Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2019

O Γιάννης Γλέζος αυτοβιογραφείται στο «Μονόγραμμα»

Ο συνθέτης και ποιητής, αεικίνητος, προσηλωμένος στην Τέχνη, λυρικός, αλλά και μαχητικός διεκδικητής των δικαιωμάτων των δημιουργών, ο Γιάννης Γλέζος αυτοβιογραφείται στο «Μονόγραμμα» αυτής της εβδομάδας.
Οι ρίζες του και οι καταγωγές του Γιάννη Γλέζου, δεν άφησαν περιθώριο για άλλη επιλογή. Γύρω του υπήρχε πάντα η μουσική. H μάνα του και ο αδελφός του έπαιζαν πιάνο, η αδελφή του Δέσποινα,.. έγινε μέλος της πασίγνωστης μπάντας «Νοστράδαμος». Πάνω του βάραινε, κληρονομιά ακριβή, η σκιά του Γιάννη Ρίτσου, που ήταν ο αγαπημένος αδελφός της μητέρας του, Λούλας.
Ο πατέρας του επέμενε να σπουδάσουν τα δύο αγόρια στην Ανωτάτη Εμπορική, αφού ως παιδί της Κατοχής, ήθελε να εξασφαλίσει τα παιδιά του για να μην πεινάσουν. Η Σχολή γρήγορα έγινε παρελθόν για τον Γιάννη Γλέζο καθώς οι ευαισθησίες του, με ταχύτητα μετεξελίσσονταν σε νότες. Νότες που λες και περίμεναν να χυθούν σαν ποτάμι, νότες που δημιούργησαν περισσότερα από 3.500 τραγούδια!
Πρώτο του τραγούδι ήταν το «Περιστεράκι της φτωχιάς αυλής» που το τραγουδάει ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Αρχίζει να σπουδάζει μουσική πιάνο και θεωρητικά, τα οποία συνεχίζει αργότερα και στις ΗΠΑ. Αρχίζει επίσης, να γράφει ποιήματα.
Σε μια μπουάτ της εποχής, ο Μίκης Θεοδωράκης άκουσε το «Περιστεράκι της φτωχιάς αυλής» και ζήτησε να μάθει τον συνθέτη. Η συνάντηση με τον Μίκη, τον οποίο θαύμαζε απεριόριστα, υπήρξε καθοριστική, αφού αρχικά τον κάλεσε να πάρει μέρος στο Φεστιβάλ του Λυκαβηττού το 1966.
Παρά την πρόταση που του έκανε η δισκογραφική εταιρεία (την οποία με την ηθική και την αυστηρότητα που τον διέπει θεώρησε προσβλητική), φεύγει για την Αμερική μαζί με τη Φλέρυ Νταντωνάκη, την τραγουδίστρια που ήταν τότε στο απόγειό της.
Στη Νέα Υόρκη, ο Μίκης που ήταν ήδη εκεί, του ζήτησε να συνεργαστούν. Ανέλαβε τη διεύθυνση της Ελληνικής Λαϊκής Χορωδίας που είχε ιδρύσει εκεί ο Μίκης. Μερικά χρόνια μετά τη μεταπολίτευση επιστρέφει στην Ελλάδα.

«Τα τραγούδια του Λόρκα», «Εμιλιάνο Ζαπάτα», «Αντόνιο Τόρες Χερέδια», «Χαρούμενος πηγαίνω», «Η Ελένη του Μάη», «Περιμένοντας τους βαρβάρους», είναι κάποιοι από τους κύκλους των τραγουδιών του, σε στίχους μεγάλων Ελλήνων και ξένων ποιητών που γαλούχησαν τη γενιά που έβγαινε τραυματισμένη από τη δικτατορία κι αναζητούσε τον τραγουδοποιό που την αντιπροσώπευε.
Από το λυρικό ώς το επαναστατικό τραγούδι, κι από τη Σαπφώ ώς τον Καβάφη, από τον Λόρκα ώς τον Νερούντα, από τον Καρυωτάκη ώς τον Καβάφη, μελοποιεί έως και σήμερα όλους τους ποιητές που αγαπά!
Ο «Δίαυλος» ήταν ένα μουσικό στέκι που έφτιαξε τότε στο Κουκάκι και κράτησε 16 χρόνια. Από εκεί πέρασαν όλοι οι γνωστοί συνθέτες και τραγουδιστές του έντεχνου τραγουδιού. Στο διάστημα και μέχρι να φτιαχτεί ο «Δίαυλος» μαζί με τη Μαρίζα Κωχ έκαναν παγκόσμιες περιοδείες, γύρισαν όλο τον κόσμο δύο φορές με μεγάλη επιτυχία. Μετά τον «Δίαυλο» πάλεψε πολύ για να μπορέσει να θέσει σε λειτουργία έναν νέο οργανισμό συλλογικής διαχείρισης πνευματικών δικαιωμάτων που θα τον διαχειρίζονται οι ίδιοι οι καλλιτέχνες και όχι ιδιωτική εταιρεία. Όλη αυτή η ενέργεια για την «Αυτοδιαχείριση» τον απομάκρυνε αναγκαστικά από τη μουσική.
Δεν σταμάτησε βέβαια να συνθέτει, όπως τους δίσκους «Τα τραγούδια της Εύας» και «Τα Ρόδα της Πιερίας» σε ποίηση της Εύας Λίτινα. Το 2011 κυκλοφόρησε ο δίσκος «Η ζωή είναι όνειρο» σε λαϊκή ποίηση του Μανώλη Ρασούλη που είναι και ο τελευταίος του δίσκος.

Παραγωγός: Γιώργος Σγουράκης.
Σκηνοθεσία: Χρίστος Ακρίδας.
Δημοσιογραφική επιμέλεια: Ιωάννα Κολοβού, Αντώνης Εμιρζάς.
Διεύθυνση φωτογραφίας: Μαίρη Γκόβα.
Ηχοληψία: Λάμπρος Γόβατζης.
Μοντάζ: Δημήτρης Μπλέτας.
Διεύθυνση παραγωγής: Στέλιος Σγουράκης.