του Χρήστου Ξανθάκη
Αλήτες, ρουφιάνοι, παγωτατζήδες έχετε ακούσει ποτέ; Όχι, ούτε μία φορά. Ούτε αλήτες, ρουφιάνοι, περιπτεράδες είμαι σίγουρος. Και για το αλήτες, ρουφιάνοι υδραυλικοί δεν το συζητώ καν. Σε εκατό πορείες έχω πάει, ούτε μια φορά δεν υπέπεσε στην αντίληψή μου. Ενώ το αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι έχει την τιμητική του κάθε τρεις και λίγο.
Στα μούτρα μάς το πατσαβουριάζουν χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες φωνές κι εμείς καθόμαστε με το χαμόγελο στα χείλη πασαλειμμένοι στα μπουγαδόνερα. Αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι…
Και τώρα θα μας το ξαναφωνάξουνε, με μια φρέσκια αφορμή. Διότι εκλογές πλησιάζουν και ο κλάδος θα εκπροσωπηθεί στα κομματικά ψηφοδέλτια. Κακό δεν είναι, μην τρελαθούμε τώρα, ο καθένας έχει την τοποθέτησή του και την οπτική του. Άλλο είναι το πρόβλημα, δεν είναι
η ιδεολογία.
Το πρόβλημα είναι όταν πουλάς την παραμύθα του αμερόληπτου, ενώ είσαι πιασμάν εκατό τοις εκατό. Όταν λίγους μήνες πριν τις εκλογές μας το παίζεις αντικειμενικός, ενώ έχεις φιλήσεις όλες τις κατουρημένες ποδιές του κόσμου μπας και σε συμπεριλάβουν στους
υποψηφίους. Όταν σκίζεις τα ρούχα σου για τις ισορροπίες που κρατάς, ενώ γέρνεις αποφασιστικά προς τη μία ή την άλλη πλευρά. Αλήτες,ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι…
Δεν είναι καινούριο το φαινόμενο, χίλιες φορές το έχουμε ξαναδεί.
Καινούρια είναι η απόλυτη αναίδεια των υποψηφίων, που γράφουν εκεί που δεν πιάνει μελάνι κάθε δεοντολογία. Και βγαίνουν στις εφημερίδες, στα ραδιόφωνα, στα κανάλια και στο ίντερνετ πουλώντας μυαλό και άποψη για τη σωτηρία της πατρίδας. Το μόνο που τους νοιάζει όμως είναι να σώσουν τα κωλαράκια τους, καθισμένοι πάνω στον τροφαντό μισθό του βουλευτή. Χώρια τα προνόμια και τα δωράκια που προβλέπει η θέση, χώρια η προοπτική της συμμετοχής σε κυβερνητικούς θώκους. Και πάρε θεωρίες και προτάσεις και λύσεις, ν’ ακούσεις μπαγλαμά να ξεστραβωθείς. Αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι…
Κάπως έτσι φτάνουμε στο απροχώρητο. Κάπως έτσι φτάνουμε στο μη περαιτέρω. Φτάνουμε σε ένα σημείο όπου όλοι εμείς οι υπόλοιποι και όλες εμείς οι υπόλοιπες που δηλώνουμε δημοσιογράφοι να μην ξέρουμε που να κρυφτούμε. Να μην ξέρουμε πώς να αντιμετωπίσουμε τις ροχάλες και τις μούντζες. Διότι πέφτουν βροχή οι ροχάλες και οι μούντζες ενόψει εκλογών και θα γίνουν ακόμη περισσότερες όταν μαθευτεί πόσοι έγκυροι και έμπειροι συνάδελφοι παρατάνε τον κλάδο
για να είναι υποψήφιοι. Την τελευταία στιγμή κι ενώ όλο τον προηγούμενο καιρό δεν είχαν ιδέα από κομματικές προτιμήσεις.
Λυπούμαι πολύ για την πάρτη τους, αλλά πιο πολύ λυπάμαι για εμάς.
Γιατί αν αυτούς τους τιμά το σύνθημα αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι, εμένα μου γυρνάει τ’ άντερα και θα ήθελα πολύ να μην το ξανακούσω. Έλα όμως που τα Πειθαρχικά κυνηγάνε τους
Καψώχες αυτού του κόσμου και όχι τους αυριανούς βουλευτάς…
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από τα media της εφημερίδας «Εθνος της Κυριακής» (20/1/2019)
Αλήτες, ρουφιάνοι, παγωτατζήδες έχετε ακούσει ποτέ; Όχι, ούτε μία φορά. Ούτε αλήτες, ρουφιάνοι, περιπτεράδες είμαι σίγουρος. Και για το αλήτες, ρουφιάνοι υδραυλικοί δεν το συζητώ καν. Σε εκατό πορείες έχω πάει, ούτε μια φορά δεν υπέπεσε στην αντίληψή μου. Ενώ το αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι έχει την τιμητική του κάθε τρεις και λίγο.
Στα μούτρα μάς το πατσαβουριάζουν χιλιάδες, δεκάδες χιλιάδες φωνές κι εμείς καθόμαστε με το χαμόγελο στα χείλη πασαλειμμένοι στα μπουγαδόνερα. Αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι…
Και τώρα θα μας το ξαναφωνάξουνε, με μια φρέσκια αφορμή. Διότι εκλογές πλησιάζουν και ο κλάδος θα εκπροσωπηθεί στα κομματικά ψηφοδέλτια. Κακό δεν είναι, μην τρελαθούμε τώρα, ο καθένας έχει την τοποθέτησή του και την οπτική του. Άλλο είναι το πρόβλημα, δεν είναι
η ιδεολογία.
Το πρόβλημα είναι όταν πουλάς την παραμύθα του αμερόληπτου, ενώ είσαι πιασμάν εκατό τοις εκατό. Όταν λίγους μήνες πριν τις εκλογές μας το παίζεις αντικειμενικός, ενώ έχεις φιλήσεις όλες τις κατουρημένες ποδιές του κόσμου μπας και σε συμπεριλάβουν στους
υποψηφίους. Όταν σκίζεις τα ρούχα σου για τις ισορροπίες που κρατάς, ενώ γέρνεις αποφασιστικά προς τη μία ή την άλλη πλευρά. Αλήτες,ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι…
Δεν είναι καινούριο το φαινόμενο, χίλιες φορές το έχουμε ξαναδεί.
Καινούρια είναι η απόλυτη αναίδεια των υποψηφίων, που γράφουν εκεί που δεν πιάνει μελάνι κάθε δεοντολογία. Και βγαίνουν στις εφημερίδες, στα ραδιόφωνα, στα κανάλια και στο ίντερνετ πουλώντας μυαλό και άποψη για τη σωτηρία της πατρίδας. Το μόνο που τους νοιάζει όμως είναι να σώσουν τα κωλαράκια τους, καθισμένοι πάνω στον τροφαντό μισθό του βουλευτή. Χώρια τα προνόμια και τα δωράκια που προβλέπει η θέση, χώρια η προοπτική της συμμετοχής σε κυβερνητικούς θώκους. Και πάρε θεωρίες και προτάσεις και λύσεις, ν’ ακούσεις μπαγλαμά να ξεστραβωθείς. Αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι…
Κάπως έτσι φτάνουμε στο απροχώρητο. Κάπως έτσι φτάνουμε στο μη περαιτέρω. Φτάνουμε σε ένα σημείο όπου όλοι εμείς οι υπόλοιποι και όλες εμείς οι υπόλοιπες που δηλώνουμε δημοσιογράφοι να μην ξέρουμε που να κρυφτούμε. Να μην ξέρουμε πώς να αντιμετωπίσουμε τις ροχάλες και τις μούντζες. Διότι πέφτουν βροχή οι ροχάλες και οι μούντζες ενόψει εκλογών και θα γίνουν ακόμη περισσότερες όταν μαθευτεί πόσοι έγκυροι και έμπειροι συνάδελφοι παρατάνε τον κλάδο
για να είναι υποψήφιοι. Την τελευταία στιγμή κι ενώ όλο τον προηγούμενο καιρό δεν είχαν ιδέα από κομματικές προτιμήσεις.
Λυπούμαι πολύ για την πάρτη τους, αλλά πιο πολύ λυπάμαι για εμάς.
Γιατί αν αυτούς τους τιμά το σύνθημα αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι, εμένα μου γυρνάει τ’ άντερα και θα ήθελα πολύ να μην το ξανακούσω. Έλα όμως που τα Πειθαρχικά κυνηγάνε τους
Καψώχες αυτού του κόσμου και όχι τους αυριανούς βουλευτάς…
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από τα media της εφημερίδας «Εθνος της Κυριακής» (20/1/2019)