Τρία χρόνια μετά τη θριαμβευτική επικράτηση του ΟΧΙ, ο καυγάς καλά κρατεί
Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης
Η μεγάλη ζαριά του Τσίπρα δεν ήταν ότι διεξήγαγε το δημοψήφισμα. Η μεγάλη ζαριά του, ήταν ότι είπε την αλήθεια. Όπου είχε κερδίσει χαλαρά με το θριαμβευτικό 62 % και είχε πάει νικητής και τροπαιούχος στους Ευρωπαίους να ζητήσει δίκιο και του τρίψανε οι Ευρωπαίοι τη μούρη και..
τον στείλανε πίσω στην Ελλάδα με την πρώτη πτήση. Εκεί, είχε δύο επιλογές μπροστά του: Είτε θα πούλαγε παραμύθα στο λαό, προσπαθώντας να μεταμορφώσει το κρέας σε ψάρι, είτε θα άνοιγε τα χαρτιά του και θα παραδεχόταν την ήττα του. Έπραξε το δεύτερο κι άλλαξε την ιστορία τόσο τη δική του όσο και της χώρας.
Έκτοτε έχουν περάσει τρία χρόνια κι εξακολουθούμε να πλακωνόμαστε για το νόημα του δημοψηφίσματος. Και τη χρησιμότητά του και τη διαχείρισή του –για να το πω κομψά, μιας και επιμένουν κάποιοι και κάποιες στον όρο «προδοσία». Έχουν περάσει τρία χρόνια και η Ελλάς σύμπασα βρίσκει αντικείμενο συζήτησης για να συνοδεύσει το φρέντο και τα ενσταντανέ απ’ τις παραλίες στο Ίνσταγκραμ. Βρίσκουν και υπερωριακή απασχόληση τα τρολάκια του διαδικτύου, που σήμερα όλη μέρα θα ξεφτιλίζονται και θα ξεβρακώνονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εκτοξεύοντας λάσπη προς όλες τις κατευθύνσεις. Άξιος ο μισθός τους, έστω και για ένα εικοσιτετράωρο!
Οι υπόλοιποι και οι υπόλοιπες, όσοι και όσες δεν πληρωνόμαστε από τα κομματικά επιτελεία, μπορούμε να το σκεφτούμε ποιο ήρεμα το πράγμα. Και να βγάλουμε επιτέλους μερικά ψύχραιμα συμπεράσματα για το δημοψήφισμα. Όπως, για παράδειγμα, και το έχω ξαναγράψει αυτό, ότι δεν το διαμόρφωσαν οι αριστεροί το αποτέλεσμα, το διαμόρφωσαν οι δεξιοί. Έτσι είναι παιδιά, αλήθειες να λέμε. Όλη η αριστερά με τις παραφυάδες της στη μαμά πατρίδα, ένα 20 % πιάνει. Βάλε και την κεντροαριστερά άλλο τόσο, βαριά φτάνουμε στο 40 %. Για να πιάσεις 62 %, χρειάζεσαι και τις ψήφους των δεξιών. Των Ελλήνων δεξιών για την ακρίβεια, που είναι λίγο πιο μυστήρια τραίνα από τους Ευρωπαίους ομοϊδεάτες τους. Και δεν μασάνε τόσο εύκολα από εντολές άνωθεν…
Το δεύτερο που μπορεί να αναλογισθεί κανείς είναι ότι κανένας εθνικός διχασμός δεν προέκυψε από το δημοψήφισμα. Πήγε ο κόσμος ψήφισε, περίμενε να δει τι θα συμβεί με το αποτέλεσμα, περίμενε να δει τι θα συμβεί με τους ξένους, τα άκουσε, τα έμαθε, τα ζύγισε και πήγε στις εκλογές του Σεπτέμβρη κι έβγαλε πρώτο κόμμα το ίδιο που είχε βγάλει το Γενάρη. Δίχως καμία διάθεση να οπλίσει το καριοφίλι, να ξεθάψει το κονσερβοκούτι ή να λύσει το ζωνάρι. Αυτό είναι το στόρι και όσοι και όσες κλαίγονται για το κακό που πάθαμε, τα ΕΣΠΑ νοσταλγούν και όχι την κοινωνική ειρήνη. Με εξαιρέσεις φυσικά, αλλά αυτές οι εξαιρέσεις ακριβώς είναι που επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Όσο για την περιβόητη κωλοτούμπα, τα είπα και στην αρχή. Δουλειά του πολιτικού δεν είναι να φαντασιώνει, δουλειά του πολιτικού είναι να αναζητεί το εφικτό. Πράγμα που καταλαβαίνουν πολύ καλά και αναγνωρίζουν οι ψηφοφόροι, διότι και στις δικές τους τις ζωές να τη βγάλουν καθαρή προσπαθούν. Και βεβαίως ονειρεύονται πλούτη και παλάτια, αλλά δεν είναι τόσο κορόιδα ώστε να νομίζουν ότι το Nammos θα επισκεφθεί σύντομα το καθιστικό τους. Πήγαν λοιπόν στις κάλπες και το ρίξανε το κουκί και ξέρανε πολύ καλά τι κάνανε. Ξέρανε ότι ήταν μια χειρονομία λεβέντικη, ξέρανε ότι βγάζανε τη γλώσσα στους μαλάκες, ξέρανε ότι έτσι έπρεπε να γίνει. Όπως επίσης γνώριζαν ότι την άλλη μέρα το πρωί, έπρεπε ξανά να τρέξουν στο γραφείο, στην οικοδομή, στο φορτηγό, στον παιδικό σταθμό, στο νοσοκομείο, στα δικαστήρια. Στο γαμημένο το μαγγανοπήγαδο που σε ξεσκίζει αλλά σε προσγειώνει κιόλας. Πράγμα πολύ χρήσιμο όταν χρειάζεται να καταλάβεις τη διαφορά ανάμεσα στον ηρωισμό και στην αυτοκτονία…
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost
Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης
Η μεγάλη ζαριά του Τσίπρα δεν ήταν ότι διεξήγαγε το δημοψήφισμα. Η μεγάλη ζαριά του, ήταν ότι είπε την αλήθεια. Όπου είχε κερδίσει χαλαρά με το θριαμβευτικό 62 % και είχε πάει νικητής και τροπαιούχος στους Ευρωπαίους να ζητήσει δίκιο και του τρίψανε οι Ευρωπαίοι τη μούρη και..
