Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2020

Πώς οι εφημερίδες θα βρουν έσοδα και αναγνώστες

Ο Κώστας Ντελέζος γράφει για την ενίσχυση του Έντυπου Τύπου - Tι γίνεται στο εξωτερικό

Επειδή πολλή κουβέντα γίνεται τελευταία για την "Ενίσχυση του Έντυπου Τύπου", καλό θα είναι οι κυβερνώντες να δουν και τις πρακτικές που ακολουθούν άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Τις πρακτικές αυτές καταγράφει σε εισήγησή του ο δημοσιογράφος Κώστας Ντελέζος, μέλος Δ.Σ του ΕΔΟΕΑΠ και
μέλος του Μεικτού Συμβουλίου..
της ΕΣΗΕΑ. Εισήγηση την οποία είχε παρουσιάσει τον Ιανουάριο του 2018, στο Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ, σε διεθνή συνάντηση με τη συμμετοχή των προέδρων της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων και Ενώσεων Συντακτών από ευρωπαϊκές χώρες.
Ο Κώστας Ντελέζος γράφει:
Στόχος της συνάντησης αυτής, ήταν η τότε κυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ) να υιοθετήσει μια δέσμη μέτρων για τον χιμαζόμενο ελληνικό Τύπο, κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Αντί γι αυτό, είδαμε Κρέτσος κ.λ.π να παρουσιάζουν προεκλογικά ένα σχέδιο κυρίως για την ενίσχυση με ζεστό χρήμα κάποιων μέσων, το οποίο ωστόσο, δεν είχε καμιά σχέση με τα εφαρμοζόμενα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Το σχέδιο αυτό βρήκε έτοιμο η σημερινή κυβέρνηση, η οποία έκρινε ότι θα έπρεπε να βάλει τη δική της "πινελιά", με αποτέλεσμα να οδηγηθούμε στο γνωστό αδιέξοδο!
Το πλέον άδικο θα ήταν, υπό το βάρος του πολιτικού κόστους να ακυρωθεί κάθε μέτρο στήριξης των εφημερίδων, παρότι το έχουν ανάγκη, καθώς πλήττονται σφοδρά από μια σειρά στρεβλώσεις και παθογένειες.
Στο κείμενό μου -παρότι είναι εκτενές- αξίζει να δει κανείς κυρίως τί κάνουν οι άλλοι Ευρωπαίοι. Στο πλαίσιο αυτό θα μπορούσε να γίνει μια διεξοδική συζήτηση με τη σημερινή κυβέρνηση, προκειμένου να διαμορφωθούν και στη χώρα μας διάφανοι κανόνες στήριξης του ελληνικού Τύπου, κανόνες που δεν θα νοθεύουν τον ανταγωνισμό και θα ενισχύουν τη Δημοκρατία.

Η ΕΙΣΗΓΗΣΗ
Παρέμβαση του Κώστα Ντελέζου στη συζήτηση του Μορφωτικού Ιδρύματος της ΕΣΗΕΑ για τα μέτρα ενίσχυσης του Τύπου

Για την κρίση του Τύπου πολλά έχουν ειπωθεί. Λίγα όμως, έχουν γραφτεί σε σχέση με το τί θα μπορούσε να αλλάξει απέναντι στην κουλτούρα της ανάγνωσης εφημερίδων, της καλλιέργειας εμπιστοσύνης στα ΜΜΕ, της παραγωγής πλούτου ιδεών και απόψεων, της προάσπισής τους.
Τα παραδοσιακά και με ιστορική πορεία ΜΜΕ θα μπορούσαν να είναι το «ανοσοποιητικό σύστημα» σε έναν δημόσιο διάλογο, που πολλές φορές μέσα στην κρίση, το δηλητήριο και η προπαγάνδα θερίζουν.
Ο Τύπος δεν μπορεί να μείνει όπως τον συνηθίσαμε. Είτε υπήρχε η κρίση είτε όχι, οι τεχνολογικές εξελίξεις (Διαδίκτυο, κ.λ.π) είναι βέβαιο ότι θα άλλαζαν την μορφή και τη φυσιογνωμία των ΜΜΕ. Η κρίση απλώς το επίσπευσε.
Δεν είναι τωρινή η κρίση στη βιομηχανία της Ενημέρωσης. Από το 1989 οι εφημερίδες έχασαν το 80% της κυκλοφορίας τους. Τότε δεν ίδρωσε το αυτί κανενός. Δεν ανησύχησαν οι εκδότες ούτε και οι δημοσιογράφοι. Αντί να βελτιώσουν το προϊόν, να του προσθέσουν γνώση κι εγκυρότητα, προσέθεσαν προσφορές και κουπόνια. Την ίδια στιγμή, η τεχνολογία επέτρεψε τη διάχυση των πληροφοριών παντού, δωρεάν και συχνά χωρίς το δημοσιογραφικό φίλτρο του ελέγχου της αξιοπιστίας τους.
Δεν χωρά καμιά αμφιβολία ότι τα ΜΜΕ φέρουν μεγάλη ευθύνη. Κι όχι μόνο σε επίπεδο ιδιοκτησίας-διοίκησης. Υπήρξαν περιπτώσεις ΜΜΕ που αφέθηκαν στην ευκολία του «πλασιέ» επικοινωνιακών πολιτικών και οικονομικών ντιλ.
Η κριτική στην εξουσία ταυτίστηκε είτε με την εύκολη δημαγωγία είτε με την υποταγή στις εκάστοτε κομματικές πεποιθήσεις και ανάγκες. Τεράστιες είναι και οι ευθύνες του πολιτικού συστήματος, στο πλαίσιο της σχέσης «δούναι και λαβείν».
Στην εποχή του post truth politics, της ανωνυμίας, του χύδην υβρεολογίου κατά πάντων, τα ΜΜΕ έχουν τώρα τη δική τους ευθύνη. Να ανεβάσουν τις πωλήσεις τους με γνώμονα την αξιοπιστία, την real truth politics.
Από την πλευρά τους, οι αναγνώστες έχουν την «ευθύνη» να επιβραβεύουν την αξιοπιστία, να ψάχνουν πέρα από το πολιτικό ρεπορτάζ και το πρωτοσέλιδο και τις μέσα σελίδες, τα πολιτιστικά, το ελεύθερο ρεπορτάζ κλπ. Να ακούνε το ραδιόφωνο όχι για να ντοπάρονται με τη “γραμμή”, αλλά για να ενημερώνονται ουσιαστικά. Μην ξεχνάμε ότι ακόμα και η Τεχνολογία, τα Wkileaks, όταν θέλησε να κάνει τη δουλειά της πιο σοβαρή και γνωστή, τα παραδοσιακά ΜΜΕ χρησιμοποίησε…

