Έχουμε πόλεμο και μάλιστα έναν πόλεμο με έναν «αόρατο εχθρό, που θα παραμονεύει να χτυπήσει με τον παραμικρό εφησυχασμό». Το επαναλαμβάνουν επί τρεις μήνες οι κ.κ. Τσιόδρας και Χαρδαλιάς. Το είπε με επίσημο τρόπο ο πρωθυπουργός της χώρας, τον Απρίλιο, στο ελληνικό Κοινοβούλιο ο πρωθυπουργός της χώρας προσθέτοντας ότι «πρόκειται για μια πρωτόγνωρη κρίση. Καμία γενιά δεν έχει ζήσει όμοιά της εδώ και σχεδόν έναν αιώνα». Ας δεχτούμε ότι δεν.. είναι υπερβολή, ότι κυριολεκτούν και ότι οι συνέπειες αυτού του πολέμου στην οικονομία, την εργασία, τα εισοδήματα θα είναι πρωτοφανείς. Ο μόνος ίσως που δεν δέχεται ότι θα συμβεί κάτι τέτοιο είναι ο κ. Γιάννης Στουρνάρας…
Εφόσον ομονοούμε λοιπόν στο ότι έχουμε πόλεμο τότε είναι τουλάχιστον παράδοξο να γίνεται κουβέντα ή ακόμη και να περνάει σε κάποιους η σκέψη ότι μπορεί να γίνουν πρόωρες εκλογές πριν τελειώσει αυτός ο πόλεμος, πολύ δε περισσότερο πριν ο κόσμος υποστεί και αισθανθεί τις συνέπειές του. Και για να το δραματοποιήσουμε ακόμη περισσότερο, ας μην ξεχνάμε και των εξ’ ανατολών γείτονα ο οποίος μπροστά στα δικά του αδιέξοδα θα μπορούσε να ανάψει φωτιά στο Αιγαίο για να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη της χώρας του.
Ισα-ίσα σε εμπόλεμες περιόδους αναβάλλονται ακόμη και εκλογές που είναι προγραμματισμένες εάν λήγει η θητεία μίας κυβέρνησης. Να θυμίσουμε ότι στην Ελλάδα, την τελευταία φορά που περάσαμε εθνική κρίση, όταν τον Ιούλιο του 1974 έγινε η εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο και έπεσε η επτάχρονη Χούντα, οι εκλογές αποφασίστηκε να γίνουν πέντε μήνες μετά, στις 17 Νοεμβρίου, όταν πλέον η δημοκρατία είχε σταθεροποιηθεί και η κοινωνία είχε επανέλθει σε σχετικά κανονικούς ρυθμούς.
Οι λόγοι που δεν γίνονται εκλογές σε εμπόλεμες περιόδους –κυριολεκτικά ή με έναν «αόρατο εχθρό» όπως στην περίπτωσή μας- ή στη διάρκεια και λίγο μετά από φυσικές καταστροφές, λιμούς, λοιμούς, σεισμούς και καταποντισμούς είναι, ή θα έπρεπε να είναι αυτονόητοι: κανείς δεν μπορεί να ζητάει ή να εκβιάζει την ψήφο του εκλογικού σώματος όταν αυτό τελεί σε καθεστώς φόβου, ανησυχίας, ανασφάλειας, είναι ο πρώτος λόγος. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι δεν μπορείς να σπαταλάς πόρους για τη διοργάνωση εκλογών όταν δεν σου περισσεύουν. Και τρίτον, δεν μπορεί να έχεις ένας αδρανοποιημένο κράτος και μία αδύναμη να λάβει αποφάσεις κυβέρνηση για ένα διάστημα που μπορεί να κυμαίνεται ανάμεσα σε δύο με τρεις μήνες (εάν γίνουν διπλές εκλογές). Είναι αδιανόητο και αγγίζει τα όρια της πολιτικάντικης διαστροφής και του ακραίου μακιαβελισμού.
Κάτι που παραδέχεται και ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης λέγοντας «δεν υφίσταται κανένας απολύτως πολιτικός λόγος να προσφύγουμε σε ανανέωση λαϊκής εντολής. Θα έδινε ένα εντελώς λάθος ηθικό μήνυμα, διότι δεν μπορείς να κεφαλαιοποιείς πάνω σε μία μεγάλη υγειονομική κρίση».
Οποιος λοιπόν διανοείται εκλογές μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα και πάντως πριν τελειώσει ο πόλεμος με την πανδημία και φανούν τα αποτελέσματά του, είναι και ανήθικος και άφρων και επικίνδυνος.
- από κείμενο του Ανδρέα Παναγόπουλου στο libre.gr / oλόκληρο ΕΔΩ
Εφόσον ομονοούμε λοιπόν στο ότι έχουμε πόλεμο τότε είναι τουλάχιστον παράδοξο να γίνεται κουβέντα ή ακόμη και να περνάει σε κάποιους η σκέψη ότι μπορεί να γίνουν πρόωρες εκλογές πριν τελειώσει αυτός ο πόλεμος, πολύ δε περισσότερο πριν ο κόσμος υποστεί και αισθανθεί τις συνέπειές του. Και για να το δραματοποιήσουμε ακόμη περισσότερο, ας μην ξεχνάμε και των εξ’ ανατολών γείτονα ο οποίος μπροστά στα δικά του αδιέξοδα θα μπορούσε να ανάψει φωτιά στο Αιγαίο για να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη της χώρας του.
Ισα-ίσα σε εμπόλεμες περιόδους αναβάλλονται ακόμη και εκλογές που είναι προγραμματισμένες εάν λήγει η θητεία μίας κυβέρνησης. Να θυμίσουμε ότι στην Ελλάδα, την τελευταία φορά που περάσαμε εθνική κρίση, όταν τον Ιούλιο του 1974 έγινε η εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο και έπεσε η επτάχρονη Χούντα, οι εκλογές αποφασίστηκε να γίνουν πέντε μήνες μετά, στις 17 Νοεμβρίου, όταν πλέον η δημοκρατία είχε σταθεροποιηθεί και η κοινωνία είχε επανέλθει σε σχετικά κανονικούς ρυθμούς.
Οι λόγοι που δεν γίνονται εκλογές σε εμπόλεμες περιόδους –κυριολεκτικά ή με έναν «αόρατο εχθρό» όπως στην περίπτωσή μας- ή στη διάρκεια και λίγο μετά από φυσικές καταστροφές, λιμούς, λοιμούς, σεισμούς και καταποντισμούς είναι, ή θα έπρεπε να είναι αυτονόητοι: κανείς δεν μπορεί να ζητάει ή να εκβιάζει την ψήφο του εκλογικού σώματος όταν αυτό τελεί σε καθεστώς φόβου, ανησυχίας, ανασφάλειας, είναι ο πρώτος λόγος. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι δεν μπορείς να σπαταλάς πόρους για τη διοργάνωση εκλογών όταν δεν σου περισσεύουν. Και τρίτον, δεν μπορεί να έχεις ένας αδρανοποιημένο κράτος και μία αδύναμη να λάβει αποφάσεις κυβέρνηση για ένα διάστημα που μπορεί να κυμαίνεται ανάμεσα σε δύο με τρεις μήνες (εάν γίνουν διπλές εκλογές). Είναι αδιανόητο και αγγίζει τα όρια της πολιτικάντικης διαστροφής και του ακραίου μακιαβελισμού.
Κάτι που παραδέχεται και ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης λέγοντας «δεν υφίσταται κανένας απολύτως πολιτικός λόγος να προσφύγουμε σε ανανέωση λαϊκής εντολής. Θα έδινε ένα εντελώς λάθος ηθικό μήνυμα, διότι δεν μπορείς να κεφαλαιοποιείς πάνω σε μία μεγάλη υγειονομική κρίση».
Οποιος λοιπόν διανοείται εκλογές μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα και πάντως πριν τελειώσει ο πόλεμος με την πανδημία και φανούν τα αποτελέσματά του, είναι και ανήθικος και άφρων και επικίνδυνος.
- από κείμενο του Ανδρέα Παναγόπουλου στο libre.gr / oλόκληρο ΕΔΩ