του Χρήστου Ξανθάκη
Σήμερα δεν είναι για χαρές.
Σήμερα η μάνα κλαίει στο μνήμα και τα πανηγύρια δεν χωρούν πουθενά.
Σήμερα είναι ο θρήνος, το κλάμα, η θλίψη για ένα παιδί.
Για ένα πιτσιρίκι που δολοφονήθηκε, επειδή τόλμησε να βγάλει γλώσσα σε έναν ένστολο.
Για έναν έφηβο που δεν θα ξαναδεί ποτέ τους φίλους του..
Για τον αμνό του Θεού που συναντήθηκε με τον πάγκο του χασάπη.
Βάλτε τα μαύρα και κρύψτε τον ήλιο, ο Αλέξης είναι νεκρός.
Στον τάφο είναι, μετράει ένα ένα τα τριαντάφυλλα που του αφήνουν κάθε μέρα.
Δεκάξι χρονών παιδί, κόπηκε το νήμα του.
Επειδή κυκλοφόρησε μια νύχτα του Δεκέμβρη στο κέντρο της Αθήνας και αντί να πει «με συγχωρείτε» είπε «ως εδώ».
Θα μπορούσε να είναι παιδί σου, που έλεγε και το τραγούδι, Θα μπορούσε να έχει βγει από το δικό σου το κορμί, θα μπορούσε να το έχεις μεγαλώσει και αναθρέψει εσύ, θα μπορούσε να έχεις ακούσει τις πρώτες του λέξεις και να έχεις μετρήσει τα πρώτα του βήματα.
Σβήστε το φως και κλείστε τα μάτια, ο Αλέξης δεν είναι πια μαζί μας.
Ω μοίρα καταραμένη, που θέλεις τους γονείς να αποχαιρετούν τα παιδιά τους, τι άλλο θα ζητήσεις από τη ζωή μας;
Τι άλλο θα σου παραδώσουμε για ένα πιάτο φαί, για δέκα λίτρα βενζίνα, για δυο ώρες τηλεόραση;
Δεν σου φτάνει η καθημερινή ρουτίνα, δεν σου φτάνει η καθημερινή ξεφτίλα, δεν σου φτάνουν οι δεκάδες μικροί, καθημερινοί θάνατοι στο γραφείο, στο εργοστάσιο, στο δρόμο;
Βράδυ στα Εξάρχεια, πυροβολισμός, αίμα, ο σφυγμός τελειώνει, μηδέν.
Έντεκα χρόνια αργότερα, εμείς είμαστε εδώ κι ο άλλος είναι στον τάφο. Αλλά η μνήμη δεν ξεθωριάζει, η μνήμη δεν χάνει ποτέ τα χρώματά της. Το παιδί που είπε «αντίο», είναι και θα παραμείνει μέσα μας. Για μια ακόμη βουτιά στο κενό, πριν ο σκηνοθέτης γράψει οριστικά «τέλος»…
Υ.Γ.: Δηλαδή τι θα τον πείραζε τον Χρυσοχοϊδη να το βάλει ένα μήνα πιο μετά το τελεσίγραφο για τις καταλήψεις; Να πέσει επάνω στα Χριστούγεννα, ας πούμε, στις γαλοπούλες και τις γουρνοπούλες. Πιο εύκολο θα ήταν το έργο και το δικό του και των αστυνομικών. Ήταν ανάγκη δηλαδή ο νόμος και η τάξις να επιβληθούν τώρα, στο πένθος επάνω;
Λυπούμαι πολύ, αλλά εδώ είναι η ύβρις που θα λέγανε και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι. Και της ύβρεως, έπεται η νέμεσις…
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost
Σήμερα δεν είναι για χαρές.
Σήμερα η μάνα κλαίει στο μνήμα και τα πανηγύρια δεν χωρούν πουθενά.
Σήμερα είναι ο θρήνος, το κλάμα, η θλίψη για ένα παιδί.
Για ένα πιτσιρίκι που δολοφονήθηκε, επειδή τόλμησε να βγάλει γλώσσα σε έναν ένστολο.
Για έναν έφηβο που δεν θα ξαναδεί ποτέ τους φίλους του..
Για τον αμνό του Θεού που συναντήθηκε με τον πάγκο του χασάπη.
Βάλτε τα μαύρα και κρύψτε τον ήλιο, ο Αλέξης είναι νεκρός.
Στον τάφο είναι, μετράει ένα ένα τα τριαντάφυλλα που του αφήνουν κάθε μέρα.
Δεκάξι χρονών παιδί, κόπηκε το νήμα του.
Επειδή κυκλοφόρησε μια νύχτα του Δεκέμβρη στο κέντρο της Αθήνας και αντί να πει «με συγχωρείτε» είπε «ως εδώ».
Θα μπορούσε να είναι παιδί σου, που έλεγε και το τραγούδι, Θα μπορούσε να έχει βγει από το δικό σου το κορμί, θα μπορούσε να το έχεις μεγαλώσει και αναθρέψει εσύ, θα μπορούσε να έχεις ακούσει τις πρώτες του λέξεις και να έχεις μετρήσει τα πρώτα του βήματα.
Σβήστε το φως και κλείστε τα μάτια, ο Αλέξης δεν είναι πια μαζί μας.
Ω μοίρα καταραμένη, που θέλεις τους γονείς να αποχαιρετούν τα παιδιά τους, τι άλλο θα ζητήσεις από τη ζωή μας;
Τι άλλο θα σου παραδώσουμε για ένα πιάτο φαί, για δέκα λίτρα βενζίνα, για δυο ώρες τηλεόραση;
Δεν σου φτάνει η καθημερινή ρουτίνα, δεν σου φτάνει η καθημερινή ξεφτίλα, δεν σου φτάνουν οι δεκάδες μικροί, καθημερινοί θάνατοι στο γραφείο, στο εργοστάσιο, στο δρόμο;
Βράδυ στα Εξάρχεια, πυροβολισμός, αίμα, ο σφυγμός τελειώνει, μηδέν.
Έντεκα χρόνια αργότερα, εμείς είμαστε εδώ κι ο άλλος είναι στον τάφο. Αλλά η μνήμη δεν ξεθωριάζει, η μνήμη δεν χάνει ποτέ τα χρώματά της. Το παιδί που είπε «αντίο», είναι και θα παραμείνει μέσα μας. Για μια ακόμη βουτιά στο κενό, πριν ο σκηνοθέτης γράψει οριστικά «τέλος»…
Υ.Γ.: Δηλαδή τι θα τον πείραζε τον Χρυσοχοϊδη να το βάλει ένα μήνα πιο μετά το τελεσίγραφο για τις καταλήψεις; Να πέσει επάνω στα Χριστούγεννα, ας πούμε, στις γαλοπούλες και τις γουρνοπούλες. Πιο εύκολο θα ήταν το έργο και το δικό του και των αστυνομικών. Ήταν ανάγκη δηλαδή ο νόμος και η τάξις να επιβληθούν τώρα, στο πένθος επάνω;
Λυπούμαι πολύ, αλλά εδώ είναι η ύβρις που θα λέγανε και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι. Και της ύβρεως, έπεται η νέμεσις…
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost