Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2019

Ο βλάκας είναι άρχοντας

Κατ’ αρχάς βλάκας δεν γίνεσαι, γεννιέσαι. Από την κούνια το αποκτάς το θείο το χάρισμα. Ούτε σπουδές ούτε τίποτα ή το ‘χεις ή δεν το ‘χεις. Μερικοί είναι τυχεροί από γεννησιμιού τους. Παίζει ρόλο κι η κληρονομικότητα λεν η επιστήμονες, αλλά το παραδέχεται και η εκκλησία μας: άλλο να φέρεις το γονίδιο εντός σου κι άλλο να είσαι αυτοδημιούργητος και να το χτίζεις βήμα βήμα. Αξιέπαινος..
κι ο αυτοδημιούργητος δεν αντιλέγω, όμως άλλη αρχοντιά έχει ο μαλάκας από πάππου προς πάππον.
Γιατί ο μαλάκας είναι άρχοντας, είναι ακατάβλητος κι έχει και γερή κράση. Δεν αρρωσταίνει ποτέ, δεν βήχει, δεν ανεβάζει πυρετό. Όταν είμαστε όλοι γριπιασμένοι, αυτός εκεί όρθιος στις επάλξεις. Βρέξει χιονίσει στο καθήκον. Έχει γνώμη για τα πάντα, τοποθετείται επί παντός, κρίνει και κατακρίνει. Συνήθως γράφει και το ‘μήνυμα’ ‘μύνημα’, αλλά αυτό δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για να περιληφθεί στην συγκεκριμένη κατηγορία.
Ο μαλάκας ο ορίτζιναλ, σε κάνει να χάσεις την ψυχραιμία σου ενώ ο ίδιος διατηρεί τη δική του. Γι’ αυτό και σε νικάει: είναι νηφάλιος, ακούραστος κι οργανωμένος. Τεχνοκράτης άνθρωπος τι να λέμε, όχι χύμα ερασιτέχνης όπως εμείς.
Αν και η νευροβιολογία αναφέρει τις ‘πέντε ηλικίες του εγκεφάλου’, αυτός δεν πτοείται από τέτοιες επιστήμες του διαβόλου. Ο δικός του εγκέφαλος παραμένει συμπαγής ως τούβλο κι αεροστεγής ως τάπερ. Και διαχρονικός δεν περνάει η μόδα του, δίνεις κάτι παραπάνω αλλά σου βγαίνει αθάνατο το μοχέρ.
Βέβαια, όταν οι έννοιες γίνονται σύνθετες, ζορίζεται. Κι επειδή δεν γουστάρει τα ζόρια, καταδικάζει ό,τι δεν κατανοεί. Π.χ. ενδιαφέρεσαι και για την κλιματική αλλαγή και για τις τάσεις στα παπούτσια; Όπα παιδιά, ή το ένα ή το άλλο. Αλλιώς είσαι υποκριτής: όταν υπερθερμαίνεται ο βόρειος πόλος, με τι καρδιά θα το αγοράσεις το παντοφλέ; Κάτσε ξυπόλητος να κάνεις αέρα στον πλανήτη.
Πολύ τον αποσυντονίζουν οι ‘άλλοι’ άνθρωποι. Αυτοί που και πιστολάκι κάνουν στο μαλλί, αλλά και μια σακούλα τρόφιμα κρεμάνε στο μάνταλο της πολυκατοικίας. Που και βοηθούν όσο μπορούν, αλλά και θαυμάζουν το πουλόβερ της βιτρίνας. Που χαίρονται και λυπούνται. Και γελούν και κλαίνε και θυμώνουν κι αγαπιούνται και μαλώνουν και φιλιούνται και ξανά απ’ την αρχή. Γιατί οι μέρες των ‘άλλων’ είναι μέρες όμορφες και μέρες βαριές, μέρες λαμπερές και μέρες δακρυσμένες.
Αντίθετα η δική του ζωή είναι ασπρόμαυρη. Στο μυαλό του μέσα ο μαλάκας είναι λευκός, αρτιμελής, ψηλός, ξανθός και παίζει τένις. Και στρέιτ. Και επιστήμονας. Γι’ αυτό κι επιβάλλεται στους άλλους: τον βλέπεις και παραμυθιάζεσαι. Λες για να μου κουνάει αυτός το δάχτυλο, είναι μέγας ανθρωπιστής. Μαγειρεύει στα συσσίτια, δίνει κουβέρτα στον άστεγο, στειρώνει το αδέσποτο και περνάει την κυρία απέναντι. Είναι ο άνθρωπος που σηκώνεται απ’ τον καναπέ, βγαίνει απ’ τον δρόμο του και βοηθάει ως καλός Σαμαρείτης.
Νομίζεις.
Ο τύπος ό,τι κι αν συμβεί, παραμένει αδρανής - αφού βέβαια στηλιτεύσει την δική σου αδράνεια. Τα έχει καλά με όλους, δεν πατάει κάλους, γλείφει τους ‘ανώτερους’ και φτύνει τους ‘κατώτερους’ και γενικώς την περνάει ζωή και κότα. Με μαθηματικούς υπολογισμούς, θα ζήσει περισσότερα χρόνια από σένα κι από μένα, γιατί ο αναίσθητος ο άνθρωπος έχει την υγειά του αγάπη μου, έχει τη ζωάρα του για τον διπλανό του θα κάτσει να σκάσει;
Σε βαθμό που αναρωτιέσαι τελικά. Ποιος είναι ο μαλάκας; Αυτός ή εσύ; Αυτός που σου κουνάει το δάχτυλο; Ή εσύ που απλώνεις το χέρι;
 
Έλενα Ακρίτα (TA NEA 16.2.2019)