Του Κώστα Καλδάρα*
Όταν μου είπαν ότι πέθανε ο Θάνος Μικρούτσικος, δεν το πίστεψα. Αυτοί οι άνθρωποι δεν πεθαίνουν, είπα. Έχει πολλή δύναμη μέσα του, έχει ενέργεια, πάθος και φιλοδοξίες. Αποκλείεται, ο Θάνος δεν έχει κλείσει τον κύκλο του, τους έλεγα. Δεν του φτάνουν του σιχαμένου χρόνου, ο Λαυρέντης, ο Σπανός, ο Σπάθας, ο Ζήκας...;
Ακολούθησαν οι δημοσιεύσεις... ναι, αλλά προχθές εσύ ο ίδιος έγραφες για έναν “ανόητο πυρετό που σε ταλαιπωρεί και σε λίγο θα είσαι πάλι εδώ”... Πείσμωσα σαν ένα παιδί που του αρπάζουν το μέλλον, σαν ένας ηλικιωμένος που του στερούν το παρελθόν.
Θάνο, σε γνωρίζω πολλά χρόνια. Εκτός από τις αριστερές ιδεολογικές μας συγγένειες, τις κοινές συνδικαλιστικές μας δράσεις, εκτός του ότι είμαστε και οι δύο Παναθηναϊκοί, για μένα ήσουν και ο Θάνος του Πηλίου, ο Θάνος του υπουργείου Πολιτισμού, ο Θάνος που αγωνιζόταν για τα πνευματικά μας δικαιώματα, ο Θάνος της ποίησης, ο υπέροχος δημιουργός. Αυτός που κέρδισε με την αξία του την αγάπη και τον σεβασμό του κόσμου αλλά και των συναδέλφων του. Ένας άνθρωπος μαχητής και παράλληλα ρομαντικός, πολιτικοποιημένος και ανεξάρτητος, δημιουργικός και ανήσυχος.
Μας έμαθες να παίζουμε και να τραγουδάμε Μπρεχτ, Μαγιακόφσκι, Χικμέτ, Μπίρμαν, Ρίτσο, Καββαδία, Καβάφη.
Μας έδειξες πώς να σηκώνουμε τις γροθιές μας και να τραντάζουμε τους δρόμους και τις γειτονιές με τα πολιτικά σου τραγούδια.
“Έτσι κι αλλιώς η γη θα γίνει κόκκινη”.
Παρέα προχωρούσαμε άφοβοι, με σαρκασμό, που είχες κι ο ίδιος στη φωνή σου... “Αδέρφια μου, ασφαλίτες, εσείς μόνο τον δικό μου ξέρετε τον πόνο”. Αμφισβητούσαμε, επαναστατούσαμε.
“Κι οι δάσκαλοι της νεολαίας νταντάδες,
κόβουν στα μέτρα τους τους μαθητάδες,
κάθε σημαίας πλαισιώνουν τους ιστούς,
με ιδεώδεις υποτακτικούς,
που είναι στο μυαλό νωθροί,
μα υπακοή έχουν περισσή,
τους έχω βαρεθεί”.
Δακρύσαμε με τον “Σταυρό του Νότου” κι ερωτευτήκαμε... “Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία”... Τι όμορφοι κι απέραντοι οι ποιητές μας μέσα από τη μουσική σου, Θάνο...
Θυμάμαι, απενοχοποιημένοι αριστεροί φοιτητές στο εξωτερικό, βάζαμε στο πικ - απ τη “Γυναίκα” από τον “Σταυρό του Νότου” και χορεύαμε με τις κοπελιές μας. Δεν σου είπα ποτέ, αλλά ξέρω ότι θα το χαιρόσουν.
Ανυπάκουοι, ατρόμητοι, με τη δύναμη από τις μελωδίες σου μπορούσαμε να γυρίσουμε τη Γη ολόκληρη με μια “Πιρόγα” και να βγούμε αγέρωχοι κι αποφασισμένοι στον κόσμο με το βήμα του ζεϊμπέκικου στον αέρα...
