Γράφει ο Τάσος Παππάς
Σε δύο και κάτι μήνες θα κλείσουν πέντε χρόνια από τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Γενάρη του 2015 και τον σχηματισμό της πρώτης κυβέρνησης της Μεταπολίτευσης χωρίς τη συμμετοχή των πυλώνων του συναινετικού δικομματισμού (Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ) και στον ΣΥΡΙΖΑ ακόμη δεν έχουν καταλήξει αν έπρεπε να ρίξουν τον Σαμαρά..
με αφορμή την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας κι αν ήταν έτοιμοι να διαχειριστούν τις τύχες της χώρας.
Κατατίθενται απόψεις, σύμφωνα με τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε, σε μια περίοδο εξαιρετικά δύσκολη, με την κοινωνία βαθύτατα πληγωμένη και οργισμένη για τα δεινά που περνούσε, να αφήσει τον Σαμαρά να κάνει τη βρόμικη δουλειά. Επιπλέον όσοι υιοθετούν τη συγκεκριμένη αντίληψη αναφέρουν πως «δεν ήμασταν έτοιμοι, χρειαζόμασταν κι άλλο χρόνο». Ορισμένες παρατηρήσεις:
● Ακόμη κι αν επέτρεπε ο ΣΥΡΙΖΑ στον Αντ. Σαμαρά να συνεχίσει το... θεάρεστο έργο του, δεν θα άλλαζε κάτι επί της ουσίας. Κι αυτός μνημόνιο θα εφάρμοζε και μάλιστα πολύ πιο επώδυνο απ’ αυτό που υπέγραψε η κυβέρνησή του τον Ιούλιο του 2015, αν κρίνουμε από το περιεχόμενο του mail Χαρδούβελη και από τις τοποθετήσεις των παραγόντων της Δεξιάς και του ΠΑΣΟΚ που προετοίμαζαν το κλίμα για νέα, πιο επαχθή μέτρα. Θα μπορούσε βεβαίως ο ΣΥΡΙΖΑ να υποστηρίξει ότι δεν ήταν επιλογή του το μνημόνιο, ωστόσο ως προς το περιεχόμενο δεν θα υπήρχε διαφορά, αφού κι αυτός μνημόνιο θα εφάρμοζε, των άλλων βεβαίως, ωστόσο μνημόνιο. Επίσης θα ήταν ευάλωτος στις κατηγορίες για μακιαβελισμό και οπορτουνισμό επειδή θα άφηνε τη Δεξιά να κυβερνά, να δημιουργεί δυσάρεστα τετελεσμένα για τον κόσμο της εργασίας και να πλήττει με τις πολιτικές της τα κοινωνικά στρώματα που αυτός, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ, είχε δεσμευτεί ότι θα προστατεύσει και θα υπερασπιστεί με κάθε μέσο. Για την Αριστερά, η οποία, όπως έλεγε τότε ο Αλ. Τσίπρας και συμφωνούσαν οι πάντες στον ΣΥΡΙΖΑ, «είναι για τα δύσκολα», θα ήταν ένα βάρος που δύσκολα θα μπορούσε να σηκώσει.
● Μπορεί κανείς να βεβαιώσει ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ καθυστερούσε την άφιξή του στη διακυβέρνηση θα κέρδιζε την αυτοδυναμία και δεν θα χρειαζόταν να στηριχτεί στους ΑΝ.ΕΛΛ., μια συνεργασία που όπως λένε πολλοί (τώρα όμως, όχι τότε) του στοίχισε; Οι υποθέσεις εργασίας προσφέρονται για να γράψει κάποιος (αν βεβαίως έχει ταλέντο) ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα με μπόλικα προκλητικά «αν». Οι υποθέσεις εργασίας δίνουν την ευκαιρία σε διάφορους να υποδυθούν τους μετά Χριστόν προφήτες. Θεμιτή φιλοδοξία, αρκεί να μην ξεπερνά τα όρια, να μη φλερτάρει με την αλαζονεία και με το παράγωγό της in extremis, τη γραφικότητα. Οι υποθέσεις εργασίας πάντως που διακινούνται για να δικαιώσουν εκ των υστέρων και εκ του ασφαλούς απόψεις, δεν συνιστούν σοβαρή πολιτική πράξη. Πρόκειται για την κλασική λογική όλων των μειοψηφιών που προσπάθησαν να γίνουν πλειοψηφίες, απέτυχαν και μετά κομπάζουν προβάλλοντας το επιχείρημα «εμείς τα λέγαμε αλλά δεν εισακουστήκαμε», με βασικό στόχο να κερδίσουν τις ψυχές των απογοητευμένων οπαδών και να αποκτήσουν υπολογίσιμο εκτόπισμα στο εσωκομματικό πεδίο.
Αντί λοιπόν στον ΣΥΡΙΖΑ να ασχολούνται με το «μήπως έπρεπε να αφήσουμε τον Σαμαρά να τελειώσει τη βρόμικη δουλειά;» και με το «ήμασταν έτοιμοι να κυβερνήσουμε;», ας αναμετρηθούν στα σοβαρά με το βασικό ερώτημα: «Η στρατηγική μας το 2015 ήταν σωστή; Η ανάλυσή μας για τις δυνατότητες της χώρας, η εκτίμησή μας για τις αντοχές της οικονομίας και τη διαθεσιμότητα της κοινωνίας σε περίπτωση σύγκρουσης και οι προβλέψεις μας για τη στάση της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας πατούσαν στην πραγματικότητα ή κινούνταν στη σφαίρα του επιθυμητού;».
