Γράφει ο Παντελής Μπουκάλας
«Ονειρεύεστε μια κοινωνία με τα ΜΑΤ στις εκκλησίες;» ρωτούσε προ εβδομάδος ο κ. Αδωνις Γεωργιάδης τους δημοσιογράφους κάποιου καναλιού. Συνηθισμένη η αγενής επιθετικότητά του, συνηθισμένη και η τάση του ν’ αλλάζει θέμα όταν αδυνατεί να απαντήσει λογικοφανώς στην ερώτηση που του τίθεται. Το πιστοποίησε και με το θορυβοποιό..
φέρσιμό του σε άλλο κανάλι, όπου εξέδωσε απαγορευτικό κατά των «απίστων». Εκεί, ζύγισε σιωπηρά την ισχύ των ποιμένων, μέτρησε και τις ψήφους του ποιμνίου και, με τους υπολογισμούς του τελειωμένους, κήρυξε δύο τινά: Πρώτον, ότι όσοι δεν κοινωνούν και δεν εκκλησιάζονται με τη δική του συχνότητα δεν έχουν δικαίωμα διά να ομιλούν περί θρησκείας και Εκκλησίας. Και δεύτερον, ότι συμμερίζεται τις ιεραρχικές απόψεις περί του ακινδύνου της Θείας Κοινωνίας.
Αν για τις θρησκείες μιλούσαν μόνο οι πιστοί τους, τον Μεσαίωνα δεν θα τον λέγαμε Μεσαίωνα, γιατί θα ήταν ακόμα εδώ, κυρίαρχος. Και ο κ. Γεωργιάδης θα ήταν κάτι πολύ παραπάνω από έναν απλό υπουργό Αναπτύξεως, που δικαιολογεί την αισχροκέρδεια στις μάσκες και στα αντισηπτικά με το κυνικό σόφισμα της «ζήτησης».
Οσο για τα ΜΑΤ, τελικά δεν χρειάστηκαν. Χρειάστηκε να συνειδητοποιήσει ο πρωθυπουργός, με δεκαήμερη καθυστέρηση (και αφού πρώτα έγινε φανερό πως η «θωρακισμένη Ελλάδα» είναι πλάσμα της μυθολογίας), ότι η ραγδαία εξάπλωση του κορωνοϊού δεν αναχαιτίζεται με τους ναούς γεμάτους, και μάλιστα από ανθρώπους βεβαρημένης ηλικίας. Και ότι εκείνο που διακυβεύεται τώρα δεν είναι το αν είμαστε καλοί χριστιανοί ή όχι (άλλωστε, αν ήμασταν τόσο καλοί όσο διατυμπανίζουμε ότι είμαστε, ο κόσμος μας θα ήταν άλλος), αλλά το πόσο θα αντέξουμε στη λαίλαπα. Δηλαδή, πόσο θα προστατεύσουμε τις κατεξοχήν ευάλωτες ομάδες.
Στην Αγγλία τούς ηλικιωμένους τούς παραδίδουν στην «ανοσία της αγέλης», και όποιος ζήσει, έζησε. Εδώ οι συντηρητικότεροι της ιεραρχίας και της πολιτικής επινόησαν την «ανοσία της πίστης». Είναι σαν να πρεσβεύουν με επικίνδυνη αφέλεια ότι ήγγικεν ο καιρός, τώρα που οι χώροι λατρείας άλλων θρησκειών και δογμάτων κλείνουν διεθνώς, να αναδειχθεί η ανωτερότητα του δικού μας δόγματος και να επικυρωθεί η υπεροχή, η μοναδικότητα μάλλον, του δικού μας Θεού. Αν άκουγαν λίγο προσεκτικότερα τον κοινωνικό ψίθυρο, ίσως να καταλάβαιναν ότι το μοιραίο ταξίδι στους Αγίους Τόπους άνοιξε μια τρυπούλα ακόμα και στην ασπίδα πίστης των πιο αποφασισμένων, των βαθύτερα πεπεισμένων. Μια τρυπούλα αμφιβολίας. Ή και παράπονου.
- το κείμενο του Παντελή Μπουκάλα είναι από την Καθημερινή (18.3.2020)
«Ονειρεύεστε μια κοινωνία με τα ΜΑΤ στις εκκλησίες;» ρωτούσε προ εβδομάδος ο κ. Αδωνις Γεωργιάδης τους δημοσιογράφους κάποιου καναλιού. Συνηθισμένη η αγενής επιθετικότητά του, συνηθισμένη και η τάση του ν’ αλλάζει θέμα όταν αδυνατεί να απαντήσει λογικοφανώς στην ερώτηση που του τίθεται. Το πιστοποίησε και με το θορυβοποιό..
φέρσιμό του σε άλλο κανάλι, όπου εξέδωσε απαγορευτικό κατά των «απίστων». Εκεί, ζύγισε σιωπηρά την ισχύ των ποιμένων, μέτρησε και τις ψήφους του ποιμνίου και, με τους υπολογισμούς του τελειωμένους, κήρυξε δύο τινά: Πρώτον, ότι όσοι δεν κοινωνούν και δεν εκκλησιάζονται με τη δική του συχνότητα δεν έχουν δικαίωμα διά να ομιλούν περί θρησκείας και Εκκλησίας. Και δεύτερον, ότι συμμερίζεται τις ιεραρχικές απόψεις περί του ακινδύνου της Θείας Κοινωνίας.
Αν για τις θρησκείες μιλούσαν μόνο οι πιστοί τους, τον Μεσαίωνα δεν θα τον λέγαμε Μεσαίωνα, γιατί θα ήταν ακόμα εδώ, κυρίαρχος. Και ο κ. Γεωργιάδης θα ήταν κάτι πολύ παραπάνω από έναν απλό υπουργό Αναπτύξεως, που δικαιολογεί την αισχροκέρδεια στις μάσκες και στα αντισηπτικά με το κυνικό σόφισμα της «ζήτησης».
Οσο για τα ΜΑΤ, τελικά δεν χρειάστηκαν. Χρειάστηκε να συνειδητοποιήσει ο πρωθυπουργός, με δεκαήμερη καθυστέρηση (και αφού πρώτα έγινε φανερό πως η «θωρακισμένη Ελλάδα» είναι πλάσμα της μυθολογίας), ότι η ραγδαία εξάπλωση του κορωνοϊού δεν αναχαιτίζεται με τους ναούς γεμάτους, και μάλιστα από ανθρώπους βεβαρημένης ηλικίας. Και ότι εκείνο που διακυβεύεται τώρα δεν είναι το αν είμαστε καλοί χριστιανοί ή όχι (άλλωστε, αν ήμασταν τόσο καλοί όσο διατυμπανίζουμε ότι είμαστε, ο κόσμος μας θα ήταν άλλος), αλλά το πόσο θα αντέξουμε στη λαίλαπα. Δηλαδή, πόσο θα προστατεύσουμε τις κατεξοχήν ευάλωτες ομάδες.
Στην Αγγλία τούς ηλικιωμένους τούς παραδίδουν στην «ανοσία της αγέλης», και όποιος ζήσει, έζησε. Εδώ οι συντηρητικότεροι της ιεραρχίας και της πολιτικής επινόησαν την «ανοσία της πίστης». Είναι σαν να πρεσβεύουν με επικίνδυνη αφέλεια ότι ήγγικεν ο καιρός, τώρα που οι χώροι λατρείας άλλων θρησκειών και δογμάτων κλείνουν διεθνώς, να αναδειχθεί η ανωτερότητα του δικού μας δόγματος και να επικυρωθεί η υπεροχή, η μοναδικότητα μάλλον, του δικού μας Θεού. Αν άκουγαν λίγο προσεκτικότερα τον κοινωνικό ψίθυρο, ίσως να καταλάβαιναν ότι το μοιραίο ταξίδι στους Αγίους Τόπους άνοιξε μια τρυπούλα ακόμα και στην ασπίδα πίστης των πιο αποφασισμένων, των βαθύτερα πεπεισμένων. Μια τρυπούλα αμφιβολίας. Ή και παράπονου.
- το κείμενο του Παντελή Μπουκάλα είναι από την Καθημερινή (18.3.2020)