«Κάποιες φορές εκνευρίζομαι με τον Σταμάτη Κραουνάκη όταν τον διαβάζω. Παραείναι
παρορμητικός, πρώτα γράφει και μετά σκέφτεται. Ίσες αποστάσεις δεν
κρατάει και το πληρώνει ακριβά. Σε βαθμό αυτοκαταστροφικό θα έλεγα.
Μιλάει δυνατά, βωμολοχεί συχνά, και καπνίζει. Τίποτα από τα τρία δεν μού
αρέσει».
Tα παραπάνω γράφει η Ελένα Ακρίτα στο άρθρο της, με τίτλο..
«Για τον Κραουνάκη», στα ΝΕΑ Σαββατοκύριακου. Η αρθρογράφος σπευδει όμως να ξεκαθαρίσει:
«Όμως, υπάρχει μια παρεξήγηση εδώ. Ο καλλιτέχνης δεν υποχρεούται να φοράει το κοστούμι που εμείς του ράβουμε. Ούτε να ζει όπως εμείς ορίζουμε. Ούτε να μπαίνει στο καλούπι που εμείς τον στριμώχνουμε. Ενίοτε είναι διαφορετικός από μάς. Και αυτό τον κάνει και μεγάλο. Ενίοτε.
Δεν το μάθατε από μένα, αλλά δεν μάς πέφτει ο τεράστιος λόγος για τη ζωή του Κραουνάκη και του κάθε Κραουνάκη. Κι αυτά τα ‘εμείς τον ανεβάσαμε, εμείς θα τον γκρεμίσουμε’ είναι ανοησίες. Δεν τους ανεβάζουμε εμείς, το ταλέντο τους τούς ανεβάζει και το ταλέντο τους τούς κρατάει ψηλά. Από τη στιγμή που δεν τους φιλοξενούμε σπίτι μας και δεν τρώνε απ’ το ψωμί μας, η αποψάρα μας περιττεύει».
Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της Ελενας Ακρίτα:
Tα παραπάνω γράφει η Ελένα Ακρίτα στο άρθρο της, με τίτλο..
«Για τον Κραουνάκη», στα ΝΕΑ Σαββατοκύριακου. Η αρθρογράφος σπευδει όμως να ξεκαθαρίσει:
«Όμως, υπάρχει μια παρεξήγηση εδώ. Ο καλλιτέχνης δεν υποχρεούται να φοράει το κοστούμι που εμείς του ράβουμε. Ούτε να ζει όπως εμείς ορίζουμε. Ούτε να μπαίνει στο καλούπι που εμείς τον στριμώχνουμε. Ενίοτε είναι διαφορετικός από μάς. Και αυτό τον κάνει και μεγάλο. Ενίοτε.
Δεν το μάθατε από μένα, αλλά δεν μάς πέφτει ο τεράστιος λόγος για τη ζωή του Κραουνάκη και του κάθε Κραουνάκη. Κι αυτά τα ‘εμείς τον ανεβάσαμε, εμείς θα τον γκρεμίσουμε’ είναι ανοησίες. Δεν τους ανεβάζουμε εμείς, το ταλέντο τους τούς ανεβάζει και το ταλέντο τους τούς κρατάει ψηλά. Από τη στιγμή που δεν τους φιλοξενούμε σπίτι μας και δεν τρώνε απ’ το ψωμί μας, η αποψάρα μας περιττεύει».
Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο της Ελενας Ακρίτα:
Για τον Κραουνάκη
Κατ’ αρχάς ο Σταμάτης Κραουνάκης δεν είναι φίλος μου. Ούτε καφέ δεν έχουμε πιει μαζί, μόνο μια φορά πριν χρόνια συνεργαστήκαμε στην τηλεόραση. Από κεί κι ύστερα τον θαυμάζω απεριόριστα ως δημιουργό και τα τραγούδια του σημάδεψαν τη ζωή μου. Ξέρω επίσης από κοινούς φίλους πως ο Κραουνάκης είναι καλόψυχος και βοηθάει όλο τον κόσμο. Διακριτικά, σιωπηρά χωρίς να το διαφημίζει.
Από την άλλη πλευρά, κάποιες φορές εκνευρίζομαι μαζί του όταν τον διαβάζω. Παραείναι παρορμητικός, πρώτα γράφει και μετά σκέφτεται. Ίσες αποστάσεις δεν κρατάει και το πληρώνει ακριβά. Σε βαθμό αυτοκαταστροφικό θα έλεγα. Μιλάει δυνατά, βωμολοχεί συχνά, και καπνίζει. Τίποτα από τα τρία δεν μού αρέσει.
Όμως, υπάρχει μια παρεξήγηση εδώ. Ο καλλιτέχνης δεν υποχρεούται να φοράει το κοστούμι που εμείς του ράβουμε. Ούτε να ζει όπως εμείς ορίζουμε. Ούτε να μπαίνει στο καλούπι που εμείς τον στριμώχνουμε. Ενίοτε είναι διαφορετικός από μάς. Και αυτό τον κάνει και μεγάλο. Ενίοτε.
Δεν το μάθατε από μένα, αλλά δεν μάς πέφτει ο τεράστιος λόγος για τη ζωή του Κραουνάκη και του κάθε Κραουνάκη. Κι αυτά τα ‘εμείς τον ανεβάσαμε, εμείς θα τον γκρεμίσουμε’ είναι ανοησίες. Δεν τους ανεβάζουμε εμείς, το ταλέντο τους τούς ανεβάζει και το ταλέντο τους τούς κρατάει ψηλά. Από τη στιγμή που δεν τους φιλοξενούμε σπίτι μας και δεν τρώνε απ’ το ψωμί μας, η αποψάρα μας περιττεύει.
Διαβάζω τέρατα κατά καιρούς ‘αυτός είναι καλός ηθοποιός γιατί μάς δέχεται στο καμαρίνι του’ ‘ο άλλος μάς σνομπάρει άρα είναι κακός ηθοποιός’. Να σοβαρευτούμε λίγο. Το τι κάνει ο καλλιτέχνης ΜΕΤΑ την παράσταση γούστο του, καπέλο του. Αυτό πού χρωστάει στο κοινό είναι ο καλύτερος εαυτός του πάνω στη σκηνή. Τίποτα πριν, τίποτα μετά.
Αγαπητό κοινό, δεν το έμαθες από μένα αλλά καλλιτέχνης δεν γεννιέσαι, γίνεσαι. Με το ταλέντο σου, με το σπαθί σου, με την αξία σου. Τα χαζά ‘εμείς τα χτίσαμε αυτά τα μαγαζΑ’ είναι για γέλια αβίαστα. Λέει ο άλλος ‘εγώ σε ανέβασα εγώ και θα σε ρίξω’ γιατί ‘το δικό μου εισιτήριο γεμίζει το θέατρό σου’. Δεν το έμαθες από μένα ψυχούλα μου καλόκαρδη, αλλά το εισιτήριο το πληρώνεις επειδή επιλέγεις ένα θέαμα, όχι επειδή κάνεις ψυχικό στον παραγωγό του θεάματος. Και τον καλλιτέχνη δεν τον φτιάχνεις εσύ, φτιαγμένο τον βρίσκεις: απ’ το ξεκίνημά του, δικό του είναι το άστρο που σε οδηγεί κοντά του.
Πίσω στον Κραουνάκη. Τα πνευματικά του δικαιώματα ο κάθε δημιουργός τα κάνει ό,τι μα ό,τι θέλει: λόγος δεν πέφτει σε κανέναν. Αν θέλει τα παραχωρεί, αν θέλει τα απαγορεύει, αν θέλει τούς βάζει φωτιά και τα καίει. Το ότι εμείς τα αγαπάμε κάποια τραγούδια δεν σημαίνει ότι τα γράψαμε μισά μισά. Κι όταν πας πχ στο μουσείο να δεις τη Γκέρνικα, φεύγοντας δεν την παίρνεις σπίτι σου. Δάνεια είναι αυτά, αγάπη μου γλυκιά. Δάνεια που κάνουν τη ζωή μας καλύτερη, πιο όμορφη, πιο φωτεινή.
Ο Κραουνάκης δεν έχει πάντα δίκιο. Είπαμε, νευριάζω που καπνίζει δημόσια και στραβώνω που βωμολοχεί. Θυμώνω με πολλά. Όταν όμως η αγέλη τα βάζει με τον έναν, μερικοί από μάς είμαστε με τον ένα. Με τον Μαρκουλάκη όταν του την έπεσαν για το συνέδριο της ΝΔ. Με τη Χαρούλα όταν την κανιβάλισαν. Με τον Μούτση όταν τον ξέσκισαν. Με την Μποφίλιου όταν την κρέμασαν στα μανταλάκια.
Δεν μπορούμε να είμαστε όλοι αγαπημένοι, δεν μπορούμε να είμαστε όλοι ενωμένοι. Και κυρίως δεν μπορούμε να στεκόμαστε όλοι απ’ την ίδια πλευρά του δρόμου. Σε χρόνια πέτρινα για την Παιδεία και τον Πολιτισμό, παίρνουμε θέση. Στεκόμαστε στο ίδιο πεζοδρόμιο με τον Ξαρχάκο. Με τον Κραουνάκη. Με τον Φοίβο. Με τον Αλκίνοο.
Οι υπόλοιποι ας μείνουν εκεί. Στο απέναντι.