“Τα χείλη μου ξερά και διψασμένα, γυρεύουνε στην άσφαλτο νερό”...
Τα χρόνια περνούσαν κι εσύ, Θάνο, συνέχιζες να μας καθορίζεις. “Τροπάρια για φονιάδες”, “Φουέντε Οβεχούνα”, “Εμπάργκο”, “Κρατάει χρόνια αυτή η κολώνια”, “Γραμμές των οριζόντων”, “Συγγνώμη για την άμυνα”...
Έγινες και υπουργός. Θυμάμαι όταν συναντηθήκαμε εκεί στο ΥΠΠΟ κάπου το ‘95 και μέσα σε πέντε λεπτά είχα πάρει μαζί μου την έγκριση για το πρώτο Φεστιβάλ Πάρνηθας και δεν ήμουν ο μόνος. Από αυτή τη θέση δημιούργησες και πρόσφερες πολλά. Καθιέρωσες φεστιβάλ, δομές και εκδηλώσεις που άπλωσαν τον πολιτισμό μας απ’ άκρη σ’ άκρη της Ελλάδας. Και το σημαντικότερο, δεν άφησες τη μουσική σου, δεν εγκλώβισες τη δημιουργική σου ανησυχία σε υπουργικές καρέκλες.
Γράφοντας αυτές τις λέξεις, άρχισα να συνειδητοποιώ την απουσία σου, αλλά όχι την έλλειψή σου.
Κάποιοι ίσως να αναρωτιούνται γιατί όλα αυτά δεν τα λέμε, δεν τα γράφουμε όσο κάποιος είναι στη ζωή. Είναι απλό. Πρώτα απ’ όλα θα με έβριζες. Αλλά το σημαντικότερο είναι, Θάνο, ότι βαδίζαμε πιασμένοι απ’ το χέρι, δυνατοί και ασφαλείς από την παρουσία σου, από την τέχνη σου και τα λόγια αυτά ήταν ήδη γραμμένα στις καρδιές μας.
Η δική μου η γενιά της Μεταπολίτευσης είναι γεμάτη από Θάνο Μικρούτσικο και δεν θα τον αφήσουμε ποτέ να φύγει. Οι επόμενοι όμως; Νιώθω πάλι αυτή την ανασφάλεια... Ποιος θα πάρει τη θέση σου Θάνο; Ποιος θα εκφράσει με ταλέντο, γνώσεις και δουλειά τις ανησυχίες της νέας γενιάς; Ποιον θα πιάσουν απ’ το χέρι και θα αισθανθούν κι αυτοί τη δύναμη, την ασφάλεια, την έκφραση;
Άφησες ένα μεγάλο κενό στο μέλλον. Ο Θάνος Μικρούτσικος είναι αναντικατάστατος. Μην το παίρνεις επάνω σου. Αναντικατάστατοι είναι όλοι όσοι φεύγουν για πολλούς ή λιγότερους. Στις μέρες μας όμως η απώλεια ενός ανθρώπου της τέχνης παίρνει μαζί της και ένα μεγάλο κομμάτι πολιτισμού.
Δεν είμαι απαισιόδοξος, αλλά όταν έφευγε ο Βαμβακάρης, ο Τσιτσάνης, ερχόταν ο Καλδάρας, ο Ζαμπέτας, ο Πάνου, ο Κουγιουμτζής, όταν έφευγε ο Χατζιδάκις είχαμε τον Θεοδωράκη, τον Μαρκόπουλο, τον Λοΐζο, τον Μικρούτσικο, αλλά και τους δικούς μου, τον Σωκράτη, τον Αλκίνοο, τον Θανάση... Τώρα;
Τώρα οι νέοι δημιουργοί βολοδέρνουνε στα κλειστά στούντιο και στις εταιρείες, στις ελάχιστες μουσικές σκηνές, στα ανύπαρκτα πνευματικά δικαιώματα, σε μια θάλασσα υποκουλτούρας που χοροπηδάει κι εκτονώνεται στα σκυλάδικα.
