Απόσπασμα από εκτενέστατη και άκρως ενδιαφέρουσα αφήγηση της Ολγας Μπακομάρου στη lifo για τη συναρπαστική καριέρα της και τις συνεντεύξεις που άφησαν εποχή
Τον Aνδρέα Παπανδρέου τον είχα συναντήσει για πρώτη φορά το 1977. Η πρώτη του μεγάλη συνέντευξη-πορτρέτο στην ελληνικό περιοδικό Τύπο δημοσιεύτηκε τότε στη «Γυναίκα», ανοίγοντας τον δρόμο και προς τους πολιτικούς, μάλιστα όχι μόνον ως πολιτικά αλλά και ως ανθρώπινα όντα. Το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν αξιωματική αντιπολίτευση ακόμα κι εγώ πήγαινα στο ραντεβού μου με τον αρχηγό του –που μου το είχε κλείσει η Σύλβα Ακρίτα–με μεγάλη περιέργεια.
Το Καστρί ήταν προσπελάσιμο..
τότε, ένα απλό σπίτι μέσα σ’ έναν πράσινο κήπο. Ο Ανδρέας, στην ακμή πάνω, ακτινοβολούσε, η περίφημη «προσωπική γοητεία» του δεν ήταν μύθος. Ήρθε ο ίδιος να μας υποδεχτεί και να μας οδηγήσει στο γραφείο του, το ιστορικό γραφείο του Γεωργίου Παπανδρέου.
Είχα δύο μαγνητόφωνα μαζί μου και τα έβαλα, θυμάμαι, ταυτόχρονα και τα δύο, για ασφάλεια. Ήταν απλός, ευγενικός και άνετος και σε κοιτούσε κατευθείαν στα μάτια με το διαπεραστικό του βλέμμα. Μου έκανε αμέσως εντύπωση ότι απαντούσε πριν ολοκληρώσω την ερώτηση – είχε καταλάβει το νόημά της με τις πρώτες λέξεις. Γελαστά, αλλά τρέμοντας από μέσα μου, τον ρώτησα «αν είναι πράκτορας των Αμερικανών!» Ήταν μια… μυθική ερώτηση αυτή εκείνη την εποχή κι ονειρευόμουν μήνες τη στιγμή που θα βρισκόμουν μπροστά του για να του την κάνω. Μου απάντησε το ίδιο γελαστά και δίχως να… τρέμει και ο ίδιος, φαντάζομαι.
Αργότερα, με ρώτησε αν θέλω ένα ουζάκι, ήταν πρωί ακόμα – ήπιε εκείνος. Διακόψαμε για λίγο, για ένα σύντομο ραντεβού ενδιάμεσα, τριγύριζα στο σπίτι, μου έκαναν εντύπωση τα γυμνά καλώδια καρφωμένα εξωτερικά στους τοίχους. Ήμουν στο σαλόνι και κοιτούσα τους δίσκους όταν άνοιξε η πόρτα και η Μαργαρίτα Παπανδρέου, πανύψηλη, γελαστή και ξαναμμένη, ντυμένη σαν να ερχόταν από εκδρομή, με ρώτησε αν ήθελα ένα ποτήρι κρασί. Δεν ήθελα. Ξανάκλεισε την πόρτα κι ούτε την ξαναείδα.
Υπήρχε ανεμελιά και ελευθερία, ο αέρας μιας οικειότητας που σ' έκανε να αισθάνεσαι σαν στο σπίτι σου. Έφυγα χωρίς να μου ζητήσει κανείς «να δει ο πρόεδρος τη συνέντευξη» –γραμματέας του ήταν η συμπαθέστατη κυρία Φούλα τότε–, δεν με ρώτησαν καν πότε θα δημοσιευτεί η συνέντευξη. Έφυγα με την αίσθηση ότι αυτός ο άνθρωπος, τη στιγμή τουλάχιστον που σου μιλάει, ό,τι κι αν σου λέει, δεν αμφιβάλλεις ότι είναι η αλήθεια. Και καταλάβαινα όλες τις γυναίκες που τον ερωτεύτηκαν.
σημ. zoornalistas:
Το βιβλίο της δημοσιογράφου Όλγας Μπακομάρου, με 26 συνεντεύξεις και τίτλο «Ωσεί Παρόντες», βρίσκεται στο δρόμο για το τυπογραφείο. Ανδρέας, Λουντέμης, Χατζιδάκις, Μελίνα, Καζαντζίδης, Κουν, Τσαρούχης, Ηλίας Ηλιού, ανάμεσα στα πρόσωπα που έχει επιλέξει.
Τον Aνδρέα Παπανδρέου τον είχα συναντήσει για πρώτη φορά το 1977. Η πρώτη του μεγάλη συνέντευξη-πορτρέτο στην ελληνικό περιοδικό Τύπο δημοσιεύτηκε τότε στη «Γυναίκα», ανοίγοντας τον δρόμο και προς τους πολιτικούς, μάλιστα όχι μόνον ως πολιτικά αλλά και ως ανθρώπινα όντα. Το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν αξιωματική αντιπολίτευση ακόμα κι εγώ πήγαινα στο ραντεβού μου με τον αρχηγό του –που μου το είχε κλείσει η Σύλβα Ακρίτα–με μεγάλη περιέργεια.
Το Καστρί ήταν προσπελάσιμο..
τότε, ένα απλό σπίτι μέσα σ’ έναν πράσινο κήπο. Ο Ανδρέας, στην ακμή πάνω, ακτινοβολούσε, η περίφημη «προσωπική γοητεία» του δεν ήταν μύθος. Ήρθε ο ίδιος να μας υποδεχτεί και να μας οδηγήσει στο γραφείο του, το ιστορικό γραφείο του Γεωργίου Παπανδρέου.
Είχα δύο μαγνητόφωνα μαζί μου και τα έβαλα, θυμάμαι, ταυτόχρονα και τα δύο, για ασφάλεια. Ήταν απλός, ευγενικός και άνετος και σε κοιτούσε κατευθείαν στα μάτια με το διαπεραστικό του βλέμμα. Μου έκανε αμέσως εντύπωση ότι απαντούσε πριν ολοκληρώσω την ερώτηση – είχε καταλάβει το νόημά της με τις πρώτες λέξεις. Γελαστά, αλλά τρέμοντας από μέσα μου, τον ρώτησα «αν είναι πράκτορας των Αμερικανών!» Ήταν μια… μυθική ερώτηση αυτή εκείνη την εποχή κι ονειρευόμουν μήνες τη στιγμή που θα βρισκόμουν μπροστά του για να του την κάνω. Μου απάντησε το ίδιο γελαστά και δίχως να… τρέμει και ο ίδιος, φαντάζομαι.
Αργότερα, με ρώτησε αν θέλω ένα ουζάκι, ήταν πρωί ακόμα – ήπιε εκείνος. Διακόψαμε για λίγο, για ένα σύντομο ραντεβού ενδιάμεσα, τριγύριζα στο σπίτι, μου έκαναν εντύπωση τα γυμνά καλώδια καρφωμένα εξωτερικά στους τοίχους. Ήμουν στο σαλόνι και κοιτούσα τους δίσκους όταν άνοιξε η πόρτα και η Μαργαρίτα Παπανδρέου, πανύψηλη, γελαστή και ξαναμμένη, ντυμένη σαν να ερχόταν από εκδρομή, με ρώτησε αν ήθελα ένα ποτήρι κρασί. Δεν ήθελα. Ξανάκλεισε την πόρτα κι ούτε την ξαναείδα.
Υπήρχε ανεμελιά και ελευθερία, ο αέρας μιας οικειότητας που σ' έκανε να αισθάνεσαι σαν στο σπίτι σου. Έφυγα χωρίς να μου ζητήσει κανείς «να δει ο πρόεδρος τη συνέντευξη» –γραμματέας του ήταν η συμπαθέστατη κυρία Φούλα τότε–, δεν με ρώτησαν καν πότε θα δημοσιευτεί η συνέντευξη. Έφυγα με την αίσθηση ότι αυτός ο άνθρωπος, τη στιγμή τουλάχιστον που σου μιλάει, ό,τι κι αν σου λέει, δεν αμφιβάλλεις ότι είναι η αλήθεια. Και καταλάβαινα όλες τις γυναίκες που τον ερωτεύτηκαν.
σημ. zoornalistas:
Το βιβλίο της δημοσιογράφου Όλγας Μπακομάρου, με 26 συνεντεύξεις και τίτλο «Ωσεί Παρόντες», βρίσκεται στο δρόμο για το τυπογραφείο. Ανδρέας, Λουντέμης, Χατζιδάκις, Μελίνα, Καζαντζίδης, Κουν, Τσαρούχης, Ηλίας Ηλιού, ανάμεσα στα πρόσωπα που έχει επιλέξει.