του Χρήστου Ξανθάκη
Μισό λεπτό, επί του προσωπικού. Έχω γράψει κι έχω διηγηθεί ένα σκασμό φορές τα βάσανά μου στο Παγκράτι.
Που έμενα κολλητά στο Άλσος και είχε πρωί, μεσημέρι, βράδυ φασαρία και
γκαρίκλες και σαματά από την πιτσιρικάδα της περιοχής. Από τα
δεκαεξάχρονα και τα δεκαεπτάχρονα και τα δεκαοκτάχρονα δηλαδή, που
κοπανιότανε όλη μέρα.
Και δουλειά τους ήταν να..
κοπανιούνται φίλε, άμα είσαι δεκάξι, δεκαεπτά, δεκαοκτώ (και συν, πλην άλλα δυο-τρία χρόνια) και βράζει το αίμα σου και δεν είναι η πρώτη σου προτεραιότητα να κάτσεις το βράδυ αναπαυτικά στον καναπέ να δεις Σπύρο Παπαδόπουλο με νάυλον ντέφια και ψόφια κέφια, τότε θα κοπανιέσαι. Κι άμα πιείς κάνα μπυρόνι ή κάνα μπαφίδι (θου Κύριε, χρήση ναρκωτικών!), τότε θα στουμπηχτείς ακόμη πιο δυνατά, ακόμη πιο θεαματικά, ακόμη πιο εκκωφαντικά. Είσαι δεκαεξάρης, τους γαμάς τα Λύκεια που θα έλεγε και μια πάλαι ποτέ μεγάλη μορφή του ελληνικού τραγουδιού. Πριν καταλήξει σοφός γέρων της Φιλοθέης…
Οπότε μου τα σπάσανε τα νεύρα τα τυπάκια και οι τύπισσες, οι απόπειρές μου να τους καλοπιάσω, να τους φοβίσω, να τους προγκήξω δεν πιάσανε τόπο, τα μάζεψα κι εγώ και πήγα Χαλάνδρι, όπου το πολύ πολύ ν’ ακούσεις το δήμαρχο να κοπανιέται με την «Μπαντιέρα Ρόσα», άντε και με το «Μπέλα Τσάο» που είναι της μόδας και το χορεύανε πέρυσι και στη Μύκονο, λιώμα απ’ τα ξύδια και τις μυτιές να μην καταλαβαίνουν ούτε μια λέξη από τους στίχους!
Τα μάζεψα κι έφυγα, αλλά εκτός από τη γκρίνια έχω και κάτι άλλο να πω:
Ότι όσο ήμουνα στο Παγκράτι και ρούφαγα αυγό από τα δεκαεξάχρονα, τα δεκαεπτάχρονα κλπ. κλπ., δεν φώναξα ούτε μια φορά την αστυνομία να τα κοπανήσει κι αυτή με τη σειρά της. Γιατί πάντοτε πίστευα και πιστεύω και θα συνεχίσω να πιστεύω ωσότου έρθει ο Χάρος καβάλα στο άλογο το μαύρο να με πάρει, ότι τους πιτσιρικάδες δεν τους αντιμετωπίζεις με το γκλομπ. Τελεία. Τελεία και παύλα και ευχαριστώ πολύ αντίθετες απόψεις, δεν θα πάρω. Η παιδαγωγική της σφαλιάρας είναι μόνο για παλιές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου και το ξύλο δεν βγήκε απ’ τον Παράδεισο.
Ούτε το δακρυγόνο βγήκε! Κι άμα σπέρνεις ανέμους χημικών, ετοιμάσου να θερίσεις θύελλες αντίδρασης. Και αντίστασης επίσης, σε μια «κανονικότητα» που μπορεί να γίνει πιο ζοφερή κι από τον κορωνοϊό τον ίδιο. Αν όχι για εμάς τους παλιόγερους των «ήντα», τότε για τους πιτσιρικάδες σίγουρα που, δεν ξέρω αν σας το είπα, το αίμα τους βράζει. Κι επειδή ακριβώς κοχλάζουν τα σωθικά τους θα πούνε και μια κουβέντα παραπάνω, θα κάνουν και μια χαζομάρα παραπάνω, θα πιούνε και κάνα μπυρόνι παραπάνω ή κανένα απ’ αυτά τα τσιγάρα που σε άλλες εποχές τα λέγανε «γεμιστά». Και «γελαστά», αν δεν κάνω λάθος…
Ναι, οι πιτσιρικάδες θα τα κάνουν όλα αυτά. Και θα ενοχλήσουν τους μεγαλυτέρους τους, που θέλουν ησυχία, τάξη και ασφάλεια. Διπλή ασφάλεια πλέον, λόγω κορωνοϊού, η μύξα θα μας πνίξει! Οι πιτσιρικάδες θα τα κάνουν όλα αυτά κι εμείς οι παλιόγεροι των «ήντα» τι θα κάνουμε; Θα τους στέλνουμε τους ΜΑΤατζήδες με τα γκλομπ και τα δακρυγόνα σε μια ακραία επίδειξη της ηλικιακής ισχύος μας ή θα προσπαθήσουμε να βρούμε μια άκρη στο νήμα και μια ισορροπία στην τρικυμία; Το πρώτο είναι εύκολο, πολύ εύκολο και γίνεται στο τσάκα τσάκα. Το δεύτερο θέλει δουλειά πολλή και ακόμη περισσότερη κατανόηση. Την διαθέτουμε άραγε ή μήπως έπεσε κι αυτή θύμα του τρισκατάρατου ιού;
Y.Γ.: Και φυσικά, καμία δικαιολογία για τα γίδια που σπάνε μαγαζιά. Μόνο μούντζες!
