του Χρήστου Ξανθάκη
Νόμιζα ότι είχα ξεμπερδέψει απ’ τον Αλτουσέρ στα φοιτητικά μου χρόνια, στη δεκαετία του ογδόντα. Τότε που ήταν υποχρεωτικό για όλη την αριστερή τάση της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος να μαθαίνει απέξω το στόρι για τους Ιδεολογικούς και τους Κατασταλτικούς Μηχανισμούς του Κράτους και να το επαναλαμβάνει παπαγαλία σε κάθε δυνατή..
ευκαιρία. Είχα και δύο φίλους μάλιστα, που κάνανε διαγωνίσματα για το ποιος γνώριζε καλύτερα τις θεωρίες του θείου Λουί -ο ένας παραμένει στο χώρο με μαχητική διάθεση, ο άλλος κονόμησε και προσκυνάει τον Άδωνι τώρα. Θεό σου λέω τον είχαμε κάνει τον Γάλλο φιλόσοφο, αλλά ύστερα του τη βάρεσε και γκούρλωσε τη γυναίκα του και δεν ήταν πια πολύ της μόδας να επικαλείσαι τα λεγόμενα ενός συζυγοκτόνου. Στο χρονοντούλαπο και πολύ του πάει…
Με σχετική έκπληξη λοιπόν, άνοιξα την περασμένη εβδομάδα την «Εφημερίδα των Συντακτών», διάβασα άρθρο του καθηγητή Κύρκου Δοξιάδη για τη διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ και αντίκρισα αναφορά στον Αλτουσέρ. Λέξη προς λέξη:
«Όσο πιο επιτυχημένο είναι ένα ιδεολόγημα τόσο πιο πολύ βιώνεται ως αυτονόητο. Σύμφωνα με τον Λουί Αλτουσέρ, η ίδια η ιδεολογία εν γένει στηρίζεται στην αίσθηση του “αυτονόητου”. Κάτι λοιπόν που έχει επικρατήσει ως “αυτονόητο”, περισσότερο στη νεοφιλελεύθερη εποχή μας αλλά και παλαιότερα, είναι η “αναπόφευκτη” διάκριση μεταξύ “συνέπειας” και “προσγείωσης στην πραγματικότητα”».
Το οποίον δεν είναι παράλογο, για την ακρίβεια πολύ σωστό το βλέπω και μπροσθόβαρο και στρόγγυλο που θα έλεγε κι ένας γνωστός μου με θητεία στο σωφρονιστικό θέρετρο Κερκύρας. Αλλά δεν είναι το θέμα μας αν είχε δίκιο ο Αλτουσέρ όταν υποστήριζε πως η ιδεολογία στηρίζεται στην αίσθηση του «αυτονόητου». Το θέμα μας είναι ο Μπέος!
Για την ακρίβεια το θέμα μας είναι πως κατάφερε και βγήκε από την πρώτη Κυριακή δήμαρχος ο Μπέος στο Βόλο, σε μια πόλη με δημοκρατικές και αγωνιστικές παραδόσεις με προσφυγική και εργατική ιστορία. Εντάξει, καγκελάκια, παρτεράκια, τσιμεντάκια, μπαλονάκια, σημαιάκια, γνωστά είναι τα κουμάντα των δημοτικών αρχόντων που έχουν ειδικευθεί να μεταμορφώνουν τα φύκια σε μεταξωτές κορδέλες. Αλλά αυτή είναι η δική τους πρακτική, δεν οφείλουν να μας δώσουν λογαριασμό και εξηγήσεις. Το θέμα είναι η άλλη πλευρά, οι απέναντί τους και πώς καταφέρνουν να χάσουν τόσο εύκολα τη μπάλα. Και η απάντηση είναι μία, πολύ απλή και στρέτη: Ο Αλτουσέρ φταίει!
Δηλαδή δεν φταίει ο ίδιος ο συγχωρεμένος, ο Θεός να αναπαύσει τη βασανισμένη ψυχή του. Φταίνε οι φωτεινές μορφές της αριστεράς και της προόδου, που αντί να προβληματιστούν για το πως θα αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τη μαγκιά και την κλανιά εξακολουθούν να τσιτάρουν το Γάλλο φιλόσοφο. Να τον τσιτάρουν μέχρι τελικής πτώσεως…
Και ναι, ξέρω τι θα μου πείτε. Ότι το άρθρο του κυρίου καθηγητή απευθυνόταν στους συγκροτημένους αναγνώστες μιας σκεπτόμενης εφημερίδας και όχι στο μέσο μπαγλαμά. Και θα σας απαντήσω με απόλυτη ταπεινότητα, ότι ο μέσος μπαγλαμάς ψηφίζει και αυτός, ότι η ψήφος του μετράει το ίδιο με την ψήφο των μη μπαγλαμάδων και ότι όσο τον περιφρονούμε και τον θεωρούμε παρακατιανό θα ψηφίζει κουτσά, στραβά κι ανάποδα. Ακόμη και από αντίδραση δηλαδή, γιατί του μιλάνε σε μια ξένη γλώσσα αντί να του εξηγούν πέντε πράγματα απλά, στρωτά και κατανοητά.
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost
Νόμιζα ότι είχα ξεμπερδέψει απ’ τον Αλτουσέρ στα φοιτητικά μου χρόνια, στη δεκαετία του ογδόντα. Τότε που ήταν υποχρεωτικό για όλη την αριστερή τάση της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος να μαθαίνει απέξω το στόρι για τους Ιδεολογικούς και τους Κατασταλτικούς Μηχανισμούς του Κράτους και να το επαναλαμβάνει παπαγαλία σε κάθε δυνατή..
ευκαιρία. Είχα και δύο φίλους μάλιστα, που κάνανε διαγωνίσματα για το ποιος γνώριζε καλύτερα τις θεωρίες του θείου Λουί -ο ένας παραμένει στο χώρο με μαχητική διάθεση, ο άλλος κονόμησε και προσκυνάει τον Άδωνι τώρα. Θεό σου λέω τον είχαμε κάνει τον Γάλλο φιλόσοφο, αλλά ύστερα του τη βάρεσε και γκούρλωσε τη γυναίκα του και δεν ήταν πια πολύ της μόδας να επικαλείσαι τα λεγόμενα ενός συζυγοκτόνου. Στο χρονοντούλαπο και πολύ του πάει…
Με σχετική έκπληξη λοιπόν, άνοιξα την περασμένη εβδομάδα την «Εφημερίδα των Συντακτών», διάβασα άρθρο του καθηγητή Κύρκου Δοξιάδη για τη διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ και αντίκρισα αναφορά στον Αλτουσέρ. Λέξη προς λέξη:
«Όσο πιο επιτυχημένο είναι ένα ιδεολόγημα τόσο πιο πολύ βιώνεται ως αυτονόητο. Σύμφωνα με τον Λουί Αλτουσέρ, η ίδια η ιδεολογία εν γένει στηρίζεται στην αίσθηση του “αυτονόητου”. Κάτι λοιπόν που έχει επικρατήσει ως “αυτονόητο”, περισσότερο στη νεοφιλελεύθερη εποχή μας αλλά και παλαιότερα, είναι η “αναπόφευκτη” διάκριση μεταξύ “συνέπειας” και “προσγείωσης στην πραγματικότητα”».
Το οποίον δεν είναι παράλογο, για την ακρίβεια πολύ σωστό το βλέπω και μπροσθόβαρο και στρόγγυλο που θα έλεγε κι ένας γνωστός μου με θητεία στο σωφρονιστικό θέρετρο Κερκύρας. Αλλά δεν είναι το θέμα μας αν είχε δίκιο ο Αλτουσέρ όταν υποστήριζε πως η ιδεολογία στηρίζεται στην αίσθηση του «αυτονόητου». Το θέμα μας είναι ο Μπέος!
Για την ακρίβεια το θέμα μας είναι πως κατάφερε και βγήκε από την πρώτη Κυριακή δήμαρχος ο Μπέος στο Βόλο, σε μια πόλη με δημοκρατικές και αγωνιστικές παραδόσεις με προσφυγική και εργατική ιστορία. Εντάξει, καγκελάκια, παρτεράκια, τσιμεντάκια, μπαλονάκια, σημαιάκια, γνωστά είναι τα κουμάντα των δημοτικών αρχόντων που έχουν ειδικευθεί να μεταμορφώνουν τα φύκια σε μεταξωτές κορδέλες. Αλλά αυτή είναι η δική τους πρακτική, δεν οφείλουν να μας δώσουν λογαριασμό και εξηγήσεις. Το θέμα είναι η άλλη πλευρά, οι απέναντί τους και πώς καταφέρνουν να χάσουν τόσο εύκολα τη μπάλα. Και η απάντηση είναι μία, πολύ απλή και στρέτη: Ο Αλτουσέρ φταίει!
Δηλαδή δεν φταίει ο ίδιος ο συγχωρεμένος, ο Θεός να αναπαύσει τη βασανισμένη ψυχή του. Φταίνε οι φωτεινές μορφές της αριστεράς και της προόδου, που αντί να προβληματιστούν για το πως θα αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τη μαγκιά και την κλανιά εξακολουθούν να τσιτάρουν το Γάλλο φιλόσοφο. Να τον τσιτάρουν μέχρι τελικής πτώσεως…
Και ναι, ξέρω τι θα μου πείτε. Ότι το άρθρο του κυρίου καθηγητή απευθυνόταν στους συγκροτημένους αναγνώστες μιας σκεπτόμενης εφημερίδας και όχι στο μέσο μπαγλαμά. Και θα σας απαντήσω με απόλυτη ταπεινότητα, ότι ο μέσος μπαγλαμάς ψηφίζει και αυτός, ότι η ψήφος του μετράει το ίδιο με την ψήφο των μη μπαγλαμάδων και ότι όσο τον περιφρονούμε και τον θεωρούμε παρακατιανό θα ψηφίζει κουτσά, στραβά κι ανάποδα. Ακόμη και από αντίδραση δηλαδή, γιατί του μιλάνε σε μια ξένη γλώσσα αντί να του εξηγούν πέντε πράγματα απλά, στρωτά και κατανοητά.
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost