του Marcel Gauchet (*)
Η χώρα μου αποδείχθηκε ακυβέρνητη. Αυτό είναι το κάπως απελπισμένο και θλιβερό συμπέρασμα το οποίο συνάγω. Υπάρχει ένα επαναστατικό φαντασιακό που εξακολουθεί να είναι πολύ ισχυρό. Πρόκειται για μια σταθερή κατάσταση στη.. γαλλική πολιτική ζωή. Άμα δεν τα σπάσεις δεν σε παίρνουν στα σοβαρά. Αν θέλουμε να αναζητήσουμε τις ρίζες του κοινωνικού ρήγματος για το οποίο μίλησα πριν από τρεις δεκαετίες, θα βρούμε την αιτία: είναι η προβολή στο γαλλικό έδαφος των παγκοσμίων ρηγμάτων που συνδέονται με την παγκοσμιοποίηση. Η αποβιομηχάνιση έπληξε ολόκληρες περιοχές, που έχουν ερημώσει.
Ο Εμανουέλ Μακρόν εξελέγη πρόεδρος χάρις στην αποσύνθεση του πολιτικού συστήματος. Ενσάρκωσε την απογοήτευση από τα πολιτικά κόμματα. Κατάφερε να κερδίσει υποσχόμενος ότι θα ακούει την κοινωνία. Κι όχι μόνο αθέτησε την υπόσχεσή του, αλλά έκανε το αντίθετο. Επιπλέον, θέλησε να «παίξει τον πρόεδρο». Με άλλα λόγια, να επιβάλει τη μοναρχική πλευρά αυτού του θεσμού, να συμπεριφερθεί ως πρόεδρος-μονάρχης. Δεν κατάλαβε ότι στη γαλλική παράδοση, ένας βασιλιάς είναι ένας διαιτητής: ο ρόλος του είναι να υποχρεώνει τους κυβερνώντες να ακούνε τους κυβερνώμενους.
Όταν οι πολίτες τον κατηγορούν ότι είναι ο πρόεδρος των πλουσίων, αυτό που του καταλογίζουν είναι ότι δεν λειτουργεί ως διαιτητής μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών. Το πρόβλημα δεν είναι καινούργιο. Ναι, ο στρατηγός ντε Γκολ, ιδρυτής της Πέμπτης Δημοκρατίας, ενσάρκωνε το προεδρικό αξίωμα, όπως και ο Πομπιντού, ο Ζισκάρ Ντ'Εστέν και ο Μιτεράν. Ο Σιράκ είχε προεδρικό κύρος, αλλά τίποτα περισσότερο. Από εκεί και μετά ήρθε η καταστροφή. Ούτε ο Σαρκοζί ούτε ο Ολάντ ούτε ο Μακρόν κατάφεραν να γίνουν σεβαστοί ως πρόεδροι.
Ο Μακρόν θα μπορούσε βέβαια να αλλάξει. Είναι νέος, εύπλαστος, δεν είναι κλεισμένος στις ρουτίνες της εξουσίας. Η επίλυση όμως της κρίσης με τα Κίτρινα Γιλέκα είναι κάτι πιο σύνθετο. Τα Κίτρινα Γιλέκα λένε: «Αξίζουμε καλύτερη μοίρα». Γίνεται πολύς λόγος για οργή, αλλά αυτό που κυριαρχεί είναι η διατύπωση μιας απαίτησης προς την εξουσία. Πώς θα βελτιωθεί η μοίρα τους; Το ερώτημα που τίθεται είναι πρωτότυπο. Μπορεί φυσικά να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα. Και μετά;
Ολόκληρα στρώματα της κοινωνίας δεν μιλούν πλέον την ίδια γλώσσα και δεν μπορούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Αυτό δεν είναι πλέον κοινωνικό ρήγμα: είναι ένα ηθικό ρήγμα μεταξύ ανθρώπων που δεν έχουν τίποτα να πουν μεταξύ τους. Συναίνεση δεν θα υπάρξει ποτέ. Αυτό εννοώ όταν λέω ότι η Γαλλία έχει γίνει ακυβέρνητη.
Η χώρα μου αποδείχθηκε ακυβέρνητη. Αυτό είναι το κάπως απελπισμένο και θλιβερό συμπέρασμα το οποίο συνάγω. Υπάρχει ένα επαναστατικό φαντασιακό που εξακολουθεί να είναι πολύ ισχυρό. Πρόκειται για μια σταθερή κατάσταση στη.. γαλλική πολιτική ζωή. Άμα δεν τα σπάσεις δεν σε παίρνουν στα σοβαρά. Αν θέλουμε να αναζητήσουμε τις ρίζες του κοινωνικού ρήγματος για το οποίο μίλησα πριν από τρεις δεκαετίες, θα βρούμε την αιτία: είναι η προβολή στο γαλλικό έδαφος των παγκοσμίων ρηγμάτων που συνδέονται με την παγκοσμιοποίηση. Η αποβιομηχάνιση έπληξε ολόκληρες περιοχές, που έχουν ερημώσει.
Ο Εμανουέλ Μακρόν εξελέγη πρόεδρος χάρις στην αποσύνθεση του πολιτικού συστήματος. Ενσάρκωσε την απογοήτευση από τα πολιτικά κόμματα. Κατάφερε να κερδίσει υποσχόμενος ότι θα ακούει την κοινωνία. Κι όχι μόνο αθέτησε την υπόσχεσή του, αλλά έκανε το αντίθετο. Επιπλέον, θέλησε να «παίξει τον πρόεδρο». Με άλλα λόγια, να επιβάλει τη μοναρχική πλευρά αυτού του θεσμού, να συμπεριφερθεί ως πρόεδρος-μονάρχης. Δεν κατάλαβε ότι στη γαλλική παράδοση, ένας βασιλιάς είναι ένας διαιτητής: ο ρόλος του είναι να υποχρεώνει τους κυβερνώντες να ακούνε τους κυβερνώμενους.
Όταν οι πολίτες τον κατηγορούν ότι είναι ο πρόεδρος των πλουσίων, αυτό που του καταλογίζουν είναι ότι δεν λειτουργεί ως διαιτητής μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών. Το πρόβλημα δεν είναι καινούργιο. Ναι, ο στρατηγός ντε Γκολ, ιδρυτής της Πέμπτης Δημοκρατίας, ενσάρκωνε το προεδρικό αξίωμα, όπως και ο Πομπιντού, ο Ζισκάρ Ντ'Εστέν και ο Μιτεράν. Ο Σιράκ είχε προεδρικό κύρος, αλλά τίποτα περισσότερο. Από εκεί και μετά ήρθε η καταστροφή. Ούτε ο Σαρκοζί ούτε ο Ολάντ ούτε ο Μακρόν κατάφεραν να γίνουν σεβαστοί ως πρόεδροι.
Ο Μακρόν θα μπορούσε βέβαια να αλλάξει. Είναι νέος, εύπλαστος, δεν είναι κλεισμένος στις ρουτίνες της εξουσίας. Η επίλυση όμως της κρίσης με τα Κίτρινα Γιλέκα είναι κάτι πιο σύνθετο. Τα Κίτρινα Γιλέκα λένε: «Αξίζουμε καλύτερη μοίρα». Γίνεται πολύς λόγος για οργή, αλλά αυτό που κυριαρχεί είναι η διατύπωση μιας απαίτησης προς την εξουσία. Πώς θα βελτιωθεί η μοίρα τους; Το ερώτημα που τίθεται είναι πρωτότυπο. Μπορεί φυσικά να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα. Και μετά;
Ολόκληρα στρώματα της κοινωνίας δεν μιλούν πλέον την ίδια γλώσσα και δεν μπορούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Αυτό δεν είναι πλέον κοινωνικό ρήγμα: είναι ένα ηθικό ρήγμα μεταξύ ανθρώπων που δεν έχουν τίποτα να πουν μεταξύ τους. Συναίνεση δεν θα υπάρξει ποτέ. Αυτό εννοώ όταν λέω ότι η Γαλλία έχει γίνει ακυβέρνητη.
(*) Ο Μαρσέλ Γκοσέ είναι γάλλος φιλόσοφος, συγγραφέας και διευθυντής της επιθεώρησης Le Debat
(Πηγή: συνέντευξη του Μαρσέλ Γκοσέ που δημοσιεύτηκε, μεταξύ άλλων εφημερίδων, στην El Pais)
Τα κείμενα που φιλοξενούνται στη στήλη «Ιδέες και Απόψεις» του ΑΠΕ-ΜΠΕ δημοσιεύονται αυτούσια και απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων και όχι του Πρακτορείου.
(Πηγή: συνέντευξη του Μαρσέλ Γκοσέ που δημοσιεύτηκε, μεταξύ άλλων εφημερίδων, στην El Pais)
Τα κείμενα που φιλοξενούνται στη στήλη «Ιδέες και Απόψεις» του ΑΠΕ-ΜΠΕ δημοσιεύονται αυτούσια και απηχούν τις απόψεις των συγγραφέων και όχι του Πρακτορείου.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