Όταν τα fake news τα πουλάνε πλέον οι λειτουργοί του Τύπου ο ρεπόρτερ Χρήστος Ξανθάκης εξοργίζεται και τα λέει (εν προκειμένω τα γράφει) έξω από τα δόντια. Διαβάστε το κείμενό του στο newpost υπό τον τίτλο «Ο ψόφος της δημοσιογραφίας»:
Με το αφεντικό έχουμε διαφορές. Δεν έχουμε μικρές διαφορές, έχουμε μεγάλες. Και ιδεολογικές και πολιτικές, μπαίνει στο γραφείο ο Χατζής και αποφαίνεται:
«Πάλι σκατά τα κάνανε οι δικοί σου τα κουμμούνια!»
Οπότε φυσικά του απαντάω κι εγώ:
«Οι δικοί σου οι εθνικόφρονες, όμως, που τα κάνανε απόσκατα;»
Και αρχίζει ο καυγάς, επί παντός του επιστητού, διότι άμα έχεις διαφορές με τον άλλον κάπως πρέπει να τσακωθείς. Πρέπει να τα χώσεις, πρέπει να τα πεις, δεν γίνεται να κρύβεσαι πίσω απ’ το δάχτυλό σου. Είναι στα προαπαιτούμενα της δημοσιογραφίας αυτό το πράγμα, άλλωστε το λέει και η επιγραφή στην αίθουσα της ΕΣΗΕΑ, ότι η δημοσίευσις είναι η ψυχή της δικαιοσύνης. Ρίχτα λοιπόν και μην το μετανοιώνεις!
Θα πω όμως και κάτι για να μην παρεξηγούμαστε. Τόσες φορές που πλακωνόμαστε με τον εκδότη μου, ούτε αδιάβαστο τον έχω πιάσει, ούτε βουτηγμένο στην παραμύθα τον έχω διαγνώσει. Ο άνθρωπος είναι πληροφορημένος μέχρι τα μπούνια και απλώς έχει διαφορετική άποψη από τη δική μου. Δεν πειράζει, γι’ αυτό φτιάξανε τη δημοκρατία οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, για να μπορούν να εκφράζονται όλες οι απόψεις και να μην κυριαρχεί ο πρωτόγονος που έχει το μεγαλύτερο ρόπαλο απ’ όλους.
Αλλά οι αρχαίοι ημών πρόγονοι δεν είχαν προβλέψει το ίντερνετ. Δεν το είχαν στο νου τους, δεν το είχαν φανταστεί καν αυτοί που είχαν φανταστεί όλα τα δεινά και τα βάσανα της ανθρώπινης φύσης. Και φυσικά δεν είχαν υποψιασθεί ότι το διαδίκτυο θα ήταν ένας πολύ αποτελεσματικός δολοφόνος της αξιοπιστίας, της εγκυρότητας, της υπευθυνότητας, της δημοσιογραφίας της ίδιας. Είναι από αυτές τις περιπτώσεις όπου η δημοσίευσις όχι μόνο δεν οδηγεί σε δικαιοσύνη, αλλά την αρπάζει τη δικαιοσύνη απ’ τον καρίτζαφλο και της στερεί το οξυγόνο μέχρι λιποθυμίας. Μέχρι θανάτου για να το πω πιο ωμά, γιατί στις μέρες μας ο ψόφος της δημοσιογραφίας δεν απλώς είναι θέμα συζήτησης στις παρέες των υπερηλίκων. Είναι αυτό που ζούμε και θα ζούμε για πολύ καιρό ακόμη!
Γιατί τα fake news δεν είναι πλέον κάτι που το πουλάνε μόνο τα τρολάκια, τα πληρωμένα από τα κόμματα. Τώρα τα διακινούν και δημοσιογράφοι με ταυτότητα του σωματείου και εμπειρία δεκαετιών. Και δημοφιλία και αναγνώριση και πρόσωπο στην κοινωνία. Άκοπα, αβασάνιστα, αβάδιστα μεταμορφώνουν το κρέας σε ψάρι, το χθες σε σήμερα, το άσπρο σε μαύρο, το τραίνο σε αεροπλάνο, το ψέμα σε αλήθεια, κανένα πρόβλημα, ρωτείστε με θα σας πω, έχω λέγετε. Διότι άλλη αξία έχει άμα το πει και το γράψει το γαμημένο το τρολ και άλλη άμα το πλασάρει δημοσιογράφος με υπογραφή και κούτελο. Αλλιώς θα το πηρουνιάσεις, αλλιώς θα το μασήσεις κι αλλιώς θα το καταπιείς.
Και κάπως έτσι, ο ψόφος της δημοσιογραφίας είναι προ των πυλών. Είναι εδώ, στην αυλή μας, οσονούπω παίρνει το πάνω χέρι. Κι αν δεν υπάρξει οργανωμένη αντιμετώπιση, οργανωμένη αντίδραση από το σινάφι λίαν συντόμως θα μας στείλει όλους και όλες στη χωματερή. Να ατενίζουμε τους ωκεανούς σκατών που θα ταΐζουν τους αναγνώστες, τους τηλεθεατές, τους ακροατές οι καλοί συνάδελφοι της τέταρτης εξουσίας…
Υ.Γ.: Όσα πλασματάκια περιμένουν να πούμε εδώ τα ονόματά τους για ν’ αρχίσουν να χαϊδεύονται, θα περιμένουν πολύ.