- το κειμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost.gr
Και δουλειά τους ήταν να..
κοπανιούνται φίλε, άμα είσαι δεκάξι, δεκαεπτά, δεκαοκτώ (και συν, πλην άλλα δυο-τρία χρόνια) και βράζει το αίμα σου και δεν είναι η πρώτη σου προτεραιότητα να κάτσεις το βράδυ αναπαυτικά στον καναπέ να δεις Σπύρο Παπαδόπουλο με νάυλον ντέφια και ψόφια κέφια, τότε θα κοπανιέσαι. Κι άμα πιείς κάνα μπυρόνι ή κάνα μπαφίδι (θου Κύριε, χρήση ναρκωτικών!), τότε θα στουμπηχτείς ακόμη πιο δυνατά, ακόμη πιο θεαματικά, ακόμη πιο εκκωφαντικά. Είσαι δεκαεξάρης, τους γαμάς τα Λύκεια που θα έλεγε και μια πάλαι ποτέ μεγάλη μορφή του ελληνικού τραγουδιού. Πριν καταλήξει σοφός γέρων της Φιλοθέης…
Οπότε μου τα σπάσανε τα νεύρα τα τυπάκια και οι τύπισσες, οι απόπειρές μου να τους καλοπιάσω, να τους φοβίσω, να τους προγκήξω δεν πιάσανε τόπο, τα μάζεψα κι εγώ και πήγα Χαλάνδρι, όπου το πολύ πολύ ν’ ακούσεις το δήμαρχο να κοπανιέται με την «Μπαντιέρα Ρόσα», άντε και με το «Μπέλα Τσάο» που είναι της μόδας και το χορεύανε πέρυσι και στη Μύκονο, λιώμα απ’ τα ξύδια και τις μυτιές να μην καταλαβαίνουν ούτε μια λέξη από τους στίχους!
Τα μάζεψα κι έφυγα, αλλά εκτός από τη γκρίνια έχω και κάτι άλλο να πω:
Ότι όσο ήμουνα στο Παγκράτι και ρούφαγα αυγό από τα δεκαεξάχρονα, τα δεκαεπτάχρονα κλπ. κλπ., δεν φώναξα ούτε μια φορά την αστυνομία να τα κοπανήσει κι αυτή με τη σειρά της. Γιατί πάντοτε πίστευα και πιστεύω και θα συνεχίσω να πιστεύω ωσότου έρθει ο Χάρος καβάλα στο άλογο το μαύρο να με πάρει, ότι τους πιτσιρικάδες δεν τους αντιμετωπίζεις με το γκλομπ. Τελεία. Τελεία και παύλα και ευχαριστώ πολύ αντίθετες απόψεις, δεν θα πάρω. Η παιδαγωγική της σφαλιάρας είναι μόνο για παλιές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου και το ξύλο δεν βγήκε απ’ τον Παράδεισο.
Ούτε το δακρυγόνο βγήκε! Κι άμα σπέρνεις ανέμους χημικών, ετοιμάσου να θερίσεις θύελλες αντίδρασης. Και αντίστασης επίσης, σε μια «κανονικότητα» που μπορεί να γίνει πιο ζοφερή κι από τον κορωνοϊό τον ίδιο. Αν όχι για εμάς τους παλιόγερους των «ήντα», τότε για τους πιτσιρικάδες σίγουρα που, δεν ξέρω αν σας το είπα, το αίμα τους βράζει. Κι επειδή ακριβώς κοχλάζουν τα σωθικά τους θα πούνε και μια κουβέντα παραπάνω, θα κάνουν και μια χαζομάρα παραπάνω, θα πιούνε και κάνα μπυρόνι παραπάνω ή κανένα απ’ αυτά τα τσιγάρα που σε άλλες εποχές τα λέγανε «γεμιστά». Και «γελαστά», αν δεν κάνω λάθος…
Ναι, οι πιτσιρικάδες θα τα κάνουν όλα αυτά. Και θα ενοχλήσουν τους μεγαλυτέρους τους, που θέλουν ησυχία, τάξη και ασφάλεια. Διπλή ασφάλεια πλέον, λόγω κορωνοϊού, η μύξα θα μας πνίξει! Οι πιτσιρικάδες θα τα κάνουν όλα αυτά κι εμείς οι παλιόγεροι των «ήντα» τι θα κάνουμε; Θα τους στέλνουμε τους ΜΑΤατζήδες με τα γκλομπ και τα δακρυγόνα σε μια ακραία επίδειξη της ηλικιακής ισχύος μας ή θα προσπαθήσουμε να βρούμε μια άκρη στο νήμα και μια ισορροπία στην τρικυμία; Το πρώτο είναι εύκολο, πολύ εύκολο και γίνεται στο τσάκα τσάκα. Το δεύτερο θέλει δουλειά πολλή και ακόμη περισσότερη κατανόηση. Την διαθέτουμε άραγε ή μήπως έπεσε κι αυτή θύμα του τρισκατάρατου ιού;
Y.Γ.: Και φυσικά, καμία δικαιολογία για τα γίδια που σπάνε μαγαζιά. Μόνο μούντζες!
- το κειμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost.gr