- το κείμενο του Τ. Παππά είναι από την Εφημερίδα των Συντακτών
Σε δύο και κάτι μήνες θα κλείσουν πέντε χρόνια από τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Γενάρη του 2015 και τον σχηματισμό της πρώτης κυβέρνησης της Μεταπολίτευσης χωρίς τη συμμετοχή των πυλώνων του συναινετικού δικομματισμού (Νέα Δημοκρατία, ΠΑΣΟΚ) και στον ΣΥΡΙΖΑ ακόμη δεν έχουν καταλήξει αν έπρεπε να ρίξουν τον Σαμαρά..
με αφορμή την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας κι αν ήταν έτοιμοι να διαχειριστούν τις τύχες της χώρας.
Κατατίθενται απόψεις, σύμφωνα με τις οποίες ο ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε, σε μια περίοδο εξαιρετικά δύσκολη, με την κοινωνία βαθύτατα πληγωμένη και οργισμένη για τα δεινά που περνούσε, να αφήσει τον Σαμαρά να κάνει τη βρόμικη δουλειά. Επιπλέον όσοι υιοθετούν τη συγκεκριμένη αντίληψη αναφέρουν πως «δεν ήμασταν έτοιμοι, χρειαζόμασταν κι άλλο χρόνο». Ορισμένες παρατηρήσεις:
● Ακόμη κι αν επέτρεπε ο ΣΥΡΙΖΑ στον Αντ. Σαμαρά να συνεχίσει το... θεάρεστο έργο του, δεν θα άλλαζε κάτι επί της ουσίας. Κι αυτός μνημόνιο θα εφάρμοζε και μάλιστα πολύ πιο επώδυνο απ’ αυτό που υπέγραψε η κυβέρνησή του τον Ιούλιο του 2015, αν κρίνουμε από το περιεχόμενο του mail Χαρδούβελη και από τις τοποθετήσεις των παραγόντων της Δεξιάς και του ΠΑΣΟΚ που προετοίμαζαν το κλίμα για νέα, πιο επαχθή μέτρα. Θα μπορούσε βεβαίως ο ΣΥΡΙΖΑ να υποστηρίξει ότι δεν ήταν επιλογή του το μνημόνιο, ωστόσο ως προς το περιεχόμενο δεν θα υπήρχε διαφορά, αφού κι αυτός μνημόνιο θα εφάρμοζε, των άλλων βεβαίως, ωστόσο μνημόνιο. Επίσης θα ήταν ευάλωτος στις κατηγορίες για μακιαβελισμό και οπορτουνισμό επειδή θα άφηνε τη Δεξιά να κυβερνά, να δημιουργεί δυσάρεστα τετελεσμένα για τον κόσμο της εργασίας και να πλήττει με τις πολιτικές της τα κοινωνικά στρώματα που αυτός, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ, είχε δεσμευτεί ότι θα προστατεύσει και θα υπερασπιστεί με κάθε μέσο. Για την Αριστερά, η οποία, όπως έλεγε τότε ο Αλ. Τσίπρας και συμφωνούσαν οι πάντες στον ΣΥΡΙΖΑ, «είναι για τα δύσκολα», θα ήταν ένα βάρος που δύσκολα θα μπορούσε να σηκώσει.
● Μπορεί κανείς να βεβαιώσει ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ καθυστερούσε την άφιξή του στη διακυβέρνηση θα κέρδιζε την αυτοδυναμία και δεν θα χρειαζόταν να στηριχτεί στους ΑΝ.ΕΛΛ., μια συνεργασία που όπως λένε πολλοί (τώρα όμως, όχι τότε) του στοίχισε; Οι υποθέσεις εργασίας προσφέρονται για να γράψει κάποιος (αν βεβαίως έχει ταλέντο) ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα με μπόλικα προκλητικά «αν». Οι υποθέσεις εργασίας δίνουν την ευκαιρία σε διάφορους να υποδυθούν τους μετά Χριστόν προφήτες. Θεμιτή φιλοδοξία, αρκεί να μην ξεπερνά τα όρια, να μη φλερτάρει με την αλαζονεία και με το παράγωγό της in extremis, τη γραφικότητα. Οι υποθέσεις εργασίας πάντως που διακινούνται για να δικαιώσουν εκ των υστέρων και εκ του ασφαλούς απόψεις, δεν συνιστούν σοβαρή πολιτική πράξη. Πρόκειται για την κλασική λογική όλων των μειοψηφιών που προσπάθησαν να γίνουν πλειοψηφίες, απέτυχαν και μετά κομπάζουν προβάλλοντας το επιχείρημα «εμείς τα λέγαμε αλλά δεν εισακουστήκαμε», με βασικό στόχο να κερδίσουν τις ψυχές των απογοητευμένων οπαδών και να αποκτήσουν υπολογίσιμο εκτόπισμα στο εσωκομματικό πεδίο.
Αντί λοιπόν στον ΣΥΡΙΖΑ να ασχολούνται με το «μήπως έπρεπε να αφήσουμε τον Σαμαρά να τελειώσει τη βρόμικη δουλειά;» και με το «ήμασταν έτοιμοι να κυβερνήσουμε;», ας αναμετρηθούν στα σοβαρά με το βασικό ερώτημα: «Η στρατηγική μας το 2015 ήταν σωστή; Η ανάλυσή μας για τις δυνατότητες της χώρας, η εκτίμησή μας για τις αντοχές της οικονομίας και τη διαθεσιμότητα της κοινωνίας σε περίπτωση σύγκρουσης και οι προβλέψεις μας για τη στάση της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας πατούσαν στην πραγματικότητα ή κινούνταν στη σφαίρα του επιθυμητού;».
- το κείμενο του Τ. Παππά είναι από την Εφημερίδα των Συντακτών