.σ. το ιό] όπως γίνεται και με τη γρίπη» κλείσαμε τα σχολεία. Και στη βάση της νέας του εκτίμησης ότι ισχύει το αντίθετο κι ότι «μετάδοση από παιδί σε ενήλικα φαίνεται να είναι ασυνήθιστη» ανοίγουμε τα σχολεία. Παρόλο που υπάρχουν και διαφορετικές εκτιμήσεις όπως αυτή του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Charité του Βερολίνου ότι εξίσου μολυσματικοί και μεταδοτικοί με τους ενήλικες είναι τα παιδιά και οι έφηβοι που έχουν μολυνθεί από τον κορονοϊό .
Εν κατακλείδι οι απλοί πολίτες δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να ακούμε τους επιστήμονες και να πράττουμε αναλόγως. Αλλά και οι επιστήμονες θα πρέπει να προσέχουν σε αυτά που λένε. Το κύρος τους μπορεί να απειληθεί μόνο από τους ίδιους κι όχι από την κριτική των πολιτών. Και θα απειληθεί σίγουρα από τις αντιφάσεις του λόγου τους- ιδιαίτερα δε όταν είναι κραυγαλέες. Αυτό ο κ. Τσιόδρας το γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα.
- το κείμενο του Γ. Πετρόπουλου είναι από την ΕφΣυν