Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης
Οι Αμερικάνοι που έχουν τις ωραίες τις παροιμίες για τον σύγχρονο τρόπο ζωής, λένε κι αυτό το νόστιμο:
Δεν μπορείς να είσαι τα πάντα για όλους!
Και στις περισσότερες των περιπτώσεων έχουν δίκιο. Ή μάλλον σε όλες τις περιπτώσεις έχουν δίκιο, τη εξαιρέσει του μικρού εκείνου διαστήματος που σβήνουν τα..
φώτα και πέφτουν οι κουρτίνες της μεγάλης οθόνης. Εκεί καμιά φορά λειτουργεί τόσο καλά το παραμύθι (για να μην πω η παραμύθα και παρεξηγηθώ), ώστε μπορεί να αρέσει σε όλους για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Βλέπε για παράδειγμα τον «Τζόκερ», την φρέσκια και πολυβραβευμένη ταινία που σπάει ταμεία ανά την υφήλιο:
* Τη γουστάρουν οι αριστεροί, γιατί ασκεί κριτική στον τρόπο που η άρχουσα τάξη αντιμετωπίζει τους ταπεινούς και καταφρονεμένους αυτού του ντουνιά και τους προσφέρει ψίχουλα ενώ κονομάει τα δισεκατομμύρια των δισεκατομμυρίων.
*Τη γουστάρουν οι δεξιοί, γιατί εμφανίζει αυτούς ακριβώς τους ταπεινούς και καταφρονεμένους να αντιδρούν με τρόπο εγκληματικό στην καταπίεση που υφίστανται, πράγμα που σημαίνει ότι δεν τους αξίζει πια και καμιά καλύτερη μοίρα.
* Τη γουστάρουν οι φιλελέδες, γιατί μιλάει και για τις ψυχικές ασθένειες δεν μιλάει μόνο για τους ταπεινούς και καταφρονεμένους (ίου!) και υπογραμμίζει ότι ο σύγχρονος κόσμος μπορεί να γίνει βαρύς και ασήκωτος για τους έχοντες εύθραυστο εσωτερικό σύμπαν.
* Τη γουστάρουν οι φαν της περιπέτειας γιατί έχει ένα σωρό φόνους μέσα και μάλιστα φόνους με κάργα βία, όχι τίποτις φλωριές για τα παιδάκια. Και έχει και αγωνία και σασπένς και τέλος πάντων πέφτει μπιστολίδι φουλ κι ενός τύπου του καρφώνουν το ψαλίδι στο μάτι, ναι ρε μαλάκα.
* Τη γουστάρουν οι φανατικοί του Μπάτμαν γιατί ανανεώνει το θρύλο και μας προσφέρει μια νέα εκδοχή του πως κατέληξαν στον τάφο οι γονείς του Μπρους Γουέην. Από κοινωνική διαμαρτυρία για την αναλγησία τους και όχι από κάποιον τυχαίο ληστή!
* Τη γουστάρουν οι σινεφίλ, γιατί είναι πνιγμένη στις κινηματογραφικές αναφορές και κλείνει το ματάκι σε ένα σωρό σημεία και σύμβολα του παρελθόντος.
* Τη γουστάρει η γενιά του Ίνσταγκραμ γιατί κάθε πλάνο της μοιάζει να είναι περασμένο και από διαφορετικό φίλτρο και ανταποκρίνεται στα δεδομένα του θεάματος εν έτει 2019.
* Και, φυσικά, τη γουστάρουν οι τρελοί και παλαβοί του Netflix, καθώς το Χόλυγουντ έλαβε το μήνυμα και κατασκεύασε μια ταινία εξίσου αιχμηρή, σκοτεινή και ακραία με τις σειρές που απολαμβάνουν στις κάθε είδους μικρές οθόνες. Επί πενήντα ρε φίλε, στη σκοτεινή αίθουσα του σινεμά.
Οπότε όλοι και όλες γουστάρουν «Τζόκερ» και σπάει ταμεία, το είπα, κάπου διακόσια πενήντα μύρια δολάρια στην πρώτη εβδομάδα προβολής του ανά την υφήλιο. Και μπορώ να σημειώσω ότι κι εγώ δεν έχασα την ώρα μου, ως φανατικός κομιξόφιλος που είδα επιτέλους να δίνεται μια αξιοπρεπής συνέχεια στο περίφημο “Killing Joke” του Άλαν Μουρ. Αλλά λέω να μη σας μπάσω σ’ αυτόν τον λαβύρινθο, γιατί είναι μεγάλο το μπλέξιμο και σηκώνει πολλή κουβέντα.
Εν κατακλείδι, αυτό που έχει σημασία είναι πως η κινηματογραφική βιομηχανία καταφέρνει να επανεφεύρει τον εαυτό της σε μια επίδειξη ευελιξίας και σύγχρονου πνεύματος. Εξατμίζεται βέβαια ο προβληματισμός λίγη ώρα αφού εγκαταλείψεις τη σκοτεινή αίθουσα, ποπ κορν είναι κι ο «Τζόκερ» έστω και πασπαλισμένο με φουά γκρα, αλλά όση ώρα κάθεσαι αναπαυτικά στα σκοτάδια η φαντασία ταξιδεύει σε οργιώδεις ρυθμούς. Και σε μια εποχή που κοντεύει να μας σαλτάρει εντελώς, είναι κι αυτό ένα κέρδος όχι και τόσο αστείο!
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost
Οι Αμερικάνοι που έχουν τις ωραίες τις παροιμίες για τον σύγχρονο τρόπο ζωής, λένε κι αυτό το νόστιμο:
Δεν μπορείς να είσαι τα πάντα για όλους!
Και στις περισσότερες των περιπτώσεων έχουν δίκιο. Ή μάλλον σε όλες τις περιπτώσεις έχουν δίκιο, τη εξαιρέσει του μικρού εκείνου διαστήματος που σβήνουν τα..
φώτα και πέφτουν οι κουρτίνες της μεγάλης οθόνης. Εκεί καμιά φορά λειτουργεί τόσο καλά το παραμύθι (για να μην πω η παραμύθα και παρεξηγηθώ), ώστε μπορεί να αρέσει σε όλους για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Βλέπε για παράδειγμα τον «Τζόκερ», την φρέσκια και πολυβραβευμένη ταινία που σπάει ταμεία ανά την υφήλιο:
* Τη γουστάρουν οι αριστεροί, γιατί ασκεί κριτική στον τρόπο που η άρχουσα τάξη αντιμετωπίζει τους ταπεινούς και καταφρονεμένους αυτού του ντουνιά και τους προσφέρει ψίχουλα ενώ κονομάει τα δισεκατομμύρια των δισεκατομμυρίων.
*Τη γουστάρουν οι δεξιοί, γιατί εμφανίζει αυτούς ακριβώς τους ταπεινούς και καταφρονεμένους να αντιδρούν με τρόπο εγκληματικό στην καταπίεση που υφίστανται, πράγμα που σημαίνει ότι δεν τους αξίζει πια και καμιά καλύτερη μοίρα.
* Τη γουστάρουν οι φιλελέδες, γιατί μιλάει και για τις ψυχικές ασθένειες δεν μιλάει μόνο για τους ταπεινούς και καταφρονεμένους (ίου!) και υπογραμμίζει ότι ο σύγχρονος κόσμος μπορεί να γίνει βαρύς και ασήκωτος για τους έχοντες εύθραυστο εσωτερικό σύμπαν.
* Τη γουστάρουν οι φαν της περιπέτειας γιατί έχει ένα σωρό φόνους μέσα και μάλιστα φόνους με κάργα βία, όχι τίποτις φλωριές για τα παιδάκια. Και έχει και αγωνία και σασπένς και τέλος πάντων πέφτει μπιστολίδι φουλ κι ενός τύπου του καρφώνουν το ψαλίδι στο μάτι, ναι ρε μαλάκα.
* Τη γουστάρουν οι φανατικοί του Μπάτμαν γιατί ανανεώνει το θρύλο και μας προσφέρει μια νέα εκδοχή του πως κατέληξαν στον τάφο οι γονείς του Μπρους Γουέην. Από κοινωνική διαμαρτυρία για την αναλγησία τους και όχι από κάποιον τυχαίο ληστή!
* Τη γουστάρουν οι σινεφίλ, γιατί είναι πνιγμένη στις κινηματογραφικές αναφορές και κλείνει το ματάκι σε ένα σωρό σημεία και σύμβολα του παρελθόντος.
* Τη γουστάρει η γενιά του Ίνσταγκραμ γιατί κάθε πλάνο της μοιάζει να είναι περασμένο και από διαφορετικό φίλτρο και ανταποκρίνεται στα δεδομένα του θεάματος εν έτει 2019.
* Και, φυσικά, τη γουστάρουν οι τρελοί και παλαβοί του Netflix, καθώς το Χόλυγουντ έλαβε το μήνυμα και κατασκεύασε μια ταινία εξίσου αιχμηρή, σκοτεινή και ακραία με τις σειρές που απολαμβάνουν στις κάθε είδους μικρές οθόνες. Επί πενήντα ρε φίλε, στη σκοτεινή αίθουσα του σινεμά.
Οπότε όλοι και όλες γουστάρουν «Τζόκερ» και σπάει ταμεία, το είπα, κάπου διακόσια πενήντα μύρια δολάρια στην πρώτη εβδομάδα προβολής του ανά την υφήλιο. Και μπορώ να σημειώσω ότι κι εγώ δεν έχασα την ώρα μου, ως φανατικός κομιξόφιλος που είδα επιτέλους να δίνεται μια αξιοπρεπής συνέχεια στο περίφημο “Killing Joke” του Άλαν Μουρ. Αλλά λέω να μη σας μπάσω σ’ αυτόν τον λαβύρινθο, γιατί είναι μεγάλο το μπλέξιμο και σηκώνει πολλή κουβέντα.
Εν κατακλείδι, αυτό που έχει σημασία είναι πως η κινηματογραφική βιομηχανία καταφέρνει να επανεφεύρει τον εαυτό της σε μια επίδειξη ευελιξίας και σύγχρονου πνεύματος. Εξατμίζεται βέβαια ο προβληματισμός λίγη ώρα αφού εγκαταλείψεις τη σκοτεινή αίθουσα, ποπ κορν είναι κι ο «Τζόκερ» έστω και πασπαλισμένο με φουά γκρα, αλλά όση ώρα κάθεσαι αναπαυτικά στα σκοτάδια η φαντασία ταξιδεύει σε οργιώδεις ρυθμούς. Και σε μια εποχή που κοντεύει να μας σαλτάρει εντελώς, είναι κι αυτό ένα κέρδος όχι και τόσο αστείο!
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost