του Γιάννη Κωνσταντινίδη*
Κάθισε στο διπλανό τραπέζι του παραλιακού καφέ κρατώντας διπλωμένες στο χέρι του δύο εφημερίδες που δεν αγοράζουμε ποτέ «μαζί»: μία από αυτές με τον ξενικό τίτλο και τα ελαφρώς pop art γραφικά στο πρωτοσέλιδο και μία από αυτές που πρέπει να ξεδιπλώσεις για να χωρίσεις το κεντρικό ασπρόμαυρο από τα
υπόλοιπα παλ αποχρώσεων φύλλα της. Φυσικό ήταν η περίπτωσή του να μου κεντρίσει το επαγγελματικό ενδιαφέρον: ποιες να ήταν οι πολιτικές προτιμήσεις αυτού του αγνώστου και, ακόμα σημαντικότερο, πώς επηρεάζονταν οι προτιμήσεις του από τα κανάλια ενημέρωσης που ο άγνωστος είχε επιλέξει; Συνηθίζουμε να αποδίδουμε με ευκολία στα μέσα ενημέρωσης υπερφυσικές δυνάμεις πειθούς, παίρνοντας ως δεδομένο ότι ο καθένας μας επιλέγει μία και μόνο πηγή πληροφόρησης, η οποία μάλιστα προεπιλέγεται στη βάση του κριτηρίου της εγγύτητας των απόψεων που εκφράζονται με προϋπάρχουσες δικές μας πεποιθήσεις.
Ακόμα και οι νεότερες εκδόσεις των θεωριών επίδρασης των πηγών στις προτιμήσεις μας για την πολιτική, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη τους την επέκταση της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, καταλήγουν στην άποψη ότι ο μέσος χρήστης παρακολουθεί τις αναρτήσεις και τα σχόλια συγκεκριμένων διαδικτυακών φίλων με τους οποίους μοιράζεται νοοτροπίες, εμπειρίες και τελικά και πολιτικές απόψεις. Ο άγνωστος διέψευδε τις βεβαιότητές μας για το μονοπώλιο που μας αρέσει να αυτο-επιβάλλουμε στην ενημέρωσή μας.
Τον παρακολούθησα να ανοίγει με προσοχή την πρώτη εφημερίδα και να γυρίζει σχεδόν ευλαβικά και με σταθερό ρυθμό τα φύλλα της, δείχνοντας να μην αφήνει ασκανάριστο ούτε ένα μονόστηλο. Οταν έφτασε στο οπισθόφυλλο της μίας εφημερίδας, την άφησε και, μετά από ένα ολιγόλεπτο διάλειμμα, επανέλαβε την ιεροτελεστία της ανάγνωσης με τη δεύτερη.
«Κάνετε το ίδιο και με τα δελτία ειδήσεων των τηλεοπτικών καναλιών;» τον ρώτησα, όταν τελείωσε το σκανάρισμα των κειμένων και της δεύτερης εφημερίδας. «Αν δεν το έκανα, θα πίστευα είτε ότι η Ελλάδα βγήκε από τα μνημόνια, είτε ότι η Ελλάδα είναι Βενεζουέλα» μου απάντησε.
Θυμήθηκα αυτομάτως τις αντι-δεξιές και τις αντι-ΣΥΡΙΖΑ «παρέες του καλοκαιριού» που αναπαρήγαν στα βραδινά τραπέζια τους στείρους δημοσιογραφικούς σχολιασμούς της πρωινής ζώνης, πριν καταλήξουν στη διαπίστωση ότι το τηλεοπτικό κανάλι που διατυπώνει τα ακριβώς αντίστροφα σχόλια για τον πολιτικό τους αγαπημένο -και το οποίο φυσικά δεν παρακολουθούν- κατρακυλά στον κατήφορο της αισχρής προπαγάνδας. Εγκλωβισμένοι στα όρια της ενημέρωσης που θέτει η μιντιακή αυθεντία την οποία επιλέξαμε, οι περισσότεροι από εμάς πιστεύουμε ότι δεν υπάρχει κόσμος έξω από το ετοιμοπόλεμο και οχυρωμένο κάστρο του αγαπημένου μας ειδησεογραφικού επιτελείου.
Ο άγνωστος είχε επιλέξει να αποφύγει τους τυφλωμένους αυτούς κόσμους της ενημέρωσης επισκεπτόμενος και τους δύο. Θέλει γερό στομάχι για να διαβάζει κανείς τη μεροληψία επί δύο και να αγωνίζεται να διακρίνει την αντικειμενική πραγματικότητα, γυμνή από εικασίες και πλαισιώσεις της αλήθειας. Ο άγνωστος είχε βέβαια πιο αυξημένες πιθανότητες να το πετύχει σε σύγκριση με έναν αποκλειστικό αναγνώστη της μίας ή της άλλης εφημερίδας.
Και μάλλον άξιζε να το κάνει, αδιαφορώντας για τα στερεοτυπικά σχόλια των γύρω του που θα τον κατέτασσαν στους μεν ή στους δε βλέποντάς τον να διαβάζει πρώτα τη μία και μετά την άλλη εφημερίδα. Μικρό το κόστος για το πιθανό -έστω- κέρδος της αδιαμεσολάβητης αλήθειας.
* επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου Μακεδονίας και επιστημονικού διευθυντή της Prorata
- το κείμενο είναι από την Εφημερίδα των Συντακτών
Κάθισε στο διπλανό τραπέζι του παραλιακού καφέ κρατώντας διπλωμένες στο χέρι του δύο εφημερίδες που δεν αγοράζουμε ποτέ «μαζί»: μία από αυτές με τον ξενικό τίτλο και τα ελαφρώς pop art γραφικά στο πρωτοσέλιδο και μία από αυτές που πρέπει να ξεδιπλώσεις για να χωρίσεις το κεντρικό ασπρόμαυρο από τα
υπόλοιπα παλ αποχρώσεων φύλλα της. Φυσικό ήταν η περίπτωσή του να μου κεντρίσει το επαγγελματικό ενδιαφέρον: ποιες να ήταν οι πολιτικές προτιμήσεις αυτού του αγνώστου και, ακόμα σημαντικότερο, πώς επηρεάζονταν οι προτιμήσεις του από τα κανάλια ενημέρωσης που ο άγνωστος είχε επιλέξει; Συνηθίζουμε να αποδίδουμε με ευκολία στα μέσα ενημέρωσης υπερφυσικές δυνάμεις πειθούς, παίρνοντας ως δεδομένο ότι ο καθένας μας επιλέγει μία και μόνο πηγή πληροφόρησης, η οποία μάλιστα προεπιλέγεται στη βάση του κριτηρίου της εγγύτητας των απόψεων που εκφράζονται με προϋπάρχουσες δικές μας πεποιθήσεις.
Ακόμα και οι νεότερες εκδόσεις των θεωριών επίδρασης των πηγών στις προτιμήσεις μας για την πολιτική, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη τους την επέκταση της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, καταλήγουν στην άποψη ότι ο μέσος χρήστης παρακολουθεί τις αναρτήσεις και τα σχόλια συγκεκριμένων διαδικτυακών φίλων με τους οποίους μοιράζεται νοοτροπίες, εμπειρίες και τελικά και πολιτικές απόψεις. Ο άγνωστος διέψευδε τις βεβαιότητές μας για το μονοπώλιο που μας αρέσει να αυτο-επιβάλλουμε στην ενημέρωσή μας.
Τον παρακολούθησα να ανοίγει με προσοχή την πρώτη εφημερίδα και να γυρίζει σχεδόν ευλαβικά και με σταθερό ρυθμό τα φύλλα της, δείχνοντας να μην αφήνει ασκανάριστο ούτε ένα μονόστηλο. Οταν έφτασε στο οπισθόφυλλο της μίας εφημερίδας, την άφησε και, μετά από ένα ολιγόλεπτο διάλειμμα, επανέλαβε την ιεροτελεστία της ανάγνωσης με τη δεύτερη.
«Κάνετε το ίδιο και με τα δελτία ειδήσεων των τηλεοπτικών καναλιών;» τον ρώτησα, όταν τελείωσε το σκανάρισμα των κειμένων και της δεύτερης εφημερίδας. «Αν δεν το έκανα, θα πίστευα είτε ότι η Ελλάδα βγήκε από τα μνημόνια, είτε ότι η Ελλάδα είναι Βενεζουέλα» μου απάντησε.
Θυμήθηκα αυτομάτως τις αντι-δεξιές και τις αντι-ΣΥΡΙΖΑ «παρέες του καλοκαιριού» που αναπαρήγαν στα βραδινά τραπέζια τους στείρους δημοσιογραφικούς σχολιασμούς της πρωινής ζώνης, πριν καταλήξουν στη διαπίστωση ότι το τηλεοπτικό κανάλι που διατυπώνει τα ακριβώς αντίστροφα σχόλια για τον πολιτικό τους αγαπημένο -και το οποίο φυσικά δεν παρακολουθούν- κατρακυλά στον κατήφορο της αισχρής προπαγάνδας. Εγκλωβισμένοι στα όρια της ενημέρωσης που θέτει η μιντιακή αυθεντία την οποία επιλέξαμε, οι περισσότεροι από εμάς πιστεύουμε ότι δεν υπάρχει κόσμος έξω από το ετοιμοπόλεμο και οχυρωμένο κάστρο του αγαπημένου μας ειδησεογραφικού επιτελείου.
Ο άγνωστος είχε επιλέξει να αποφύγει τους τυφλωμένους αυτούς κόσμους της ενημέρωσης επισκεπτόμενος και τους δύο. Θέλει γερό στομάχι για να διαβάζει κανείς τη μεροληψία επί δύο και να αγωνίζεται να διακρίνει την αντικειμενική πραγματικότητα, γυμνή από εικασίες και πλαισιώσεις της αλήθειας. Ο άγνωστος είχε βέβαια πιο αυξημένες πιθανότητες να το πετύχει σε σύγκριση με έναν αποκλειστικό αναγνώστη της μίας ή της άλλης εφημερίδας.
Και μάλλον άξιζε να το κάνει, αδιαφορώντας για τα στερεοτυπικά σχόλια των γύρω του που θα τον κατέτασσαν στους μεν ή στους δε βλέποντάς τον να διαβάζει πρώτα τη μία και μετά την άλλη εφημερίδα. Μικρό το κόστος για το πιθανό -έστω- κέρδος της αδιαμεσολάβητης αλήθειας.
* επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου Μακεδονίας και επιστημονικού διευθυντή της Prorata
- το κείμενο είναι από την Εφημερίδα των Συντακτών