Ενα εξαιρετικό κείμενο για τα φαντάσματα της Χρήστου Λαδά και την τσογλαναρία των εφημερίδων, υπογράφει ο Χρήστος Ξανθάκης στην κυριακάτικη εφημερίδα «Νέα Σελίδα».
Απολαύστε υπεύθυνα (όπως λέει κι ο ίδιος ο Ξανθάκης):
Παραμύθι χωρίς όνομα
Ίσως και να είναι το ωραιότερο βιβλίο της Πηνελόπης Δέλτα. Σίγουρα, πάντως, είναι αυτό που..
έχει αγαπηθεί πιο πολύ κι από μικρούς κι από μεγάλους. Και για κάποιο μυστήριο λόγο ταιριάζει απόλυτα σε ένα στενάχωρο στόρι του ελληνικού Τύπου που το βλέπουμε να ξετυλίγεται μπροστά μας τους τελευταίους μήνες. Απολαύστε υπεύθυνα:
δημοσιογραφικής Ελλάδας, τώρα περνάς και το ‘χουν σπίτι τους οι νυχτερίδες και οι αράχνες. Ψέλνοντας καθημερινά το κάποτε κραταιό βασίλειο με τα φοβερά κάστρα του…
Είμαστε μια παράξενη φάρα εμείς η τσογλαναρία των εφημερίδων. Και μια φορά κι έναν καιρό μπορεί και να πανηγυρίζαμε έτσι κι ο αντίπαλος έσπαζε το πόδι του. Σήμερα όμως, αντικρίζουμε τα γκρεμισμένα παλιόσπιτα στο βασίλειο των Μοιρολατρών και μας πιάνεται η ψυχή.
Σήμερα διαβάζουμε για τα αγριόχορτα και τις πέτρες και τους παρατημένους δρόμους και τα’ αγκάθια, σήμερα μετράμε τις ανθρώπινες απώλειες σε καθημερινή βάση και αλλάζουμε χρώμα.
Κανείς δεν χαίρεται και κανείς δεν τραγουδάει και κανένας δεν χορεύει.
Και σφυρίζοντας ανάμεσα στις πέτρες και τους βράχους, ο άνεμος μοιρολογούσε το ρήμαγμα του τόπου…
Απολαύστε υπεύθυνα (όπως λέει κι ο ίδιος ο Ξανθάκης):
Παραμύθι χωρίς όνομα
Ίσως και να είναι το ωραιότερο βιβλίο της Πηνελόπης Δέλτα. Σίγουρα, πάντως, είναι αυτό που..
έχει αγαπηθεί πιο πολύ κι από μικρούς κι από μεγάλους. Και για κάποιο μυστήριο λόγο ταιριάζει απόλυτα σε ένα στενάχωρο στόρι του ελληνικού Τύπου που το βλέπουμε να ξετυλίγεται μπροστά μας τους τελευταίους μήνες. Απολαύστε υπεύθυνα:
«Παντού χαρά και καλοπέραση. Και όπου γύριζε το μάτι του ο νέος βασιλιάς, από πάνω από τον ψηλό πύργο του παλατιού του, έβλεπε απέραντα χωράφια σπαρμένα, ρεματιές και λαγκάδια κατάφυτα, χώρες και χωριά με παστρικά όμορφα σπιτάκια, βουνά δασωμένα και λιβάδια καταπράσινα. Αμέτρητες αγελάδες έβοσκαν συντροφικά με κοπάδια αρνιά και κατσίκες. Και σα μερμήγκια δούλευαν οι χωρικοί τη γη, άρμεγαν τις αγελάδες, κούρευαν τα πρόβατα και μετέφερναν γεννήματα και καρπούς στη χώρα, όπου τα πουλούσαν.Αυτά έγραψε η Πηνελόπη Δέλτα κι αυτά ψυχανεμίζονται τα φαντάσματα της Χρήστου Λαδά και τρίζουν κάθε βράδυ τις αλυσίδες τους. Μια φορά κι έναν καιρό χτύπαγε εκεί η καρδιά της
Πέρασαν χρόνια πολλά.
Ο καιρός, που άσπρισε και μάδησε τα μαλλιά του Αστόχαστου και μάρανε την ομορφιά της Παλάβως, άλλαξε και την όψη ολόκληρου του βασιλείου των Μοιρολατρών.
Παντού ερημιά. Πεδιάδες απέραντες, γυμνές, ακαλλιέργητες, απλώνουνταν ως τα σύνορα του βασιλείου, και μονάχα μερικές ερειπωμένες πέτρες μαρτυρούσαν ακόμα τα μέρη όπου άλλοτε έστεκαν, υπερήφανα και απειλητικά, τα φοβερά κάστρα του Συνετού Α'.
Πού και πού, κανένα γκρεμισμένο παλιόσπιτο ξεχώριζε στη μονοτονία της έρημης πεδιάδας. Τ΄αγριόχορτα και οι πέτρες σκέπαζαν τους λόφους, οι δρόμοι, παρατημένοι, χάνουνταν κάτω από τ' αγκάθια που ελεύθερα άπλωναν τα πυκνά τους κλωνάρια.
Και σφυρίζοντας ανάμεσα στις πέτρες και τους βράχους, ο άνεμος μοιρολογούσε το ρήμαγμα του τόπου».
δημοσιογραφικής Ελλάδας, τώρα περνάς και το ‘χουν σπίτι τους οι νυχτερίδες και οι αράχνες. Ψέλνοντας καθημερινά το κάποτε κραταιό βασίλειο με τα φοβερά κάστρα του…
Είμαστε μια παράξενη φάρα εμείς η τσογλαναρία των εφημερίδων. Και μια φορά κι έναν καιρό μπορεί και να πανηγυρίζαμε έτσι κι ο αντίπαλος έσπαζε το πόδι του. Σήμερα όμως, αντικρίζουμε τα γκρεμισμένα παλιόσπιτα στο βασίλειο των Μοιρολατρών και μας πιάνεται η ψυχή.
Σήμερα διαβάζουμε για τα αγριόχορτα και τις πέτρες και τους παρατημένους δρόμους και τα’ αγκάθια, σήμερα μετράμε τις ανθρώπινες απώλειες σε καθημερινή βάση και αλλάζουμε χρώμα.
Κανείς δεν χαίρεται και κανείς δεν τραγουδάει και κανένας δεν χορεύει.
Και σφυρίζοντας ανάμεσα στις πέτρες και τους βράχους, ο άνεμος μοιρολογούσε το ρήμαγμα του τόπου…