Τώρα, Θάνο μου, είναι πιο δύσκολα τα πράγματα. Το κράτος πυροβολεί τον πολιτισμό, τον ελέγχει, τον απαξιώνει. Τώρα οι δημιουργοί δεν είναι “Υπέροχα μονάχοι” όπως είχες γράψει. Είναι σκέτα “μονάχοι”. Αλλά όπως κι εσύ, που σε όλη σου τη ζωή ήσουν μαχητής κι αισιόδοξος, πιστεύω κι εγώ ότι θα κερδίσουμε κι αυτή τη μάχη, γιατί υπάρχει πολύ ταλέντο στην Ελλάδα και κάποιος νέος καλλιτέχνης θα παίξει στο πιάνο του σε μια μικρή σκηνή κάποια μέρα τον “Νέγρο θερμαστή” και αμέσως μετά θα τραγουδήσει το δικό του καινούργιο τραγούδι και το κοινό που θα τον ακούσει θα ανατριχιάσει, θα δακρύσει, θα ερωτευτεί, θα εξεγερθεί. Γιατί αυτό έκανες κι εσύ.
Το τραγούδι είναι μια μικρή επανάσταση αισθήσεων, μια μικρή έκρηξη στην καθημερινότητά μας, μια μεγάλη συντροφιά σε ολόκληρη τη ζωή μας.
Άντε όμως τώρα, πολλά είπαμε και θ’ αργήσουμε. Πάμε ν’ ακούσουμε έναν νέο καλλιτέχνη που είμαι σίγουρος ότι θ’ αφήσει εποχή...
* Ο Κώστας Καλδάρας είναι συνθέτης- εικαστικός κaι το κείμενό του είναι από την ΑΥΓΗ (06.01.2020)
Όταν μου είπαν ότι πέθανε ο Θάνος Μικρούτσικος, δεν το πίστεψα. Αυτοί οι άνθρωποι δεν πεθαίνουν, είπα. Έχει πολλή δύναμη μέσα του, έχει ενέργεια, πάθος και φιλοδοξίες. Αποκλείεται, ο Θάνος δεν έχει κλείσει τον κύκλο του, τους έλεγα. Δεν του φτάνουν του σιχαμένου χρόνου, ο Λαυρέντης, ο Σπανός, ο Σπάθας, ο Ζήκας...;
Ακολούθησαν οι δημοσιεύσεις... ναι, αλλά προχθές εσύ ο ίδιος έγραφες για έναν “ανόητο πυρετό που σε ταλαιπωρεί και σε λίγο θα είσαι πάλι εδώ”... Πείσμωσα σαν ένα παιδί που του αρπάζουν το μέλλον, σαν ένας ηλικιωμένος που του στερούν το παρελθόν.
Θάνο, σε γνωρίζω πολλά χρόνια. Εκτός από τις αριστερές ιδεολογικές μας συγγένειες, τις κοινές συνδικαλιστικές μας δράσεις, εκτός του ότι είμαστε και οι δύο Παναθηναϊκοί, για μένα ήσουν και ο Θάνος του Πηλίου, ο Θάνος του υπουργείου Πολιτισμού, ο Θάνος που αγωνιζόταν για τα πνευματικά μας δικαιώματα, ο Θάνος της ποίησης, ο υπέροχος δημιουργός. Αυτός που κέρδισε με την αξία του την αγάπη και τον σεβασμό του κόσμου αλλά και των συναδέλφων του. Ένας άνθρωπος μαχητής και παράλληλα ρομαντικός, πολιτικοποιημένος και ανεξάρτητος, δημιουργικός και ανήσυχος.
