Οταν χτύπησε το τηλέφωνο χθες το μεσημέρι και ο συνάδελφος Δημήτρης Τερζής μού ψιθύρισε ταραγμένος «θα σου πω κάτι δυσάρεστο αλλά πρέπει να το μάθεις», το μυαλό μου κατ' ευθείαν πήγε στον εφιάλτη που μας έχει επισκεφτεί και στις εξελίξεις.
Ελα όμως που αυτό που άκουσα δεν το χωρούσε ο νους μου. Ελα που η είδηση που μου επιφύλασσε ο εδώ και χρόνια φίλος μου ήταν από αυτές που μόνο αιφνιδιασμό και
οδύνη σού γεννούν. «Εφυγε η Χαρά», μου είπε. «Ποια Χαρά;», τον ρώτησα. «Η Τζαναβάρα», μου απάντησε.
Πάγωσα. Μούδιασα. Επτάμισι χρόνια, από τότε δηλαδή που εκδόθηκε η «Εφημερίδα των Συντακτών», ψυχή της οποίας ήταν η συνεταιρίστρια Χαρά, καθόμασταν στα διπλανά γραφεία. Σχεδόν κολλητά. Ατελείωτες ώρες. Και τα προηγούμενα χρόνια, ούτε θυμάμαι πόσα, στην «Ελευθεροτυπία».
Αριστη επαγγελματίας και γνώστρια των θεμάτων που κάλυπτε όσο κανένας άλλος. Δεν της ξέφευγε τίποτα. Συνεπής στο ρεπορτάζ της μέχρι εκνευρισμού. Σπάνια σηκωνόταν από το γραφείο της, διέκοπτε μόνο για το μεσημεριανό της φαγητό. Αγχωνόταν μη τυχόν και η εφημερίδα χάσει κάποια είδηση. Δυστροπούσε όταν δεν προλάβαινε να γράψει όλα τα θέματα της επικαιρότητας.
Αλλά δεν το έβαζε κάτω. Εφευγε σχετικά νωρίς από την εφημερίδα καθώς πρόσεχε πάντα την υγεία της και συνέχιζε από το σπίτι της. Η χαρά της Χαράς ήταν η οικογένειά της. Η μητέρα της, ο αδελφός της και τ' ανίψια της. Οταν μιλούσε για την Τατιάνα, την Κορίνα και τον ανιψιό της έλαμπαν τα μάτια της.
Δυστυχώς δεν θα μπορέσουμε να την αποχαιρετήσουμε όπως της άξιζε. Αυτό το κακό που μας έχει χτυπήσει την πόρτα δεν μας επιτρέπει να είμαστε δίπλα της στο τελευταίο ταξίδι. Ομως έστω και από μακριά, έστω κι έτσι, αλλά μέσα από την εφημερίδα που αγάπησε και πάλεψε γι' αυτή, θα της πούμε «ξεκουράσου Χαρούλα...».
Χριστίνα Παπασταθοπούλου
- Απαρηγόρητη η «Εφημερίδα των Συντακτών» για τον αδόκητο χαμό της δημοσιογράφου Χαράς Τζαναβάρα
Ελα όμως που αυτό που άκουσα δεν το χωρούσε ο νους μου. Ελα που η είδηση που μου επιφύλασσε ο εδώ και χρόνια φίλος μου ήταν από αυτές που μόνο αιφνιδιασμό και
οδύνη σού γεννούν. «Εφυγε η Χαρά», μου είπε. «Ποια Χαρά;», τον ρώτησα. «Η Τζαναβάρα», μου απάντησε.
Πάγωσα. Μούδιασα. Επτάμισι χρόνια, από τότε δηλαδή που εκδόθηκε η «Εφημερίδα των Συντακτών», ψυχή της οποίας ήταν η συνεταιρίστρια Χαρά, καθόμασταν στα διπλανά γραφεία. Σχεδόν κολλητά. Ατελείωτες ώρες. Και τα προηγούμενα χρόνια, ούτε θυμάμαι πόσα, στην «Ελευθεροτυπία».
Αριστη επαγγελματίας και γνώστρια των θεμάτων που κάλυπτε όσο κανένας άλλος. Δεν της ξέφευγε τίποτα. Συνεπής στο ρεπορτάζ της μέχρι εκνευρισμού. Σπάνια σηκωνόταν από το γραφείο της, διέκοπτε μόνο για το μεσημεριανό της φαγητό. Αγχωνόταν μη τυχόν και η εφημερίδα χάσει κάποια είδηση. Δυστροπούσε όταν δεν προλάβαινε να γράψει όλα τα θέματα της επικαιρότητας.
Αλλά δεν το έβαζε κάτω. Εφευγε σχετικά νωρίς από την εφημερίδα καθώς πρόσεχε πάντα την υγεία της και συνέχιζε από το σπίτι της. Η χαρά της Χαράς ήταν η οικογένειά της. Η μητέρα της, ο αδελφός της και τ' ανίψια της. Οταν μιλούσε για την Τατιάνα, την Κορίνα και τον ανιψιό της έλαμπαν τα μάτια της.
Δυστυχώς δεν θα μπορέσουμε να την αποχαιρετήσουμε όπως της άξιζε. Αυτό το κακό που μας έχει χτυπήσει την πόρτα δεν μας επιτρέπει να είμαστε δίπλα της στο τελευταίο ταξίδι. Ομως έστω και από μακριά, έστω κι έτσι, αλλά μέσα από την εφημερίδα που αγάπησε και πάλεψε γι' αυτή, θα της πούμε «ξεκουράσου Χαρούλα...».
Χριστίνα Παπασταθοπούλου
- Απαρηγόρητη η «Εφημερίδα των Συντακτών» για τον αδόκητο χαμό της δημοσιογράφου Χαράς Τζαναβάρα