Ήρθε η ώρα για να γίνουμε Χιλή;
του Χρήστου Ξανθάκη
Αλήθεια να λέμε παιδιά, έγκωσα κάπως με τα Ελληνοτουρκικά. Πόσες φορές να γράψεις πια για την προκλητικότητα των γειτόνων μας και την ενδοτικότητα των αρθρογράφων μας και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και την ΑΟΖ και τα πετρέλαια και τα φυσικά αέρια και την τετραμερή..
Ελλάδος-Κύπρου-Αιγύπτου-Ισραήλ και τη συμφωνία του Ερντογάν με τους Λίβυους, τους κακούς Λίβυους δηλαδή, γιατί υπάρχουν και καλοί Λίβυοι που θέλουν να τους πάρουν τα σώβρακα; Και η Φώφη; Πού την πας τη Φώφη που είπε ότι όποιος απλώνει δάχτυλο θα του κόβεται το χέρι; Φίσκα οι πάνες του Ταγίπ, ώρα να γράψει καινούρια ελεγεία η Αγαπηδάκη!
Εν τω μεταξύ κόσμος πάει κι έρχεται στα νοσοκομεία. Εν τω μεταξύ κόσμος αρρωσταίνει, κόσμος κρεβατώνεται, κόσμος εγχειρίζεται. Ο κύκλος της υγείας και της ασθένειας δεν σταματάει ποτέ, όπως δεν σταματάει ούτε μια μέρα, ούτε μια ώρα μάλλον το νταλαβέρι στα ταμεία. Πάρε δώσε και δεν συμμαζεύεται, δημόσια υγεία, ιδιωτική υγεία, λεφτά να τρέχουν και λεφτά να πέφτουν. Και όπως μαθαίνω από διάφορες πηγές, φρεσκότατοι και μεγάλοι παίκτες ενδιαφέρονται να μπουκάρουν στο χώρο της υγείας και να κάνουν παιχνίδι…
Με τους δικούς τους όρους φυσικά. Διότι οι άνθρωποι ενδέχεται να προσφέρουν πρώτης τάξεως υπηρεσίες, δεν το αμφισβητώ, αλλά ο σκοπός τους είναι το κέρδος, δεν είναι ν’ ανάψουν κερί στη μνήμη των γονέων τους. Και για να έχεις κέρδος, πρέπει να έχεις πελάτες. Και για να έχεις πελάτες εσύ, πρέπει να τους χάσει κάποιος άλλος. Έντεκα μύρια είναι οι Έλληνες και οι Ελληνίδες, δεν προβλέπεται να γίνουν ξαφνικά δεκαπέντε, είκοσι, τριάντα. Άρα, για να κονομήσει ο ιδιωτικός τομέας της υγείας, θα πρέπει το ΕΣΥ να πάει έναν περίπατο. Μικρό ή μεγάλο.
Κι εδώ είναι που μπαίνει στη ζωή μας η Χιλή. Το πρότυπο όλων των φιλελέδων που ταλανίζεται τους τελευταίους μήνες από συνταρακτικές διαδηλώσεις. Διότι είναι όλα ιδιωτικά στη συμπαθή χώρα της Νοτίου Αμερικής και η καμπούρα του κοσμάκη έχει αρχίσει να μην αντέχει το βάρος. Ιδίως στον τομέα της υγείας, όπου μπορεί να μπλέξει κανείς από τη μια μέρα στην άλλη. Αντιγράφω από άρθρο του καθηγητή του LSE Ηλία Μόσιαλου στα «Νέα»:
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost.gr
του Χρήστου Ξανθάκη
Αλήθεια να λέμε παιδιά, έγκωσα κάπως με τα Ελληνοτουρκικά. Πόσες φορές να γράψεις πια για την προκλητικότητα των γειτόνων μας και την ενδοτικότητα των αρθρογράφων μας και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και την ΑΟΖ και τα πετρέλαια και τα φυσικά αέρια και την τετραμερή..
Ελλάδος-Κύπρου-Αιγύπτου-Ισραήλ και τη συμφωνία του Ερντογάν με τους Λίβυους, τους κακούς Λίβυους δηλαδή, γιατί υπάρχουν και καλοί Λίβυοι που θέλουν να τους πάρουν τα σώβρακα; Και η Φώφη; Πού την πας τη Φώφη που είπε ότι όποιος απλώνει δάχτυλο θα του κόβεται το χέρι; Φίσκα οι πάνες του Ταγίπ, ώρα να γράψει καινούρια ελεγεία η Αγαπηδάκη!
Εν τω μεταξύ κόσμος πάει κι έρχεται στα νοσοκομεία. Εν τω μεταξύ κόσμος αρρωσταίνει, κόσμος κρεβατώνεται, κόσμος εγχειρίζεται. Ο κύκλος της υγείας και της ασθένειας δεν σταματάει ποτέ, όπως δεν σταματάει ούτε μια μέρα, ούτε μια ώρα μάλλον το νταλαβέρι στα ταμεία. Πάρε δώσε και δεν συμμαζεύεται, δημόσια υγεία, ιδιωτική υγεία, λεφτά να τρέχουν και λεφτά να πέφτουν. Και όπως μαθαίνω από διάφορες πηγές, φρεσκότατοι και μεγάλοι παίκτες ενδιαφέρονται να μπουκάρουν στο χώρο της υγείας και να κάνουν παιχνίδι…
Με τους δικούς τους όρους φυσικά. Διότι οι άνθρωποι ενδέχεται να προσφέρουν πρώτης τάξεως υπηρεσίες, δεν το αμφισβητώ, αλλά ο σκοπός τους είναι το κέρδος, δεν είναι ν’ ανάψουν κερί στη μνήμη των γονέων τους. Και για να έχεις κέρδος, πρέπει να έχεις πελάτες. Και για να έχεις πελάτες εσύ, πρέπει να τους χάσει κάποιος άλλος. Έντεκα μύρια είναι οι Έλληνες και οι Ελληνίδες, δεν προβλέπεται να γίνουν ξαφνικά δεκαπέντε, είκοσι, τριάντα. Άρα, για να κονομήσει ο ιδιωτικός τομέας της υγείας, θα πρέπει το ΕΣΥ να πάει έναν περίπατο. Μικρό ή μεγάλο.
Κι εδώ είναι που μπαίνει στη ζωή μας η Χιλή. Το πρότυπο όλων των φιλελέδων που ταλανίζεται τους τελευταίους μήνες από συνταρακτικές διαδηλώσεις. Διότι είναι όλα ιδιωτικά στη συμπαθή χώρα της Νοτίου Αμερικής και η καμπούρα του κοσμάκη έχει αρχίσει να μην αντέχει το βάρος. Ιδίως στον τομέα της υγείας, όπου μπορεί να μπλέξει κανείς από τη μια μέρα στην άλλη. Αντιγράφω από άρθρο του καθηγητή του LSE Ηλία Μόσιαλου στα «Νέα»:
«Οι πολίτες που επιλέγουν την ιδιωτική ασφάλιση χαίρουν υψηλότερης κοινωνικοοικονομικής κατάστασης, είναι νεότεροι και υγιέστεροι. Γιατί γίνεται αυτό; Οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες χρεώνουν ασφάλιστρα που αντιστοιχούν στον ασφαλιστικό “κίνδυνο” του κάθε ασφαλισμένου (οι πολίτες με χρόνια νοσήματα πληρώνουν περισσότερα) και διατηρούν το δικαίωμα να απορρίψουν τους αιτούντες με προϋπάρχουσες παθήσεις. Επίσης, τα ασφάλιστρα είναι ιδιαίτερα περιοριστικά για άτομα με χαμηλό εισόδημα. Το 2015, το μέσο ιδιωτικό ασφάλιστρο ισοδυναμούσε με το 45% του κατώτατου μισθού».Και έχει και καλύτερα. Ρίχτε μια ματιά:
«Επιπρόσθετα αρκετοί πολίτες που έχουν καταβάλλει εισφορές στην ιδιωτική ασφάλιση για πολλά χρόνια όταν είναι υγιείς, χωρίς να χρησιμοποιήσουν την ασφάλεια υγείας, μπορούν να επιστρέψουν στη δημόσια ασφάλιση υγείας εάν είναι άνεργοι, πάσχουν από πολλαπλά νοσήματα ή έαν έχουν συνταξιοδοτηθεί και πρέπει να πληρώσουν υψηλά ασφάλιστρα, για να αποφύγουν το κόστος σημαντικών ιατρικών δαπανών. Η πολιτική των κυλιόμενων θυρών ευνοεί τους εύπορους και αποδυναμώνει το δημόσιο σύστημα.Και για να το κλείσουμε:
Το δημόσιο σύστημα επιβαρύνεται με ευάλωτους ασθενείς υψηλού κόστους και επιπλέον καλύπτει τους πολίτες χωρίς εισόδημα».
«Η πλειονότητα των ανθρώπινων πόρων και ειδικά οι γιατροί είναι δυσανάλογα κατανεμημένοι μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Η σημαντική πλειοψηφία των ιατρών επιλέγουν να εργαστούν στον ιδιωτικό τομέα και να παρέχουν φροντίδα στο μικρό ποσοστό του πληθυσμού που είναι ιδιωτικά ασφαλισμένοι. Μόνο το 44% των γιατρών έχει συμβόλαια (αρκετοί με μερική απασχόληση) με το δημόσιο τομέα. Ο δημόσιος τομέας είναι υποχρηματοδοτημένος και ανεπαρκώς εξοπλισμένος».Διαβάστε τα ανωτέρω, απομνημονεύστε τα και θυμηθείτε τα όταν έρθει η ώρα. Δεν αργεί να ξεκινήσει το πάρτυ και ο DJ στήνει ήδη την κονσόλα του. Ετοιμαστείτε για γλέντι μέχρι πρωίας!
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost.gr