- το κείμενο του Χρήστου ξανθάκη
Με το αφεντικό έχουμε διαφορές. Δεν έχουμε μικρές διαφορές, έχουμε μεγάλες. Και ιδεολογικές και πολιτικές, μπαίνει στο γραφείο ο Χατζής και αποφαίνεται:
«Πάλι σκατά τα κάνανε οι δικοί σου τα κουμμούνια!»
Οπότε φυσικά του απαντάω κι εγώ:
«Οι δικοί σου οι εθνικόφρονες, όμως, που τα κάνανε απόσκατα;»
Και αρχίζει ο καυγάς, επί παντός του επιστητού, διότι άμα έχεις διαφορές με τον άλλον κάπως πρέπει να τσακωθείς. Πρέπει να τα χώσεις, πρέπει να τα πεις, δεν γίνεται να κρύβεσαι πίσω απ’ το δάχτυλό σου. Είναι στα προαπαιτούμενα της δημοσιογραφίας αυτό το πράγμα, άλλωστε το λέει και η επιγραφή στην αίθουσα της ΕΣΗΕΑ, ότι η δημοσίευσις είναι η ψυχή της δικαιοσύνης. Ρίχτα λοιπόν και μην το μετανοιώνεις!
Θα πω όμως και κάτι για να μην παρεξηγούμαστε. Τόσες φορές που πλακωνόμαστε με τον εκδότη μου, ούτε αδιάβαστο τον έχω πιάσει, ούτε βουτηγμένο στην παραμύθα τον έχω διαγνώσει. Ο άνθρωπος είναι πληροφορημένος μέχρι τα μπούνια και απλώς έχει διαφορετική άποψη από τη δική μου. Δεν πειράζει, γι’ αυτό φτιάξανε τη δημοκρατία οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, για να μπορούν να εκφράζονται όλες οι απόψεις και να μην κυριαρχεί ο πρωτόγονος που έχει το μεγαλύτερο ρόπαλο απ’ όλους.
Αλλά οι αρχαίοι ημών πρόγονοι δεν είχαν προβλέψει το ίντερνετ. Δεν το είχαν στο νου τους, δεν το είχαν φανταστεί καν αυτοί που είχαν φανταστεί όλα τα δεινά και τα βάσανα της ανθρώπινης φύσης. Και φυσικά δεν είχαν υποψιασθεί ότι το διαδίκτυο θα ήταν ένας πολύ αποτελεσματικός δολοφόνος της αξιοπιστίας, της εγκυρότητας, της υπευθυνότητας, της δημοσιογραφίας της ίδιας. Είναι από αυτές τις περιπτώσεις όπου η δημοσίευσις όχι μόνο δεν οδηγεί σε δικαιοσύνη, αλλά την αρπάζει τη δικαιοσύνη απ’ τον καρίτζαφλο και της στερεί το οξυγόνο μέχρι λιποθυμίας. Μέχρι θανάτου για να το πω πιο ωμά, γιατί στις μέρες μας ο ψόφος της δημοσιογραφίας δεν απλώς είναι θέμα συζήτησης στις παρέες των υπερηλίκων. Είναι αυτό που ζούμε και θα ζούμε για πολύ καιρό ακόμη!
Γιατί τα fake news δεν είναι πλέον κάτι που το πουλάνε μόνο τα τρολάκια, τα πληρωμένα από τα κόμματα. Τώρα τα διακινούν και δημοσιογράφοι με ταυτότητα του σωματείου και εμπειρία δεκαετιών. Και δημοφιλία και αναγνώριση και πρόσωπο στην κοινωνία. Άκοπα, αβασάνιστα, αβάδιστα μεταμορφώνουν το κρέας σε ψάρι, το χθες σε σήμερα, το άσπρο σε μαύρο, το τραίνο σε αεροπλάνο, το ψέμα σε αλήθεια, κανένα πρόβλημα, ρωτείστε με θα σας πω, έχω λέγετε. Διότι άλλη αξία έχει άμα το πει και το γράψει το γαμημένο το τρολ και άλλη άμα το πλασάρει δημοσιογράφος με υπογραφή και κούτελο. Αλλιώς θα το πηρουνιάσεις, αλλιώς θα το μασήσεις κι αλλιώς θα το καταπιείς.
Και κάπως έτσι, ο ψόφος της δημοσιογραφίας είναι προ των πυλών. Είναι εδώ, στην αυλή μας, οσονούπω παίρνει το πάνω χέρι. Κι αν δεν υπάρξει οργανωμένη αντιμετώπιση, οργανωμένη αντίδραση από το σινάφι λίαν συντόμως θα μας στείλει όλους και όλες στη χωματερή. Να ατενίζουμε τους ωκεανούς σκατών που θα ταΐζουν τους αναγνώστες, τους τηλεθεατές, τους ακροατές οι καλοί συνάδελφοι της τέταρτης εξουσίας…
Υ.Γ.: Όσα πλασματάκια περιμένουν να πούμε εδώ τα ονόματά τους για ν’ αρχίσουν να χαϊδεύονται, θα περιμένουν πολύ.
- το κείμενο του Χρήστου ξανθάκη