Δυο λόγια για την επίμαχη αγόρευση της εισαγγελέως
του Χρήστου Ξανθάκη
Ο δημόσιος λόγος είναι μια μεγάλη φούσκα, τιγκαρισμένος με ακόμη πιο μεγάλες μπούρδες. Εκατοντάδες μπούρδες, χιλιάδες μπούρδες, εκατομμύρια μπούρδες που κοπανάνε η μία πάνω στην άλλη σαν τα συγκρουόμενα αυτοκινητάκια στο λούνα παρκ. Λίγες είναι οι παρόλες που μένουν χαραγμένες στο συλλογικό υποσυνείδητο, είτε..
γιατί το αξίζουν, είτε γιατί ανάβουν όλα τα γλομπάκια:
Το «όταν λέμε ισόβια εννοούμε ισόβια», για παράδειγμα, του συγχωρεμένου του Καραμανλή.
Το «βυθίσατε το Χόρα», του συγχωρεμένου του Αντρέα.
Το «ανφέρ» του συγχωρεμένου του Μητσοτάκη.
Το «είναι μακέτο τούτο το έργο», του Σημίτη.
Κι από αντιπροχτές στέκει πλάι τους, η κουβέντα της εισαγγελέως στη δίκη για το βιασμό και τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη:
«Ας αποδοθεί δικαιοσύνη κι ας καταστραφεί ο κόσμος όλος»!
Απόσπασμα μικρό μιας μακροσκελέστατης εισήγησης, που βρέθηκε στο επίκεντρο ουκ ολίγων αντεγκλήσεων. Με τη μία πλευρά να υποστηρίζει ότι το συναισθηματικό ξέσπασμα της εισαγγελέως προσέδωσε την απαραίτητη βαρύτητα στο κατηγορητήριο και την άλλη να διατυπώνει ενστάσεις επί του διαδικαστικού.
Ότι δηλαδή ναι, καλά τα είπε, τους έσκισε τους κατηγορούμενους, κλάψαμε κι εμείς, δεν λέω, αλλά να, θίχτηκε ο δικηγόρος τους και ο δικηγορικός κλάδος και δεν κάνει να τους θίγουμε, επαγγελματίες είναι, και όσο για τη φόρτιση την εισαγγελική είναι μυστήριο πράγμα γιατί μπορεί να κάνουν ένσταση οι κατηγορούμενοι, όχι ότι είναι σίγουρο, αλλά παίζεται κι αυτό, να βγούνε έξω δηλαδή λόγω λάθους, τεκνικάλιτι που λένε και στα αμερικάνικα τα σήριαλ, άσε που ενδέχεται να πάνε την εισαγγελέα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και να τους δικαιώσει τους κατηγορούμενους πανηγυρικά, χώρια η σημαντική ανασφάλεια δικαίου που είπε ο Σκέρτσος, ο τύπος που κατάφερε να συνδυάσει λαϊκισμό και δικαστήρια, στις αποφάσεις που «χαϊδεύουν την κοινή γνώμη». Ύστερα το γύρισε βεβαίως ότι ήταν προσωπική η άποψη, δεν ήταν υπουργική, μιας και ακούστηκε ένα μυριόστομο «ορίστε;» και μ’ αυτά τα πράγματα δεν παίζεις, ακόμη κι αν είσαι μέλος του υπουργικού συμβουλίου. Τζούνιορ μέλος έστω…
Είχαμε μείνει όμως στην αγόρευση της εισαγγελέως. Που έχει τη σημασία της, θα πω εγώ, όχι τόσο ως σημαινόμενο αλλά ως σημαίνον. Δηλαδή, για να το σπάσω σε πενηνταράκια, μας νοιάζει, μας αναστατώνει, μας εντυπωσιάζει πολύ περισσότερο ως χειρονομία παρά ως ουσία. Γιατί η εισαγγελέας παρασύρθηκε, όντως παρασύρθηκε, και αντί να χειρουργήσει ψυχρά και αναίσθητα τους εγκληματίες, έγινε άνθρωπος κι αυτή, άνθρωπος με πάθη και μίση και κατέθεσε τα σώψυχά της στην έδρα. Η εισαγγελέας έγινε μία από εμάς.
Κι αν είναι σφάλμα αυτό, δε γαμιέται, ας είναι έτσι όλα τα σφάλματα του κόσμου. Μπορούμε να ζήσουμε με τέτοια σφάλματα, μπορούμε να ανταποκριθούμε σε τέτοια σφάλματα, μπορούμε αυτού του είδους τα σφάλματα να τα υιοθετήσουμε για δικά μας. Σε αντίθεση, ας πούμε, με κάποια άλλα απολύτως παγωμένα και απολυμασμένα όπως εκείνο το σόλο του εισαγγελέα στη δίκη της Ηριάννας και του Περικλή. Όταν κόντεψε να στείλει έναν συμπολίτη μας στη φυλακή, γιατί είχε την έμπνευση να ταξιδέψει στη Βαρκελώνη…
Εν κατακλείδι όμως. Εν κατακλείδι, ακόμη κι αν οι κατηγορούμενοι προχωρούσαν τελικά σε ένσταση, το ξέσπασμα της εισαγγελέως θα είχε λόγο ύπαρξης. Διότι μερικές φορές πρέπει να υπερβαίνεις και τα τετριμμένα και τα εσκαμμένα και το εγχειρίδιο των καλών τρόπων ολόκληρο για να βγάλεις αυτό που έχεις μέσα σου. Να το βγάλεις ατόφιο, κοχλάζον, πύρινο χωρίς τζιριτζάντζουλες και τσιριμόνιες. Κι όσο για τον κόσμο, δεν ξέρω αν θα καταστραφεί, αλλά μια κατραπακιά του αξίζει πέρα ως πέρα!
- το κείμενο τoυ Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost.gr
του Χρήστου Ξανθάκη
Ο δημόσιος λόγος είναι μια μεγάλη φούσκα, τιγκαρισμένος με ακόμη πιο μεγάλες μπούρδες. Εκατοντάδες μπούρδες, χιλιάδες μπούρδες, εκατομμύρια μπούρδες που κοπανάνε η μία πάνω στην άλλη σαν τα συγκρουόμενα αυτοκινητάκια στο λούνα παρκ. Λίγες είναι οι παρόλες που μένουν χαραγμένες στο συλλογικό υποσυνείδητο, είτε..
γιατί το αξίζουν, είτε γιατί ανάβουν όλα τα γλομπάκια:
Το «όταν λέμε ισόβια εννοούμε ισόβια», για παράδειγμα, του συγχωρεμένου του Καραμανλή.
Το «βυθίσατε το Χόρα», του συγχωρεμένου του Αντρέα.
Το «ανφέρ» του συγχωρεμένου του Μητσοτάκη.
Το «είναι μακέτο τούτο το έργο», του Σημίτη.
Κι από αντιπροχτές στέκει πλάι τους, η κουβέντα της εισαγγελέως στη δίκη για το βιασμό και τη δολοφονία της Ελένης Τοπαλούδη:
«Ας αποδοθεί δικαιοσύνη κι ας καταστραφεί ο κόσμος όλος»!
Απόσπασμα μικρό μιας μακροσκελέστατης εισήγησης, που βρέθηκε στο επίκεντρο ουκ ολίγων αντεγκλήσεων. Με τη μία πλευρά να υποστηρίζει ότι το συναισθηματικό ξέσπασμα της εισαγγελέως προσέδωσε την απαραίτητη βαρύτητα στο κατηγορητήριο και την άλλη να διατυπώνει ενστάσεις επί του διαδικαστικού.
Ότι δηλαδή ναι, καλά τα είπε, τους έσκισε τους κατηγορούμενους, κλάψαμε κι εμείς, δεν λέω, αλλά να, θίχτηκε ο δικηγόρος τους και ο δικηγορικός κλάδος και δεν κάνει να τους θίγουμε, επαγγελματίες είναι, και όσο για τη φόρτιση την εισαγγελική είναι μυστήριο πράγμα γιατί μπορεί να κάνουν ένσταση οι κατηγορούμενοι, όχι ότι είναι σίγουρο, αλλά παίζεται κι αυτό, να βγούνε έξω δηλαδή λόγω λάθους, τεκνικάλιτι που λένε και στα αμερικάνικα τα σήριαλ, άσε που ενδέχεται να πάνε την εισαγγελέα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και να τους δικαιώσει τους κατηγορούμενους πανηγυρικά, χώρια η σημαντική ανασφάλεια δικαίου που είπε ο Σκέρτσος, ο τύπος που κατάφερε να συνδυάσει λαϊκισμό και δικαστήρια, στις αποφάσεις που «χαϊδεύουν την κοινή γνώμη». Ύστερα το γύρισε βεβαίως ότι ήταν προσωπική η άποψη, δεν ήταν υπουργική, μιας και ακούστηκε ένα μυριόστομο «ορίστε;» και μ’ αυτά τα πράγματα δεν παίζεις, ακόμη κι αν είσαι μέλος του υπουργικού συμβουλίου. Τζούνιορ μέλος έστω…
Είχαμε μείνει όμως στην αγόρευση της εισαγγελέως. Που έχει τη σημασία της, θα πω εγώ, όχι τόσο ως σημαινόμενο αλλά ως σημαίνον. Δηλαδή, για να το σπάσω σε πενηνταράκια, μας νοιάζει, μας αναστατώνει, μας εντυπωσιάζει πολύ περισσότερο ως χειρονομία παρά ως ουσία. Γιατί η εισαγγελέας παρασύρθηκε, όντως παρασύρθηκε, και αντί να χειρουργήσει ψυχρά και αναίσθητα τους εγκληματίες, έγινε άνθρωπος κι αυτή, άνθρωπος με πάθη και μίση και κατέθεσε τα σώψυχά της στην έδρα. Η εισαγγελέας έγινε μία από εμάς.
Κι αν είναι σφάλμα αυτό, δε γαμιέται, ας είναι έτσι όλα τα σφάλματα του κόσμου. Μπορούμε να ζήσουμε με τέτοια σφάλματα, μπορούμε να ανταποκριθούμε σε τέτοια σφάλματα, μπορούμε αυτού του είδους τα σφάλματα να τα υιοθετήσουμε για δικά μας. Σε αντίθεση, ας πούμε, με κάποια άλλα απολύτως παγωμένα και απολυμασμένα όπως εκείνο το σόλο του εισαγγελέα στη δίκη της Ηριάννας και του Περικλή. Όταν κόντεψε να στείλει έναν συμπολίτη μας στη φυλακή, γιατί είχε την έμπνευση να ταξιδέψει στη Βαρκελώνη…
Εν κατακλείδι όμως. Εν κατακλείδι, ακόμη κι αν οι κατηγορούμενοι προχωρούσαν τελικά σε ένσταση, το ξέσπασμα της εισαγγελέως θα είχε λόγο ύπαρξης. Διότι μερικές φορές πρέπει να υπερβαίνεις και τα τετριμμένα και τα εσκαμμένα και το εγχειρίδιο των καλών τρόπων ολόκληρο για να βγάλεις αυτό που έχεις μέσα σου. Να το βγάλεις ατόφιο, κοχλάζον, πύρινο χωρίς τζιριτζάντζουλες και τσιριμόνιες. Κι όσο για τον κόσμο, δεν ξέρω αν θα καταστραφεί, αλλά μια κατραπακιά του αξίζει πέρα ως πέρα!
- το κείμενο τoυ Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost.gr