της Ελενας Ακρίτα
Στα χρόνια της μαύρης συμφοράς έπεσαν μάσκες πολλές. Η μια μετά την άλλη. Η κρίση που βάθαινε, παρέσυρε μαζί της μια βλαχοροκοκό ‘νεοκοινωνία’ που μετά βίας ισορροπούσε πάνω στα Manolo της. Ήταν κάτι βαριόμοιροι που θεωρούσαν πως το εισιτήριο για την αστική τάξη είναι μια Kelly της.. Hermès (την οποία by the way μόνο ο Γαβαλάς ξέρει να την κρατάει σωστά.) Ψυχούλες μου μωρέ.
Το περίφημο ‘ξεβλάχεμα’ από τα έντυπα μικροαστών εκδοτών μάς χάρισε γέλιο αβίαστο. Ξέραμε βλέπεις, πως και με τσόκαρο και με Miu Miu, τσόκαρο παραμένεις εις τον αιώνα τον άπαντα. Στην δεκαετία του ’60 έλαμπαν vintage αρχόντισσες όπως η Αμαλία Μεγαπάνου, η Λόλα Ζολώτα, η Μελίνα Μερκούρη. Βάλτε τώρα αυτές δίπλα στα τσολιαδάκια και τις αμαλίες του νέου χρήματος. Γελάει ο κόζμος, ψυχούλες μου μωρέ.
Ο Λάκης Γαβαλάς βρέθηκε στην καρδιά αυτής της κοινωνίας. Όχι ως ψώνιο. Ως καλός επιχειρηματίας. Όλος αυτός ο μικρόκοσμος των παρυφών (ούτε καν στην κορυφή) του Γκστααντ, έγινε για τον Γαβαλά το μέλι στο ψωμί του. Κι έγινε με τρόπο τίμιο και καθαρό. Έστησε μια επιχείρηση-κολοσσό με τριακόσιους εργαζόμενους και τζίρο 100 εκατομμυρίων ετησίως.
Κάποια στιγμή χρεωκόπησε. Όχι γιατί έκανε λαμογιές. Όχι γιατί ξέπλενε μαύρο χρήμα. Χρεωκόπησε γιατί ακόμα και οι πιο οξυδερκείς επιχειρηματίες όπως ο ίδιος δεν μπόρεσαν να διασωθούν από τη δίνη της οικονομικής κρίσης.
Χρεωκόπησε αλλά δεν κρύφτηκε σαν το ποντίκι.
Χρεωκόπησε αλλά δεν το ‘σκασε νύχτα από τη χώρα.
Χρεωκόπησε αλλά δεν πήγε στα παρίσια και τα μαϊάμια να περνάει ζωή χαρισάμενη εις υγείαν των κορόϊδων.
Ο Λάκης Γαβαλάς χρεωκόπησε και πήγε φυλακή. Έμεινε μέσα δεκαπέντε μήνες εξαιρετικά επίπονους για ένα εκκεντρικό άτομο όπως εκείνος. Τουλάχιστον τον πρώτο καιρό. Γιατί μετά τους κέρδισε όλους: φύλακες, προσωπικό, κρατούμενους, όλους – μέχρι και οι Πυρήνες της Φωτιάς τού χάρισαν ένα δερμάτινο ντοσιέ, αμέ;
Κανένας Έλληνας δεν γνωρίζει την μόδα όπως ο Λάκης Γαβαλάς. Από το απέναντι πεζοδρόμιο να σε δει, την διακρίνει τη μαϊμού που σκαρφαλώνει επάνω σου. Δεν τον ξεγελάς με τίποτα. Ο άνθρωπος αυτός αγαπάει τη μόδα, αναπνέει τη μόδα, γνωρίζει τη μόδα σαν την ανάποδη της παλάμης του. Ο Λάκης στη μέση και γύρω γύρω όλοι κάτι φάσιον μπλόγκερς, ινφλουένσερς και στιλίστες που δεν ξέρουν να συνδυάσουν λάχανο με καρότο. Ψυχούλες μου μωρέ.
Πάντα τον εκτιμούσα και μάλιστα πριν λίγα χρόνια είχα γράψει κάτι που το παρεξήγησε. Αποκάλεσα ‘wannabe Γαβαλάδες’ κάτι βαριόμοιρα που ασχολούνταν – ‘ασχολούνται’ λέμε τώρα! – με τη μόδα με τεράστια αποτυχία. Όμως Γαβαλάς μαϊμού δεν υπάρχει. Ο άνθρωπος αυτός εφηύρε τον εαυτό του και δεν κοπιάρεται να χτυπιέσαι. Αυτό εννοούσα. Δεν το κατάλαβε, δεν πειράζει.
Τον είδα στην εκπομπή μόδας του ΣΚΑΙ κι έτσι τα θυμήθηκα όλα αυτά. Γράφω λοιπόν σήμερα για έναν άνθρωπο που αντιμετώπισε με αξιοπρέπεια την οικονομική του τραγωδία. Μετά τη φυλακή βγήκε με το κεφάλι ψηλά και, χωρίς να βαρυγκωμάει ,συνέχισε μια ζωή εντελώς διαφορετική από αυτή που ήξερε. Σήκωσε τα κομψά του μανίκια, δούλεψε και δουλεύει σκληρά γιατί τα χρέη είναι πολλά και δεν αστειεύονται. Αντίθεση με κάτι μπακαλόγατος με ξ-απλώστρα στην Ψυρρού.
Εκτιμώ τον Λάκη Γαβαλά γιατί και στα ψηλά και στα χαμηλά παραμένει άρχοντας. Δεν τον γνωρίζω προσωπικά αλλά από την δημόσια του εικόνα μοιάζει άνθρωπος με χιούμορ, κοφτερό μυαλό και ευγένεια ψυχής.
Εκτιμώ τον Λάκη Γαβαλά γιατί είναι Κύριος. Με ή χωρίς την Hermès του.
- το κείμενο της Ελενας Ακρίτα δημοσιεύτηκε στα ΝΕΑ το Σάββατο (15.02.20)
Στα χρόνια της μαύρης συμφοράς έπεσαν μάσκες πολλές. Η μια μετά την άλλη. Η κρίση που βάθαινε, παρέσυρε μαζί της μια βλαχοροκοκό ‘νεοκοινωνία’ που μετά βίας ισορροπούσε πάνω στα Manolo της. Ήταν κάτι βαριόμοιροι που θεωρούσαν πως το εισιτήριο για την αστική τάξη είναι μια Kelly της.. Hermès (την οποία by the way μόνο ο Γαβαλάς ξέρει να την κρατάει σωστά.) Ψυχούλες μου μωρέ.
Το περίφημο ‘ξεβλάχεμα’ από τα έντυπα μικροαστών εκδοτών μάς χάρισε γέλιο αβίαστο. Ξέραμε βλέπεις, πως και με τσόκαρο και με Miu Miu, τσόκαρο παραμένεις εις τον αιώνα τον άπαντα. Στην δεκαετία του ’60 έλαμπαν vintage αρχόντισσες όπως η Αμαλία Μεγαπάνου, η Λόλα Ζολώτα, η Μελίνα Μερκούρη. Βάλτε τώρα αυτές δίπλα στα τσολιαδάκια και τις αμαλίες του νέου χρήματος. Γελάει ο κόζμος, ψυχούλες μου μωρέ.
Ο Λάκης Γαβαλάς βρέθηκε στην καρδιά αυτής της κοινωνίας. Όχι ως ψώνιο. Ως καλός επιχειρηματίας. Όλος αυτός ο μικρόκοσμος των παρυφών (ούτε καν στην κορυφή) του Γκστααντ, έγινε για τον Γαβαλά το μέλι στο ψωμί του. Κι έγινε με τρόπο τίμιο και καθαρό. Έστησε μια επιχείρηση-κολοσσό με τριακόσιους εργαζόμενους και τζίρο 100 εκατομμυρίων ετησίως.
Κάποια στιγμή χρεωκόπησε. Όχι γιατί έκανε λαμογιές. Όχι γιατί ξέπλενε μαύρο χρήμα. Χρεωκόπησε γιατί ακόμα και οι πιο οξυδερκείς επιχειρηματίες όπως ο ίδιος δεν μπόρεσαν να διασωθούν από τη δίνη της οικονομικής κρίσης.
Χρεωκόπησε αλλά δεν κρύφτηκε σαν το ποντίκι.
Χρεωκόπησε αλλά δεν το ‘σκασε νύχτα από τη χώρα.
Χρεωκόπησε αλλά δεν πήγε στα παρίσια και τα μαϊάμια να περνάει ζωή χαρισάμενη εις υγείαν των κορόϊδων.
Ο Λάκης Γαβαλάς χρεωκόπησε και πήγε φυλακή. Έμεινε μέσα δεκαπέντε μήνες εξαιρετικά επίπονους για ένα εκκεντρικό άτομο όπως εκείνος. Τουλάχιστον τον πρώτο καιρό. Γιατί μετά τους κέρδισε όλους: φύλακες, προσωπικό, κρατούμενους, όλους – μέχρι και οι Πυρήνες της Φωτιάς τού χάρισαν ένα δερμάτινο ντοσιέ, αμέ;
Κανένας Έλληνας δεν γνωρίζει την μόδα όπως ο Λάκης Γαβαλάς. Από το απέναντι πεζοδρόμιο να σε δει, την διακρίνει τη μαϊμού που σκαρφαλώνει επάνω σου. Δεν τον ξεγελάς με τίποτα. Ο άνθρωπος αυτός αγαπάει τη μόδα, αναπνέει τη μόδα, γνωρίζει τη μόδα σαν την ανάποδη της παλάμης του. Ο Λάκης στη μέση και γύρω γύρω όλοι κάτι φάσιον μπλόγκερς, ινφλουένσερς και στιλίστες που δεν ξέρουν να συνδυάσουν λάχανο με καρότο. Ψυχούλες μου μωρέ.
Πάντα τον εκτιμούσα και μάλιστα πριν λίγα χρόνια είχα γράψει κάτι που το παρεξήγησε. Αποκάλεσα ‘wannabe Γαβαλάδες’ κάτι βαριόμοιρα που ασχολούνταν – ‘ασχολούνται’ λέμε τώρα! – με τη μόδα με τεράστια αποτυχία. Όμως Γαβαλάς μαϊμού δεν υπάρχει. Ο άνθρωπος αυτός εφηύρε τον εαυτό του και δεν κοπιάρεται να χτυπιέσαι. Αυτό εννοούσα. Δεν το κατάλαβε, δεν πειράζει.
Τον είδα στην εκπομπή μόδας του ΣΚΑΙ κι έτσι τα θυμήθηκα όλα αυτά. Γράφω λοιπόν σήμερα για έναν άνθρωπο που αντιμετώπισε με αξιοπρέπεια την οικονομική του τραγωδία. Μετά τη φυλακή βγήκε με το κεφάλι ψηλά και, χωρίς να βαρυγκωμάει ,συνέχισε μια ζωή εντελώς διαφορετική από αυτή που ήξερε. Σήκωσε τα κομψά του μανίκια, δούλεψε και δουλεύει σκληρά γιατί τα χρέη είναι πολλά και δεν αστειεύονται. Αντίθεση με κάτι μπακαλόγατος με ξ-απλώστρα στην Ψυρρού.
Εκτιμώ τον Λάκη Γαβαλά γιατί και στα ψηλά και στα χαμηλά παραμένει άρχοντας. Δεν τον γνωρίζω προσωπικά αλλά από την δημόσια του εικόνα μοιάζει άνθρωπος με χιούμορ, κοφτερό μυαλό και ευγένεια ψυχής.
Εκτιμώ τον Λάκη Γαβαλά γιατί είναι Κύριος. Με ή χωρίς την Hermès του.
- το κείμενο της Ελενας Ακρίτα δημοσιεύτηκε στα ΝΕΑ το Σάββατο (15.02.20)