Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης
Τριήμερο είχαμε παιδιά, μεγάλη μπίζνα για τον τόπο. Από τον πιο ταπεινό βενζινά ως τον εστιάτορα με τα αστέρια τα Μισελέν, όλοι περιμένανε αυτές τις μέρες για να κονομήσουνε. Για να βγάλουν τα σπασμένα της σαιζόν ως τώρα, με τις βροχές της και τις στραβές και τα ανάποδά της. Και όλοι υποδέχονταν τον πελάτη με κατεβασμένα τα βρακιά, γιατί άμα έχει μια φορά δίκιο ο πελάτης ο κανονικός ..
ο πελάτης ο θερινός έχει δίκιο άλλες δέκα. Εκτός από τους Μακεδονομάχους, βεβαίως, που αντί να φτάσει αστράγαλο η σκελέα, σηκώθηκαν ψηλά η ασπίδα και η σάρισα. Για να αντιμετωπίσουν τα μπουλούκια των Σκοπιανών επιδρομέων, που ήρθαν να μαγαρίσουν τη Χαλκιδική!
Αντιγράφω από το ρεπορτάζ, πρώτον γιατί το κόπυ πάστε είναι υπέρ του εργαζομένου και δεύτερον γιατί από τριήμερο έρχομαι κι εγώ, τα χεράκια μου έχουν ξεμάθει από κίμπορντ. Πάμε μαέστρο:
Και τους αφήσανε, σε λέω, τους Σκοπιανούς στην ξέρα και στην άπνοια. Ούτε ένας επιχειρηματίας στη Χαλκιδική, δεν καταδέχθηκε ν’ αγγίξει τα λεφτά τα σλάβικα.
«Ίμα σόμπα;», ρωτάγανε οι τουρίστες.
«Δωμάτιο έχετε;», σαν να λέμε στα ελληνικά.
«Νέμα σόμπα», απαντούσαν υπερήφανοι οι δικοί μας. Εκεί Σκοπιανέ να πήξεις, στο αμάξι να κοιμηθείς, να σε φάνε τα κουνούπια που μου θες και δωμάτιο ελληνικό, ποτισμένο με το δάκρυ και τον ιδρώτα του κάθε πικραμένου πατριώτη.
Και τι δωμάτιο δηλαδή; Ούτε νερό, ρε φίλε!
«Ίμα βόντα;», ρώταγε ο Σκοπιανός, που είχε κορακιάσει απ’ τη ζέστα κι έψαχνε κάπως να δροσιστεί.
«Νέμα βόντα», απαντούσε αγέρωχος ο Έλλην ο περιπτεράς, ο μινιμαρκετάς, ο πρατηριούχος.
Έδειχνε ο άλλος το ψυγείο τίγκα, απορημένος φουλ, «ρε α πάαινε από εδώ» του έλεγε ο δικός μας και του έδειχνε την έξοδο:
«Δεν περνάει το χρήμα σου εδώ παλιοκαριόλη, εδώ είναι η γή του Αλέξανδρου του Μέγα»!
Και κάπως έτσι καταλήξαμε να ζήσουμε την Αποκάλυψη των Ζόμπι στις παραλίες της Βορείου Ελλάδος με χιλιάδες επί χιλιάδων Σκοπιανούς να τριγυρνάνε άυπνοι, νηστικοί και διψασμένοι σαν τις άδικες κατάρες και να βρίζουνε Τσίπρα, Κοτζιά και Ζάεφ. Που μ’ αυτό το ντιλερίκι το πρόστυχο φέρανε τα πάνω κάτω και αφήσανε τον κοσμάκη χωρίς στέγη, τροφή και αεριούχα αναψυκτικά. Αναρωτιέμαι τώρα που γυρίσανε στον τόπο τους αν θα καταπιούνε το φαρμάκι που τους ποτίσαμε ή θα ζητήσουν αναθεώρηση της συμφωνίας. Γιατί χωρίς όνομα έχει, χωρίς Χαλκιδική όμως δεν έχει!
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost
Τριήμερο είχαμε παιδιά, μεγάλη μπίζνα για τον τόπο. Από τον πιο ταπεινό βενζινά ως τον εστιάτορα με τα αστέρια τα Μισελέν, όλοι περιμένανε αυτές τις μέρες για να κονομήσουνε. Για να βγάλουν τα σπασμένα της σαιζόν ως τώρα, με τις βροχές της και τις στραβές και τα ανάποδά της. Και όλοι υποδέχονταν τον πελάτη με κατεβασμένα τα βρακιά, γιατί άμα έχει μια φορά δίκιο ο πελάτης ο κανονικός ..
ο πελάτης ο θερινός έχει δίκιο άλλες δέκα. Εκτός από τους Μακεδονομάχους, βεβαίως, που αντί να φτάσει αστράγαλο η σκελέα, σηκώθηκαν ψηλά η ασπίδα και η σάρισα. Για να αντιμετωπίσουν τα μπουλούκια των Σκοπιανών επιδρομέων, που ήρθαν να μαγαρίσουν τη Χαλκιδική!
Αντιγράφω από το ρεπορτάζ, πρώτον γιατί το κόπυ πάστε είναι υπέρ του εργαζομένου και δεύτερον γιατί από τριήμερο έρχομαι κι εγώ, τα χεράκια μου έχουν ξεμάθει από κίμπορντ. Πάμε μαέστρο:
«Χιλιάδες Σκοπιανοί κατέβηκαν από τη Βόρεια Μακεδονία στη Μακεδονία για το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος. Από το βράδυ της Πέμπτης ξεκίνησε η κάθοδος με προορισμό τη "θερμή θάλασσα" της χώρας προστάτη τους, της Ελλάδας, για να δροσιστούν και να απολαύσουν ολιγοήμερες διακοπές.Μιλιούνια σε λέω, σαν την ακρίδα πλάκωσαν οι γείτονες για να κάνουν κατάληψη στις παραλίες μας. Με το όνομα το καινούριο μάλιστα, να μας κάνουν και πλάκα, ορίστε θείτσο το διαβατήριο, Βόρειος Μακεδών το γράφει το χαρτί, άμα θες στο συλλαβίζω κιόλας, ούνα φάτσα ούνα ράτσα που λέτε κι εσείς με τους Ιταλούς. Κι άντε να βγάλεις τώρα άκρη, μη χέσω και τον ξένιο Δία που μας έτυχε στην καμπούρα κι αυτός. Και πάλι καλά να λέμε που ύψωσαν ανάστημα οι Μακεδονομάχοι!
Την Παρασκευή στους Ευζώνους η κίνηση ήταν ιδιαίτερα μεγάλη.
Μέσα στον καυτό ήλιο τα αυτοκίνητα των Σκοπιανών είχαν σχηματίσει τεράστια ουρά και η αναμονή, σύμφωνα με σκοπιανό δημοσίευμα, έφθανε τη μία ώρα».
Και τους αφήσανε, σε λέω, τους Σκοπιανούς στην ξέρα και στην άπνοια. Ούτε ένας επιχειρηματίας στη Χαλκιδική, δεν καταδέχθηκε ν’ αγγίξει τα λεφτά τα σλάβικα.
«Ίμα σόμπα;», ρωτάγανε οι τουρίστες.
«Δωμάτιο έχετε;», σαν να λέμε στα ελληνικά.
«Νέμα σόμπα», απαντούσαν υπερήφανοι οι δικοί μας. Εκεί Σκοπιανέ να πήξεις, στο αμάξι να κοιμηθείς, να σε φάνε τα κουνούπια που μου θες και δωμάτιο ελληνικό, ποτισμένο με το δάκρυ και τον ιδρώτα του κάθε πικραμένου πατριώτη.
Και τι δωμάτιο δηλαδή; Ούτε νερό, ρε φίλε!
«Ίμα βόντα;», ρώταγε ο Σκοπιανός, που είχε κορακιάσει απ’ τη ζέστα κι έψαχνε κάπως να δροσιστεί.
«Νέμα βόντα», απαντούσε αγέρωχος ο Έλλην ο περιπτεράς, ο μινιμαρκετάς, ο πρατηριούχος.
Έδειχνε ο άλλος το ψυγείο τίγκα, απορημένος φουλ, «ρε α πάαινε από εδώ» του έλεγε ο δικός μας και του έδειχνε την έξοδο:
«Δεν περνάει το χρήμα σου εδώ παλιοκαριόλη, εδώ είναι η γή του Αλέξανδρου του Μέγα»!
Και κάπως έτσι καταλήξαμε να ζήσουμε την Αποκάλυψη των Ζόμπι στις παραλίες της Βορείου Ελλάδος με χιλιάδες επί χιλιάδων Σκοπιανούς να τριγυρνάνε άυπνοι, νηστικοί και διψασμένοι σαν τις άδικες κατάρες και να βρίζουνε Τσίπρα, Κοτζιά και Ζάεφ. Που μ’ αυτό το ντιλερίκι το πρόστυχο φέρανε τα πάνω κάτω και αφήσανε τον κοσμάκη χωρίς στέγη, τροφή και αεριούχα αναψυκτικά. Αναρωτιέμαι τώρα που γυρίσανε στον τόπο τους αν θα καταπιούνε το φαρμάκι που τους ποτίσαμε ή θα ζητήσουν αναθεώρηση της συμφωνίας. Γιατί χωρίς όνομα έχει, χωρίς Χαλκιδική όμως δεν έχει!
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost