Τρίτη 21 Ιανουαρίου 2020

Δικάζοντας τη μνήμη της Ελευθεροτυπίας

Στην ημερίδα για τα θύματα της τρομοκρατίας που διοργάνωσε το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη στο Πολεμικό Μουσείο, το πάνελ που συνέδεσε το θέμα με τις τέχνες και τα γράμματα, στράφηκε κυρίως εναντίον της ιστορικής εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» και της κοινωνικής επιρροής που κατά ορισμένους ομιλητές άσκησε η δημοσίευση των προκηρύξεων της «17 Νοέμβρη».
Μία εκ των συζητήσεων, με..
συντονιστή τον δημοσιογράφο των «Νέων» Μιχάλη Μητσό αφορούσε στην πρωτότυπη θεματολογία «Η τρομοκρατία υπό την οπτική των τεχνών και των γραμμάτων», με περιεχόμενο που δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε σε τι αφορά εάν-λόγω και πολιτιστικού ρεπορτάζ-δεν την παρακολουθούσαμε. Όμως μάλλον και οι συμμετέχοντες δεν είχαν κατασταλάξει σε τι μπορεί να αφορά η διασύνδεση τρομοκρατίας και γραμμάτων και τεχνών. Αποτέλεσμα; Σ΄ένα κοινό που αποτελούνταν σχεδόν αποκλειστικά από την ΕΛ.ΑΣ (αξιωματούχους της αστυνομίας και φοιτητές της Σχολής της Αστυνομίας) έδωσαν τελείως διαφορετικές εκδοχές.
Οι μόνοι συντονισμένοι ως προς την στόχευσή τους- που δεν είχε όμως να κάνει με τα γράμματα, ούτε με τις τέχνες, αλλά κυρίως με τον Τύπο- ήταν ο δημοσιογράφος Ηλίας Κανέλλης και ο συγγραφέας Χρήστος Χωμενίδης. Ο τελευταίος έκανε ουσιαστικά μία λογοτεχνική-γλωσσική αποτίμηση των προκηρύξεων της «17 Νοέμβρη» επισημαίνοντας την υποδοχή και την επιρροή που άσκησαν κατά καιρούς στην ελληνική κοινωνία και επιχειρώντας να συνδέσει το περιεχόμενο των προκηρύξεων με τον αριστερό ριζοσπαστισμό στο λόγο πολιτικών όπως π.χ.η Ζωή Κωνσταντοπούλου-αν και έσπευσε να διευκρινίσει πώς δεν υπαινίσσεται κάποια άλλου τύπου υπόγεια διασύνδεση.
Ακολούθησε ο Ηλίας Κανέλλης που συνέδεσε «την κοινωνική αμφιθυμία απέναντι στο δολοφονικό φαινόμενο» με τον ρόλο της ιστορικής εφημερίδας «Ελευθεροτυπία». Ο κ. Κανέλλης παρουσίασε μονοσήμαντα και ενώπιον ενός κοινού που δεν ήταν υποχρεωμένο να γνωρίζει την ιστορική πορεία της εφημερίδας, την «Ελευθεροτυπία» ως ένα Μέσον αποκλειστικά υπεύθυνο για την «αντιμετώπιση της ελληνικής τρομοκρατίας με όρους θεάματος». Για να ενισχύσει μάλιστα την άποψή του έκανε λόγο για «δημοσιογράφους που συνομιλούσαν μέσω της εφημερίδας με τρομοκράτες αποκαλώντας τους «ένοπλε σύντροφε» (αναφερόταν στην περίφημη ιστορική διαφωνία του Γιώργου Βότση με τις πρακτικές της «17 Νοέμβρη» μόνον που δεν φρόντισε να επισημάνει ότι επρόκειτο ακριβως περί ηχηρης διαφωνίας).
Κι ακόμα χειρότερα υπαινίχθηκε ότι ο Κίτσος Τεγόπουλος επεδίωκε την φιλοξενία των προκηρύξεων προς ίδιον όφελος (για τις πωλήσεις δηλαδή). «Με τη συγκεκριμένη ταυτότητα ως φωνή της τρομοκρατίας, η Ε διαμόρφωσε κοινωνική συνείδηση και καθιέρωσε ένα ριζοσπαστικό γλωσσάρι», σχολίασε ο κ.Κανέλλης, προσθέτοντας ανερυθρίαστα: «Έζησα με τα χρήματα που έφερναν στην εφημερίδα οι τρομοκράτες γιατί για ένα μεγάλο διάστημα εργαζόμουν κι εγω εκεί».
Καθώς μάλιστα ο κ. Κανέλλης δεν είχε αντίλογο, ουδείς μπορούσε να του επισημάνει ότι κίνητρο του Τεγόπουλου όπως και της «Ε» ενδέχεται να μην ήταν οι... μπίζνες όπως υπαινίχθηκε αλλά η διαρκής δέσμευσή τους έναντι της ελευθερίας του λόγου και του Τύπου, της ουσίας της ελευθεροτυπίας δηλαδή. Και ότι μόνο τους κίνητρο ενδέχεται να ήταν η βαθιά πεποίθηση ότι οι πολίτες είναι νοήμονα όντα που δεν χρειάζονται μεσάζοντες στα μηνύματα που προσλαμβάνουν. Μπορούν να αντιληφθούν τον επικίνδυνο ριζοσπαστισμό και χωρίς τη μεσολάβηση απαγορεύσεων και περιορισμού τη ελευθεροτυπίας.

- από κείμενο της Ναταλί Χατζηαντωνίου στο ethnos.gr (ολόκληρο ΕΔΩ)