Διαπιστώσεις του Ινστιτούτου Reuters για την κεντρική και
ανατολική Ευρώπη
«Η αυτονομία και η ανεξαρτησία των μέσων ενημέρωσης σε μεγάλα τμήματα της Ευρώπης απειλούνται από πολιτικούς που επιτίθενται λεκτικά σε δημοσιογράφους, αλλά και από άλλους δημοσιογράφους που δυσφημούν και σπιλώνουν συναδέλφους τους οι οποίοι εργάζονται σε αντίπαλα μέσα». Αυτό είναι το συμπέρασμα έκθεσης που..
δημοσίευσε το Ινστιτούτο Reuters (ΕΔΩ) μετά από έρευνα που πραγματοποίησε στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη.
Τα όπλα εναντίον των ανεξάρτητων δημοσιογράφων
Η έρευνα επικεντρώνεται στους λειτουργούς της ερευνητικής δημοσιογραφίας οι οποίοι έχουν αφοσιωθεί στην αποκάλυψη σκανδάλων και υποθέσεων διαφθοράς. Η πλειονότητα αυτών που συμμετείχαν στην έρευνα – πραγματοποιήθηκε μέσω γραπτών ερωτηματολογίων αλλά και συνεντεύξεων σε 16 χώρες – δήλωσαν ότι τα τελευταία τρία χρόνια η ρητορική εναντίον των μέσων ενημέρωσης έχει αυξηθεί σημαντικά.
Έξι είναι οι παράγοντες που εντείνουν την πίεση στους δημοσιογράφους οι οποίοι είναι αποφασισμένοι να παραμείνουν ανεξάρτητοι, μακριά από κομματικά και επιχειρηματικά συμφέροντα:
1. Συστηματική ρητορική εναντίον τους από πολιτικούς και αντίπαλα μίντια.
2. Επιθέσεις (λεκτικές, διαδικτυακές και σωματικές –ακόμη και δολοφονίες) εναντίον των δημοσιογράφων.
3. Απόλυτος έλεγχος των μίντια και εργαλειοποίηση της κρατικής διαφήμισης για την προώθηση συγκεκριμένων θεμάτων.
4. Επιδείνωση του νομικού περιβάλλοντος.
5. Ανησυχίες για τη δυνατότητα του ανεξάρτητου δημοσιογράφου να προστατεύσει τις πηγές του.
6. Έλλειψη συνεργασίας και αλληλεγγύης μεταξύ των δημοσιογράφων.
Τι μπορεί να γίνει;
Στις λύσεις που προκρίνονται στο τέλος της έκθεσης βάσει και πάλι των απαντήσεων που έδωσαν οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι, είναι καταρχάς η αναγνώριση από τους δημοσιογραφικούς οργανισμούς – τόσο στο εσωτερικό της εκάστοτε χώρας όσο και από διεθνείς – της συστηματικής πίεσης που ασκείται στους λειτουργούς της ερευνητικής δημοσιογραφίας.
Θεωρείται ακόμη αναγκαίο να υπάρξει ενημέρωση του κοινού ως προς τα εμπόδια που τίθενται σκοπίμως στους ανεξάρτητους δημοσιογράφους, αλλά και να υπάρξουν ενιαίες, συλλογικές προσπάθειες για την αντιμετώπισή τους.
«Αυτή είναι η στιγμή που οι δημοσιογράφοι πρέπει να παραμείνουν πολιτικά ανεξάρτητοι όντας παράλληλα έτοιμοι να μιλήσουν για την αξία τους στην κοινωνία, με στόχο να πείσουν το κοινό όχι απλώς να βάζει το χέρι στην τσέπη για να στηρίζει την ποιοτική δημοσιογραφία αλλά και να την υπερασπίζεται όταν αυτή δέχεται πυρά», συμπεραίνει η έκθεση.
Η περίπτωση της Ελλάδας
Παρότι στην έρευνα δεν συμμετείχαν Έλληνες δημοσιογράφοι, τονίζεται σε αυτήν ότι «όλες οι χώρες πρέπει να βρίσκονται σε επαγρύπνηση». Εξάλλου, διαβάζοντάς την δίνεται η εντύπωση ότι φωτογραφίζεται η περίπτωση της Ελλάδας, όπου η αποκάλυψη σκανδάλων διαφθοράς αντί να καλωσορίζεται και να προστατεύεται έχει μπει στο στόχαστρο πολιτικών, τραπεζιτών και επιχειρηματιών που αλαζονικά θεωρούν ότι τα κακώς πεπραγμένα (τους) πρέπει να μένουν στο σκοτάδι.
- από το documentonews
«Η αυτονομία και η ανεξαρτησία των μέσων ενημέρωσης σε μεγάλα τμήματα της Ευρώπης απειλούνται από πολιτικούς που επιτίθενται λεκτικά σε δημοσιογράφους, αλλά και από άλλους δημοσιογράφους που δυσφημούν και σπιλώνουν συναδέλφους τους οι οποίοι εργάζονται σε αντίπαλα μέσα». Αυτό είναι το συμπέρασμα έκθεσης που..
δημοσίευσε το Ινστιτούτο Reuters (ΕΔΩ) μετά από έρευνα που πραγματοποίησε στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη.
Τα όπλα εναντίον των ανεξάρτητων δημοσιογράφων
Η έρευνα επικεντρώνεται στους λειτουργούς της ερευνητικής δημοσιογραφίας οι οποίοι έχουν αφοσιωθεί στην αποκάλυψη σκανδάλων και υποθέσεων διαφθοράς. Η πλειονότητα αυτών που συμμετείχαν στην έρευνα – πραγματοποιήθηκε μέσω γραπτών ερωτηματολογίων αλλά και συνεντεύξεων σε 16 χώρες – δήλωσαν ότι τα τελευταία τρία χρόνια η ρητορική εναντίον των μέσων ενημέρωσης έχει αυξηθεί σημαντικά.
Έξι είναι οι παράγοντες που εντείνουν την πίεση στους δημοσιογράφους οι οποίοι είναι αποφασισμένοι να παραμείνουν ανεξάρτητοι, μακριά από κομματικά και επιχειρηματικά συμφέροντα:
1. Συστηματική ρητορική εναντίον τους από πολιτικούς και αντίπαλα μίντια.
2. Επιθέσεις (λεκτικές, διαδικτυακές και σωματικές –ακόμη και δολοφονίες) εναντίον των δημοσιογράφων.
3. Απόλυτος έλεγχος των μίντια και εργαλειοποίηση της κρατικής διαφήμισης για την προώθηση συγκεκριμένων θεμάτων.
4. Επιδείνωση του νομικού περιβάλλοντος.
5. Ανησυχίες για τη δυνατότητα του ανεξάρτητου δημοσιογράφου να προστατεύσει τις πηγές του.
6. Έλλειψη συνεργασίας και αλληλεγγύης μεταξύ των δημοσιογράφων.
Τι μπορεί να γίνει;
Στις λύσεις που προκρίνονται στο τέλος της έκθεσης βάσει και πάλι των απαντήσεων που έδωσαν οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι, είναι καταρχάς η αναγνώριση από τους δημοσιογραφικούς οργανισμούς – τόσο στο εσωτερικό της εκάστοτε χώρας όσο και από διεθνείς – της συστηματικής πίεσης που ασκείται στους λειτουργούς της ερευνητικής δημοσιογραφίας.
Θεωρείται ακόμη αναγκαίο να υπάρξει ενημέρωση του κοινού ως προς τα εμπόδια που τίθενται σκοπίμως στους ανεξάρτητους δημοσιογράφους, αλλά και να υπάρξουν ενιαίες, συλλογικές προσπάθειες για την αντιμετώπισή τους.
«Αυτή είναι η στιγμή που οι δημοσιογράφοι πρέπει να παραμείνουν πολιτικά ανεξάρτητοι όντας παράλληλα έτοιμοι να μιλήσουν για την αξία τους στην κοινωνία, με στόχο να πείσουν το κοινό όχι απλώς να βάζει το χέρι στην τσέπη για να στηρίζει την ποιοτική δημοσιογραφία αλλά και να την υπερασπίζεται όταν αυτή δέχεται πυρά», συμπεραίνει η έκθεση.
Η περίπτωση της Ελλάδας
Παρότι στην έρευνα δεν συμμετείχαν Έλληνες δημοσιογράφοι, τονίζεται σε αυτήν ότι «όλες οι χώρες πρέπει να βρίσκονται σε επαγρύπνηση». Εξάλλου, διαβάζοντάς την δίνεται η εντύπωση ότι φωτογραφίζεται η περίπτωση της Ελλάδας, όπου η αποκάλυψη σκανδάλων διαφθοράς αντί να καλωσορίζεται και να προστατεύεται έχει μπει στο στόχαστρο πολιτικών, τραπεζιτών και επιχειρηματιών που αλαζονικά θεωρούν ότι τα κακώς πεπραγμένα (τους) πρέπει να μένουν στο σκοτάδι.
- από το documentonews