Μας έμαθες να παίζουμε και να τραγουδάμε Μπρεχτ, Μαγιακόφσκι, Χικμέτ, Μπίρμαν, Ρίτσο, Καββαδία, Καβάφη.
Μας έδειξες πώς να σηκώνουμε τις γροθιές μας και να τραντάζουμε τους δρόμους και τις γειτονιές με τα πολιτικά σου τραγούδια.
“Έτσι κι αλλιώς η γη θα γίνει κόκκινη”.
Παρέα προχωρούσαμε άφοβοι, με σαρκασμό, που είχες κι ο ίδιος στη φωνή σου... “Αδέρφια μου, ασφαλίτες, εσείς μόνο τον δικό μου ξέρετε τον πόνο”. Αμφισβητούσαμε, επαναστατούσαμε.
“Κι οι δάσκαλοι της νεολαίας νταντάδες,
κόβουν στα μέτρα τους τους μαθητάδες,
κάθε σημαίας πλαισιώνουν τους ιστούς,
με ιδεώδεις υποτακτικούς,
που είναι στο μυαλό νωθροί,
μα υπακοή έχουν περισσή,
τους έχω βαρεθεί”.
Δακρύσαμε με τον “Σταυρό του Νότου” κι ερωτευτήκαμε... “Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία”... Τι όμορφοι κι απέραντοι οι ποιητές μας μέσα από τη μουσική σου, Θάνο...
Θυμάμαι, απενοχοποιημένοι αριστεροί φοιτητές στο εξωτερικό, βάζαμε στο πικ - απ τη “Γυναίκα” από τον “Σταυρό του Νότου” και χορεύαμε με τις κοπελιές μας. Δεν σου είπα ποτέ, αλλά ξέρω ότι θα το χαιρόσουν.
Ανυπάκουοι, ατρόμητοι, με τη δύναμη από τις μελωδίες σου μπορούσαμε να γυρίσουμε τη Γη ολόκληρη με μια “Πιρόγα” και να βγούμε αγέρωχοι κι αποφασισμένοι στον κόσμο με το βήμα του ζεϊμπέκικου στον αέρα...
“Τα χείλη μου ξερά και διψασμένα, γυρεύουνε στην άσφαλτο νερό”...
Τα χρόνια περνούσαν κι εσύ, Θάνο, συνέχιζες να μας καθορίζεις. “Τροπάρια για φονιάδες”, “Φουέντε Οβεχούνα”, “Εμπάργκο”, “Κρατάει χρόνια αυτή η κολώνια”, “Γραμμές των οριζόντων”, “Συγγνώμη για την άμυνα”...
Έγινες και υπουργός. Θυμάμαι όταν συναντηθήκαμε εκεί στο ΥΠΠΟ κάπου το ‘95 και μέσα σε πέντε λεπτά είχα πάρει μαζί μου την έγκριση για το πρώτο Φεστιβάλ Πάρνηθας και δεν ήμουν ο μόνος. Από αυτή τη θέση δημιούργησες και πρόσφερες πολλά. Καθιέρωσες φεστιβάλ, δομές και εκδηλώσεις που άπλωσαν τον πολιτισμό μας απ’ άκρη σ’ άκρη της Ελλάδας. Και το σημαντικότερο, δεν άφησες τη μουσική σου, δεν εγκλώβισες τη δημιουργική σου ανησυχία σε υπουργικές καρέκλες.
Γράφοντας αυτές τις λέξεις, άρχισα να συνειδητοποιώ την απουσία σου, αλλά όχι την έλλειψή σου.
Κάποιοι ίσως να αναρωτιούνται γιατί όλα αυτά δεν τα λέμε, δεν τα γράφουμε όσο κάποιος είναι στη ζωή. Είναι απλό. Πρώτα απ’ όλα θα με έβριζες. Αλλά το σημαντικότερο είναι, Θάνο, ότι βαδίζαμε πιασμένοι απ’ το χέρι, δυνατοί και ασφαλείς από την παρουσία σου, από την τέχνη σου και τα λόγια αυτά ήταν ήδη γραμμένα στις καρδιές μας.
Η δική μου η γενιά της Μεταπολίτευσης είναι γεμάτη από Θάνο Μικρούτσικο και δεν θα τον αφήσουμε ποτέ να φύγει. Οι επόμενοι όμως; Νιώθω πάλι αυτή την ανασφάλεια... Ποιος θα πάρει τη θέση σου Θάνο; Ποιος θα εκφράσει με ταλέντο, γνώσεις και δουλειά τις ανησυχίες της νέας γενιάς; Ποιον θα πιάσουν απ’ το χέρι και θα αισθανθούν κι αυτοί τη δύναμη, την ασφάλεια, την έκφραση;
Άφησες ένα μεγάλο κενό στο μέλλον. Ο Θάνος Μικρούτσικος είναι αναντικατάστατος. Μην το παίρνεις επάνω σου. Αναντικατάστατοι είναι όλοι όσοι φεύγουν για πολλούς ή λιγότερους. Στις μέρες μας όμως η απώλεια ενός ανθρώπου της τέχνης παίρνει μαζί της και ένα μεγάλο κομμάτι πολιτισμού.
Δεν είμαι απαισιόδοξος, αλλά όταν έφευγε ο Βαμβακάρης, ο Τσιτσάνης, ερχόταν ο Καλδάρας, ο Ζαμπέτας, ο Πάνου, ο Κουγιουμτζής, όταν έφευγε ο Χατζιδάκις είχαμε τον Θεοδωράκη, τον Μαρκόπουλο, τον Λοΐζο, τον Μικρούτσικο, αλλά και τους δικούς μου, τον Σωκράτη, τον Αλκίνοο, τον Θανάση... Τώρα;
Τώρα οι νέοι δημιουργοί βολοδέρνουνε στα κλειστά στούντιο και στις εταιρείες, στις ελάχιστες μουσικές σκηνές, στα ανύπαρκτα πνευματικά δικαιώματα, σε μια θάλασσα υποκουλτούρας που χοροπηδάει κι εκτονώνεται στα σκυλάδικα.
Τώρα, Θάνο μου, είναι πιο δύσκολα τα πράγματα. Το κράτος πυροβολεί τον πολιτισμό, τον ελέγχει, τον απαξιώνει. Τώρα οι δημιουργοί δεν είναι “Υπέροχα μονάχοι” όπως είχες γράψει. Είναι σκέτα “μονάχοι”. Αλλά όπως κι εσύ, που σε όλη σου τη ζωή ήσουν μαχητής κι αισιόδοξος, πιστεύω κι εγώ ότι θα κερδίσουμε κι αυτή τη μάχη, γιατί υπάρχει πολύ ταλέντο στην Ελλάδα και κάποιος νέος καλλιτέχνης θα παίξει στο πιάνο του σε μια μικρή σκηνή κάποια μέρα τον “Νέγρο θερμαστή” και αμέσως μετά θα τραγουδήσει το δικό του καινούργιο τραγούδι και το κοινό που θα τον ακούσει θα ανατριχιάσει, θα δακρύσει, θα ερωτευτεί, θα εξεγερθεί. Γιατί αυτό έκανες κι εσύ.
Το τραγούδι είναι μια μικρή επανάσταση αισθήσεων, μια μικρή έκρηξη στην καθημερινότητά μας, μια μεγάλη συντροφιά σε ολόκληρη τη ζωή μας.
Άντε όμως τώρα, πολλά είπαμε και θ’ αργήσουμε. Πάμε ν’ ακούσουμε έναν νέο καλλιτέχνη που είμαι σίγουρος ότι θ’ αφήσει εποχή...
* Ο Κώστας Καλδάρας είναι συνθέτης- εικαστικός κaι το κείμενό του είναι από την ΑΥΓΗ (06.01.2020)