Η ευρωπαϊκή εμπειρία

Είναι δεδομένο ότι οικονομική κρίση από το 2008 έπληξε πανευρωπαϊκά τον τομέα του Tύπου σε μεγάλο βαθμό. Υπήρξε αισθητή μείωση τόσο του αριθμού των εκδιδόμενων εφημερίδων όσο και των πωλήσεών τους.
Προσπαθώντας να αντιδράσουν σε αυτό το πλήγμα, ευρωπαϊκά κράτη όπως η Γαλλία, η Ιταλία και η Σουηδία έλαβαν μέτρα στήριξης του Τύπου, με άμεσες ή έμμεσες επιδοτήσεις, με στόχο την ενίσχυση των πωλήσεων και τη διευκόλυνση της παραγωγής και της διανομής εφημερίδων.
Βέβαια, συστήματα άμεσων και κυρίως έμμεσων δημόσιων επιδοτήσεων στον Τύπο, βρίσκονται σε ισχύ εδώ και δεκαετίες σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης.
Το είδος και το ύψος των ενισχύσεων διαφέρουν ανάλογα με τις παραδοσιακές δομές του Τύπου σε κάθε χώρα, όμως κοινή πρακτική είναι οι ενισχύσεις στον έντυπο Τύπο (χαρτί) και στις δημόσιες τηλεοράσεις (μέσω του ειδικού τέλους), χωρίς να αποκλείονται ενισχύσεις και σε άλλα είδη ΜΜΕ.
Παραδοσιακά, τα συστήματα ενίσχυσης του Τύπου περιλάμβαναν μειωμένο ΦΠΑ στις πωλήσεις, επιδότηση της μεταφοράς του Τύπου, ενίσχυση των πρακτορείων διανομής, μειωμένα τηλεπικοινωνιακά τέλη, αλλά και ειδικές ενισχύσεις σε μικρές εφημερίδες γνώμης, για την τόνωση του πλουραλισμού.
Συνήθως, ενισχύονται οι εφημερίδες με τη θέσπιση μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ ή μειωμένων ταχυδρομικών τελών. Ενδεικτικά αναφέρεται, ότι ο συντελεστής ΦΠΑ για τις εφημερίδες στο Βέλγιο είναι μηδενικός, στη Γαλλία 2,1%, στην Ιταλία 4%, στη Σουηδία 6%, στη Γερμανία 7% και στην Εσθονία 9%.
  • Ως προς τις βέλτιστες πρακτικές για την ενίσχυση του Tύπου και εν γένει της πολυφωνίας και της καινοτομίας, αξίζει να αναφερθεί ότι στην Ολλανδία, ήδη, από το 1974 έχει ιδρυθεί Κρατικό Ταμείο για την οικονομική ενίσχυση, ιδίως μικρών εφημερίδων, που αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης.
  • Το ταμείο αυτό, λειτουργεί, σε κάποιο βαθμό, ως ανάχωμα στην συγκέντρωση του Τύπου σε λίγους ιδιοκτήτες. Το εν λόγω Ταμείο στοχεύει στην υποστήριξη καινοτόμων δράσεων, ιδίως μικρών δημοσιογραφικών μέσων και αντίστοιχων επιχειρήσεων που βρίσκονται σε αρχικό στάδιο σύστασης, καθώς δε διαθέτουν την απαραίτητη εμπειρία και τις απαραίτητες οικονομικές πηγές για την ανάπτυξή τους.
  • Ομοίως, το Ηνωμένο Βασίλειο επενδύει σημαντικά ποσά στην υποστήριξη της εκπαίδευσης προσωπικού σε ψηφιακά συστήματα μέσων ενημέρωσης, στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας μικρών μέσων ενημέρωσης, στην υποστήριξη καινοτόμων δικτύων μέσων ενημέρωσης, αλλά και της παραγωγής και διανομής προγραμμάτων που προβάλλουν τον πολιτισμό και την τέχνη.
  • Σύμφωνα με έρευνα του Reuters Institute for the Study of Journalism, η ετήσια στήριξη του Δημοσίου προς τα ΜΜΕ κυμαίνεται κατά κεφαλήν από το υψηλό των 130 ευρώ τον χρόνο στη Φινλανδία, στο ευρωπαϊκό χαμηλό των 43 ευρώ το χρόνο στην Ιταλία, ενώ στις ΗΠΑ δεν ξεπερνά τα 5,2 ευρώ ανά κάτοικο, κυρίως για έντυπες εκδόσεις.
  • Η Γαλλία, ακολουθεί σύστημα ενισχύσεων εδώ και πολλές δεκαετίες, με στόχο τον εκσυγχρονισμό των επιχειρήσεων, την ανάπτυξη της διανομής και την υπεράσπιση της πολυφωνίας. Το γαλλικό «Στρατηγικό Ταμείο για την Ανάπτυξη του Τύπου» που ιδρύθηκε το 2012, στηρίζει, μέσω άμεσων βοηθημάτων του κράτους, σχέδια καινοτομίας, αύξησης της παραγωγικότητας μέσω του βιομηχανικού εκσυγχρονισμού και σχέδια ψηφιακής ανάπτυξης. Στις άμεσες επιδοτήσεις περιλαμβάνεται η ενίσχυση της διανομής του Τύπου και η οικονομική ενίσχυση σε εκδόσεις πολιτικού και γενικού περιεχομένου σε εθνικό επίπεδο με περιορισμένα έσοδα από τη διαφήμιση, για τη διατήρηση της πολυφωνίας. Στις έμμεσες επιδοτήσεις περιλαμβάνεται ο μειωμένος ΦΠΑ (2,1% επί των πωλήσεων και 5,5% στην εκτύπωση), η απαλλαγή από τον Φόρο Ακίνητης Περιουσίας, η επιδότηση των ταχυδρομικών τελών. Επίσης, έχουν θεσπιστεί μειωμένες εισφορές κοινωνικής ασφάλισης για κατηγορίες εργαζομένων στην αλυσίδα του Τύπου.
  • Η Ιταλία, μεταρρύθμισε το πλαίσιο των δημόσιων ενισχύσεων στα ΜΜΕ το 2016, οπότε και ιδρύθηκε το «Ταμείο για τον Πλουραλισμό και την Καινοτομία στην Ενημέρωση», όπου συγκεντρώνονται επιμέρους κονδύλια για την ενίσχυση του Τύπου και των ΜΜΕ.
  • Μόνο το 2016 και μόνο για τη στήριξη των εκδόσεων, το κονδύλι άγγιξε τα 155 εκατ. ευρώ. Για τοπικούς ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς, οι κρατικοί πόροι έφτασαν τα 50 εκατ. ευρώ, ενώ προβλέπεται και συνεισφορά αλληλεγγύης στην ενημέρωση ύψους 0,1% επί των διαφημιστικών εσόδων (κάτι σαν το δικό μας Αγγελιόσημο). Την τριετία 2014-2016, είχαν προβλεφθεί πόροι ύψους 120 εκατ. ευρώ.
  • Στο Βέλγιο, είναι θεσμοθετημένη η διαρκής υποστήριξη του έντυπου Τύπου που περιλαμβάνει μειωμένο ΦΠΑ, ταχυδρομικές ατέλειες κ.ά. Το 2015, μόνο για τον γαλλόφωνο ημερήσιο Τύπο διατέθηκαν 7,6 εκατ. ευρώ ως άμεση ενίσχυση, με κριτήρια την τήρηση της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, την επιμόρφωση του προσωπικού, την εφαρμογή των συμβάσεων εργασίας, τη χρήση νέων τεχνολογιών κ.ά.
  • Στη Γερμανία, δεν υπάρχει άμεση κρατική ενίσχυση του Τύπου, υπάρχει ωστόσο έμμεση υποστήριξη, όπως π.χ. μειωμένος ΦΠΑ (7% αντί 19%) και μειωμένα ταχυδρομικά τέλη.
  • Στην Αυστρία, βάσει νόμου προβλέπονται οικονομικές επιχορηγήσεις στις εφημερίδες με στόχο την ενίσχυση της πολυφωνίας. Ένα μέρος διατίθεται για την ενίσχυση της κυκλοφορίας των εφημερίδων (το 2016 διατέθηκαν 3,8 εκατ. σε 48 εφημερίδες), ένα μέρος διατίθεται για την ενίσχυση της πολυφωνίας στον ημερήσιο Περιφερειακό Τύπο (δόθηκαν 3 εκατ. σε 5 εφημερίδες) και ένα μέρος διατίθεται για την ενίσχυση της ποιότητας και των μελλοντικών προοπτικών του Τύπου (1,5 εκατ. σε 51 φορείς). Επίσης, προβλέπεται επιχορήγηση για την κάλυψη του κόστους διατήρησης των ανταποκριτών στο εξωτερικό και επιστροφή του 10% της τιμής των εφημερίδων που διανέμονται δωρεάν στα σχολεία.
  • Η Σουηδία, όπως και όλες οι σκανδιναβικές χώρες, έχει ισχυρό Τύπο, ωστόσο προβλέπει επιδοτήσεις για την ενίσχυση της πολυφωνίας. Επιχειρησιακές και λειτουργικές επιδοτήσεις χορηγούνται σε έντυπες ή ηλεκτρονικές εφημερίδες. Επιδοτήσεις για τη διανομή των εφημερίδων δίνονται και για την προώθηση της συνεργασίας μεταξύ των εφημερίδων στον τομέα της ενίσχυσης της διανομής τους. Αναπτυξιακές επιδοτήσεις στοχεύουν στην ανάπτυξη της ηλεκτρονικής μορφής, με υψηλής ποιότητας συντακτικό περιεχόμενο.
  • Στην Ισπανία, τα ιδιωτικά ΜΜΕ επιδοτούνται από τις αυτόνομες κοινότητες ξεχωριστά (μέσω κρατικής διαφήμισης) προκειμένου να προωθούν την τοπική γλώσσα. Αυτόνομες κοινότητες όπως της Καταλωνίας, της Βαλένθια, της Γαλικίας και της Ανδαλουσίας έχουν θεσπίσει ειδική νομολογία για την προστασία της τοπικής γλώσσας τους και την επιδότηση ΜΜΕ γι’ αυτόν τον σκοπό.
Οι αδυναμίες της Ελλάδας

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, όπου η ανεργία των δημοσιογράφων καλπάζει άνω του 40%, η σημασία της ενίσχυσης των ΜΜΕ αποκτά ιδιαίτερη αξία, δεδομένου ότι η χώρα μας βρίσκεται χαμηλά σε σχέση με τις χώρες της Ευρώπης και στον τομέα της πολυφωνίας και της ανεξαρτησίας των ΜΜΕ. Είναι ενδεικτικό, ότι με βάση σχετικές έρευνες, οι εργοδότες των ελληνικών ΜΜΕ παρεμβαίνουν συχνά στο έργο των εργαζομένων στα ΜΜΕ, ενώ τα ελληνικά ΜΜΕ χαρακτηρίζονται σε μεγάλο βαθμό για την πολιτική τους μεροληψία.
Επίσης, η Ελλάδα παρουσιάζει υψηλούς δείκτες επικινδυνότητας σε ό,τι αφορά τη διαπλοκή ιδιοκτητών ΜΜΕ με την πολιτική εξουσία, αλλά και το βαθμό ανεξαρτησίας των Δημοσίων Υπηρεσιών Ενημέρωσης, καθώς η χορήγηση των αδειών σε αυτές τις υπηρεσίες, γίνεται δίχως καν δημόσια διαβούλευση.
Είναι ενδεικτικό ότι η Ελλάδα διαθέτει μόνο ένα εθνικό Πρακτορείο Ειδήσεων, που βρίσκεται στην ιδιοκτησία της εκάστοτε κυβέρνησης, ενώ η κυβέρνηση αναμειγνύεται τόσο στο διορισμό του προσωπικού όσο και στη διαμόρφωση της πολιτικής του γραμμής.
Στην ίδια μοίρα βρίσκεται και η δημόσια Ραδιοτηλεόραση, η οποία επιπροσθέτως δεν παρέχει ούτε τις ελάχιστες ποσοστώσεις υπέρ των τοπικών ή περιφερειακών ενοτήτων στην παραγωγή και διανομή του προγράμματός της.
Την ίδια στιγμή, το ποσοστό συμμετοχής των περιφερειακών Μέσων Ενημέρωσης στην κατανομή της συνολικής διαφημιστικής δαπάνης του ευρύτερου δημοσίου είναι τουλάχιστον 30%.

Προτάσεις βέλτιστων πρακτικών

Βέλτιστες πρακτικές με βάση την ευρωπαϊκή εμπειρία, θα μπορούσαν να εφαρμοστούν και στην Ελλάδα για την ενίσχυση του Τύπου και κυρίως των εφημερίδων.
Στο πλαίσιο αυτό, είναι απαραίτητο να υπάρξει αφενός ένας σαφής ορισμός της έννοιας του ενημερωτικού μέσου, έτσι ώστε αυτά να απολαμβάνουν και τα αντίστοιχα δικαιώματα και υποχρεώσεις. Ο χαρακτηρισμός «ενημερωτικό» θα πρέπει να δίδεται μόνο κατόπιν τεκμηριωμένης εξακρίβωσης της τήρησης συγκεκριμένων χαρακτηριστικών.
Αφετέρου, τα αμιγώς ηλεκτρονικά ΜΜΕ θα πρέπει και αυτά να πληρούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις για να θεωρούνται ενημερωτικά. Πέραν του περιεχομένου τους, θα πρέπει να έχουν φορολογική και ασφαλιστική ενημερότητα, ξεκάθαρο ιδιοκτησιακό καθεστώς και νόμιμους όρους απασχόλησης του προσωπικού.
Για το χώρο του Τύπου, λοιπόν, θα μπορούσε να υιοθετηθεί ένα πλαίσιο οικονομικής ενίσχυσης με δίκαιη κατανομή της κρατικής επιδότησης των ΜΜΕ υπέρ της πολυφωνίας και του υγιούς ανταγωνισμού, που θα βασίζεται αυστηρά στο ανταποδοτικό όφελος των μέσων για την κοινωνία και τους πολίτες της.
Οι εν λόγω επιδοτήσεις θα πρέπει να παρέχονται με διαφανείς όρους, κυρίως προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης της απασχόλησης, της ποιότητας και της υγιούς επιχειρηματικότητας.
Μάλιστα, για τη διασφάλιση του υγιούς ανταγωνισμού, είναι αναγκαίος ο αυστηρός έλεγχος σε όλα τα ΜΜΕ για το σεβασμό των εργασιακών δικαιωμάτων, για τη συνεπή πληρωμή μισθών και εισφορών, για τη μετεκπαίδευση και εξέλιξη του προσωπικού, για την αποδοτική χρήση πιθανών επιδοτήσεων.

Tο «σχέδιο De Minimis»

Στο πλαίσιο στήριξης του έντυπου Τύπου, δηλαδή των εφημερίδων, θα μπορούσαμε να πάμε αρχικά στην εκπόνηση και εφαρμογή ενός σχεδίου «Καταβολών Ήσσονος Σημασίας» (De Minimis), ακολουθώντας το παράδειγμα της Κύπρου.
Το συγκεκριμένο σχέδιο θα μπορούσε να βασιστεί στον Ευρωπαϊκό Κανονισμό αναφορικά με την εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαίτερα στις Ενισχύσεις Ήσσονος Σημασίας (De Minimis).
Βασικός στόχος του Σχεδίου θα πρέπει να είναι η διατήρηση της πολυφωνίας, ειδικότερα των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης όπως είναι οι εφημερίδες, ούτως ώστε να προστατευθεί ο πλουραλισμός, η ελευθερία της έκφρασης, η Δημοκρατία, το δικαίωμα των πολιτών στην πληροφόρηση.
Παράλληλα, το Σχέδιο θα πρέπει να στοχεύει στη διασφάλιση της ποιότητας της πληροφόρησης που διακινείται μέσω του Διαδικτύου, που ενίοτε οδηγεί σε παραπληροφόρηση, αλλά και στην αναπαραγωγή ειδήσεων που πλήττουν την πρωτογενή αρθρογραφία.
Δικαιούχοι της Ενίσχυσης θα είναι πανελλαδικής κυκλοφορίας καθημερινές και εβδομαδιαίες (Κυριακάτικες) εφημερίδες, που απασχολούν σε μόνιμη βάση και με Σύμβαση Εργασίας συγκεκριμένο ελάχιστο αριθμό δημοσιογράφων μέλη των Ενώσεων Συντακτών (π.χ 60 -100 δημοσιογράφους ανά μέσο/τίτλο) και βρίσκονται σε κυκλοφορία τουλάχιστον τα τελευταία τρία χρόνια.
Είναι σημαντικό τα ενισχυόμενα ΜΜΕ να διαθέτουν περιεχόμενο που θα καλύπτει πρωτογενή αρθρογραφία και ειδησεογραφία γενικού ενδιαφέροντος, καθώς και να έχουν επενδύσει στη διαδικτυακή επέκταση των υπηρεσιών τους.
Δικαιούχοι θα μπορεί να είναι επίσης Πρακτορεία Τύπου, τα οποία θα διαθέτουν πανελλαδικό δίκτυο διανομής και θα απασχολούν επίσης συγκεκριμένο ελάχιστο αριθμό εργαζομένων.
Όσον αφορά τη μορφή της Ενίσχυσης, αυτή θα καταβάλλεται στους δικαιούχους με τη μορφή επιχορήγησης, σε ετήσια βάση, η οποία θα είναι ανάλογη του είδους και του μεγέθους της επιχείρησης.
Για παράδειγμα, οι εφημερίδες που θα εφαρμόζουν Συμβάσεις Εργασίας και θα είναι συνεπείς στις πληρωμές του προσωπικού και των Ασφαλιστικών Ταμείων, θα μπορούν να επιδοτούνται με ένα συγκεκριμένο ποσό για κάθε ημέρα κυκλοφορίας τους, π.χ είτε μέσω μείωσης του ΦΠΑ επί των πωλήσεών τους, είτε μέσω της κάλυψης μέρους των λειτουργικών εξόδων που αφορούν την ενέργεια, το χαρτί, τις τηλεπικοινωνιακές δαπάνες, τα ταχυδρομικά τέλη κ.λπ..
Ο υπολογισμός της ετήσιας επιχορήγησης θα γίνεται με βάση των αριθμό των ημερών που κυκλοφορεί η εφημερίδα κάθε εβδομάδα και τον αριθμό των απασχολουμένων, ενώ η επιχορήγηση δεν θα ξεπερνά ένα συγκεκριμένο πλαφόν.
Επίσης, για κάθε έμμισθο δημοσιογράφο, θα καταβάλλεται συγκεκριμένο ποσό ως επιδότηση του μηνιαίου μισθοδοτικού κόστους του, υπό την προϋπόθεση ότι ο εργαζόμενος θα απασχολείται το ελάχιστον κατά τα τελευταία δύο έτη στην επιχείρηση και θα λαμβάνει μηνιαίο μικτό μισθό που θα έχει καθοριστεί με ΣΣΕ. Εναλλακτικά, η επιδότηση θα μπορούσε να καλύπτει μέρος των ασφαλιστικών εισφορών για τους άνω των 55 ετών και τους νέους δημοσιογράφους. Σε κάθε περίπτωση το μέγιστο ετήσιο ποσό ενίσχυσης ανά επιχείρηση, δεν θα ξεπερνά και πάλι ένα συγκεκριμένο ποσό.
Επιπλέον, μια επιχείρηση θα συνεχίζει να παραμένει δικαιούχος για ενίσχυση το επόμενο έτος εφαρμογής του Σχεδίου, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα έχει προβεί το προηγούμενο έτος σε μειώσεις προσωπικού.

Πώς οι εφημερίδες θα βρουν έσοδα και αναγνώστες

Στο σχέδιο ενίσχυσης του Τύπου, πέραν όλων των άλλων, απαιτείται να περιληφθούν και μέτρα θεσμικού χαρακτήρα, που θα προστατεύουν τη λειτουργία των εφημερίδων από αθέμιτες πρακτικές, όπως και το έργο των δημοσιογράφων τους.
Στην Ελλάδα, με την έκρηξη του Internet, το βασικό στοιχείο πλέον είναι η κλοπή. Δεκάδες sites που εισπράττουν διαφήμιση και μοιράζουν «μαύρα λεφτά», κλέβουν την ύλη των μεγάλων εφημερίδων πριν καν αυτές τυπωθούν.
Οι πολυεθνικές αναπαράγουν το περιεχόμενο των εφημερίδων, των ραδιοφωνικών και των τηλεοπτικών σταθμών, χωρίς να ρωτήσουν και χωρίς να αποδίδουν δικαιώματα.
Παράδειγμα πρώτο: Το κύριο ερώτημα για το ευρύ κοινό που δεν του περισσεύουν πλέον χρήματα, είναι γιατί να πληρώσει να αγοράσει μια εφημερίδα, τη στιγμή που η ίδια εφημερίδα προσφέρει δωρεάν το περιεχόμενό της μέσω του Internet; Η απάντηση, όπως αντιλαμβάνεστε, είναι σχετικά εύκολη…
Παράδειγμα δεύτερο: Το κρατικό ΑΠΕ κάνει σήμερα τους πάντες …εκδότες στο Internet, με τα δικά του κείμενα. Ο έλεγχος της λογοκλοπής θα περιόριζε το φαινόμενο των τζάμπα ψηφιακών εκδοτών, με τους σκλάβους στα αμπάρια τους να κάνουν απλώς αντιγραφή των κειμένων του πρακτορείου, χωρίς να προσφέρουν πρωτογενή ενημέρωση.
Παράδειγμα τρίτο: Είναι αδιανόητο το βράδυ του Σαββάτου, πριν καν φτάσουν οι εφημερίδες στη Θράκη, την Ήπειρο και την Κρήτη, να είναι ήδη αναρτημένο το περιεχόμενό τους στο Internet, ακυρώνοντας την προσπάθεια μιας ολόκληρης βδομάδας των συναδέλφων μας.

Πρέπει οπωσδήποτε να υπάρξει συμφωνία, για το πότε αποδεσμεύονται τα κείμενα των εφημερίδων και ταυτόχρονα να κυνηγηθεί η κλοπή του περιεχομένου. Περισσότερο από ποτέ είναι λοιπόν απαραίτητη η ύπαρξη μιας συμφωνίας για την προστασία του περιεχομένου.
Την ίδια στιγμή, από εκδότες και δημοσιογράφους θα πρέπει να ιδρυθεί ένας νέος φορέας προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας των εφημερίδων. Αυτό δεν μπορεί να είναι παρά ένας ισχυρός φορέας συλλογικής διαχείρισης που θα αναλάβει τη διεκδίκηση των οφειλομένων από τις εταιρείες ηλεκτρονικής αποδελτίωσης, το FB , το Youtube, τη Google κ.λ.π.
Είναι ώρα το φαινόμενο της πειρατείας στα ΜΜΕ να αντιμετωπιστεί υπεύθυνα και από την πλευρά της Πολιτείας.
Η Πολιτεία οφείλει να βοηθά τον Τύπο, όχι τις επιχειρήσεις, αλλά τον Τύπο...