Και τα δύο ντοκιμαντέρ, αποτυπωμένα σε φιλμ 16mm, συντηρήθηκαν, ψηφιοποιήθηκαν..
και αποκαταστάθηκαν στα εργαστήρια του Αρχείου της ΕΡΤ με τον νέο εξοπλισμό και τις υποδομές που πλέον διαθέτει (film scanner, color correction).
Ειδικότερα, στις 11:00 μεταδίδεται το ντοκιμαντέρ «Μνήμη Νίκου Σκαλκώτα - 30 χρόνια από το θάνατό του (19/9/1949)», παραγωγής 1979, σε σκηνοθεσία του Μάνου Ευστρατιάδη, που είχε προβληθεί με αφορμή τα 30 χρόνια από το θάνατο του μεγάλου συνθέτη.
Το ντοκιμαντέρ αποτελεί προσωπογραφία του συνθέτη Νίκου Σκαλκώτα (1904-1949), που φωτίζει σημαντικές πτυχές της ζωής και του έργου του μεγάλου δημιουργού. Συνεντεύξεις ανθρώπων που τον γνώρισαν, μελών της οικογένειάς του και προσωπικών του φίλων ξετυλίγουν με τις αφηγήσεις τους τη μουσική του διαδρομή και σκιαγραφούν την προσωπικότητά του.
Ο Νίκος Σκαλκώτας γεννήθηκε στη Χαλκίδα στις 8 Μαρτίου 1904. Προερχόμενος από οικογένεια με μουσική παράδοση -οι γονείς του έπαιζαν στη Φιλαρμονική Χαλκίδας και παρέδιδαν μαθήματα Μουσικής- στα πέντε μόλις χρόνια του, άρχισε να παίζει βιολί. Με τον θείο του, που ήταν κι εκείνος μουσικός, ξεκίνησε τα πρώτα του μαθήματα. Σπούδασε βιολί στο Ωδείο Αθηνών, λαμβάνοντας κατά την αποφοίτησή του την ανώτατη τιμητική διάκριση του πρώτου βραβείου και χρυσού μεταλλίου. Για τα χρόνια εκείνα μιλάει η πιανίστρια Κική Βερδεσοπούλου, αδελφή του συνθέτη.
Με την Αβερώφειο υποτροφία του Ωδείου Αθηνών, ο Νίκος Σκαλκώτας έφυγε στο μεσοπολεμικό Βερολίνο για να συνεχίσει τις σπουδές του, όπου ήρθε σε επαφή με σπουδαίους καθηγητές –σπούδασε κοντά στον περίφημο Γερμανό βιολιστή Βίλι Ες- αλλά και με μια παρέα εκλεκτών Ελλήνων σπουδαστών, όπως ο Δημήτρης Μητρόπουλος, η Πολυξένη Ματέι Ρουσσοπούλου, η Νέλλη Ασκητοπούλου-Ευελπίδη, ο Αντώνης Σκόκος και η Κατίνα Παρασκευά-Σκόκου. Από νωρίς στράφηκε στη σύνθεση και μαθήτευσε δίπλα στον Φιλίπ Γιάρναχ και τον Αυστριακό συνθέτη Άρνολντ Σένμπεργκ, γνωστό για το υψηλό επίπεδο της διδασκαλίας του και την αυστηρότητα των απαιτήσεών του, ο οποίος διέκρινε το ταλέντο του μαθητή του. Μιλούν σχετικά ο μουσικολόγος Γιάννης Παπαϊωάννου και η πιανίστρια Μαρίκα Παπαϊωάννου.
Για την περίοδο του Βερολίνου και τη φιλική του σχέση με τον νεαρό Νίκο Σκαλκώτα, μιλάει ο συνθέτης Γιάννης Κωνσταντινίδης (κατά κόσμον Κώστας Γιαννίδης), ο οποίος έκανε επίσης εκείνη την εποχή τα πρώτα του καλλιτεχνικά βήματα. Στη συνεργασία της με τον Νίκο Σκαλκώτα, το 1930, αναφέρεται η πιανίστρια και φίλη του από τα χρόνια του Βερολίνου Πολυξένη Ματέι-Ρουσσοπούλου.
Στη συνέχεια, γίνεται λόγος για τα δύσκολα χρόνια της επιστροφής του στην Αθήνα το 1933, όταν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Βερολίνο, μετά την άνοδο του Ναζισμού στη Γερμανία. Είναι η περίοδος που αντιμετώπισε την εχθρότητα των ομοτέχνων του, τη μη αποδοχή του έργου του, και τη σταδιοδρομία του ως βιολιστή στο τελευταίο αναλόγιο της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Ο Γιάννης Παπαϊωάννου, στη συνέντευξή του, προσπαθεί να αιτιολογήσει τους λόγους απόρριψής του από το μουσικό κατεστημένο, γεγονός που σε συνδυασμό με τις οικονομικές δυσκολίες τον οδήγησαν σε βαθιά μελαγχολία και ο ίδιος ο Σκαλκώτας απομονώθηκε στον εαυτό του. Για τη δυσκολία πρόσληψης του έργου του από το ελληνικό κοινό μιλάει, επίσης, η Μαρίκα Παπαϊωάννου. Κατά την περίοδο αυτή, στην Αθήνα, και μέσα σε 16 χρόνια ώς τον πρόωρο θάνατό του, από επιπλοκή κήλης, το 1949, ο Σκαλκώτας έγραψε τον μεγαλύτερο όγκο του έργου του, το οποίο επρόκειτο να ανακαλυφθεί μεταθανάτια. Τότε συνέθεσε και τους «36 Ελληνικούς Χορούς», το χειρόγραφο των οποίων αφιέρωσε στον φίλο του Δημήτρη Μητρόπουλο. Η εκτέλεση 4 από τους 36 χορούς έγινε για πρώτη φορά στην Αθήνα, από τον Δημήτρη Μητρόπουλο το 1955, στο πλαίσιο του 1ου Φεστιβάλ Αθηνών, με τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης. Ταυτόχρονα, η αδερφή του Κική Βερδεσοπούλου εξηγεί πώς γράφτηκαν οι «36 Ελληνικοί Χοροί».
Το τελευταίο μέρος του ντοκιμαντέρ εστιάζεται αποκλειστικά στο έργο του Νίκου Σκαλκώτα. Για τη δυσκολία συγκέντρωσής του, για τα χαρακτηριστικά του έργου του και για τη μοναδικότητά του, μιλάει ο Γιάννης Παπαϊωάννου (1915-2000), ο οποίος είχε προσωπική επαφή με τον Σκαλκώτα, μια και τον γνώρισε όταν ήταν μόλις 13 ετών. Ο ίδιος συνέβαλε καθοριστικά στην προσπάθεια συγκρότησης και διαφύλαξης του αρχείου του συνθέτη, καθώς και της έκδοσης και διεθνούς προώθησης του έργου του. Ακόμη, στην ταινία μιλούν για τον Νίκο Σκαλκώτα, οι βιολονίστες Σπύρος Τόμπρας και Τάτσης Αποστολίδης, η σύζυγος του Σκαλκώτα, πιανίστρια Μαρία Παγκάλη, η οποία αναφέρεται στη γνωριμία τους και σε στοιχεία του χαρακτήρα του, καθώς και ο συνθέτης Νίκος Μαμαγκάκης, που εκείνη την περίοδο ο ίδιος έγραφε το έργο του «Εγκώμιο στον Σκαλκώτα, για κλαρινέτο», ο οποίος εξαίρει τη μουσική ιδιοφυία του Σκαλκώτα.
Στο πλαίσιο του ντοκιμαντέρ ερμηνεύουν έργα του Νίκου Σκαλκώτα, ο Τάσης Αποστολίδης (βιολί), ο Άρης Γαρουφαλής (πιάνο), η Μαρίκα Παπαϊωάννου (πιάνο), η Χαρά Τόμπρα (πιάνο) και ο Σπύρος Τόμπρας (βιολί).
Επίσης, προβάλλεται οπτικό υλικό από την εκδήλωση προς τιμήν του Σκαλκώτα που έγινε το 1957 στη Χαλκίδα, όπου πραγματοποιούνται τα αποκαλυπτήρια της προτομής του, που φιλοτέχνησε ο γλύπτης Αντώνης Καραχάλιος.
Περιλαμβάνονται, ακόμη, εικόνες με ιδιόχειρα κείμενα από το προσωπικό του αρχείο και παρτιτούρες των έργων του, ενώ διαβάζονται αποσπάσματα από την προσωπική του αλληλογραφία, πολύτιμη πηγή πληροφοριών για τη ζωή του στο Βερολίνο τη δεκαετία του ’20 και για τις καλλιτεχνικές του ανησυχίες. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι επιστολές του από την περίοδο της απόφασής του να αλλάξει κατεύθυνση στη μουσική και να στραφεί στη σύνθεση. Τότε που ο ίδιος ο Σκαλκώτας έγραφε χαρακτηριστικά: «Είναι η σύνθεση το μόνο μου ιδανικό. Και το μόνο μου ιδανικό είναι να μάθω να συνθέτω».
Στις 12:00 μεταδίδεται το δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ «Η Επιστροφή του Οδυσσέα», παραγωγής 1997, σε σκηνοθεσία του Κωστή Αλεφάντη.
Το δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ παρουσιάζει την περιπλάνηση μιας σύγχρονης Ελληνίδας μουσικού, της Άννας Αλεξοπούλου, στα ίχνη της ζωής και του έργου του Νίκου Σκαλκώτα. Στην αναζήτησή της αυτή, συνομιλεί με πρόσωπα που γνώρισαν τον μεγάλο Έλληνα μουσικό, ενώ ο κινηματογραφικός φακός επισκέπτεται το σπίτι όπου γεννήθηκε ο Νίκος Σκαλκώτας στη Χαλκίδα, το σπίτι του στην Αθήνα, στην περιοχή του Μεταξουργείου, όπου έγραψε το μεγαλύτερο μέρος του έργου του, καθώς και το κτίριο της «Εταιρείας Φίλων Σκαλκώτα».