τον στείλανε πίσω στην Ελλάδα με την πρώτη πτήση. Εκεί, είχε δύο επιλογές μπροστά του: Είτε θα πούλαγε παραμύθα στο λαό, προσπαθώντας να μεταμορφώσει το κρέας σε ψάρι, είτε θα άνοιγε τα χαρτιά του και θα παραδεχόταν την ήττα του. Έπραξε το δεύτερο κι άλλαξε την ιστορία τόσο τη δική του όσο και της χώρας.
Έκτοτε έχουν περάσει τρία χρόνια κι εξακολουθούμε να πλακωνόμαστε για το νόημα του δημοψηφίσματος. Και τη χρησιμότητά του και τη διαχείρισή του –για να το πω κομψά, μιας και επιμένουν κάποιοι και κάποιες στον όρο «προδοσία». Έχουν περάσει τρία χρόνια και η Ελλάς σύμπασα βρίσκει αντικείμενο συζήτησης για να συνοδεύσει το φρέντο και τα ενσταντανέ απ’ τις παραλίες στο Ίνσταγκραμ. Βρίσκουν και υπερωριακή απασχόληση τα τρολάκια του διαδικτύου, που σήμερα όλη μέρα θα ξεφτιλίζονται και θα ξεβρακώνονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εκτοξεύοντας λάσπη προς όλες τις κατευθύνσεις. Άξιος ο μισθός τους, έστω και για ένα εικοσιτετράωρο!
Οι υπόλοιποι και οι υπόλοιπες, όσοι και όσες δεν πληρωνόμαστε από τα κομματικά επιτελεία, μπορούμε να το σκεφτούμε ποιο ήρεμα το πράγμα. Και να βγάλουμε επιτέλους μερικά ψύχραιμα συμπεράσματα για το δημοψήφισμα. Όπως, για παράδειγμα, και το έχω ξαναγράψει αυτό, ότι δεν το διαμόρφωσαν οι αριστεροί το αποτέλεσμα, το διαμόρφωσαν οι δεξιοί. Έτσι είναι παιδιά, αλήθειες να λέμε. Όλη η αριστερά με τις παραφυάδες της στη μαμά πατρίδα, ένα 20 % πιάνει. Βάλε και την κεντροαριστερά άλλο τόσο, βαριά φτάνουμε στο 40 %. Για να πιάσεις 62 %, χρειάζεσαι και τις ψήφους των δεξιών. Των Ελλήνων δεξιών για την ακρίβεια, που είναι λίγο πιο μυστήρια τραίνα από τους Ευρωπαίους ομοϊδεάτες τους. Και δεν μασάνε τόσο εύκολα από εντολές άνωθεν…
Το δεύτερο που μπορεί να αναλογισθεί κανείς είναι ότι κανένας εθνικός διχασμός δεν προέκυψε από το δημοψήφισμα. Πήγε ο κόσμος ψήφισε, περίμενε να δει τι θα συμβεί με το αποτέλεσμα, περίμενε να δει τι θα συμβεί με τους ξένους, τα άκουσε, τα έμαθε, τα ζύγισε και πήγε στις εκλογές του Σεπτέμβρη κι έβγαλε πρώτο κόμμα το ίδιο που είχε βγάλει το Γενάρη. Δίχως καμία διάθεση να οπλίσει το καριοφίλι, να ξεθάψει το κονσερβοκούτι ή να λύσει το ζωνάρι. Αυτό είναι το στόρι και όσοι και όσες κλαίγονται για το κακό που πάθαμε, τα ΕΣΠΑ νοσταλγούν και όχι την κοινωνική ειρήνη. Με εξαιρέσεις φυσικά, αλλά αυτές οι εξαιρέσεις ακριβώς είναι που επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Όσο για την περιβόητη κωλοτούμπα, τα είπα και στην αρχή. Δουλειά του πολιτικού δεν είναι να φαντασιώνει, δουλειά του πολιτικού είναι να αναζητεί το εφικτό. Πράγμα που καταλαβαίνουν πολύ καλά και αναγνωρίζουν οι ψηφοφόροι, διότι και στις δικές τους τις ζωές να τη βγάλουν καθαρή προσπαθούν. Και βεβαίως ονειρεύονται πλούτη και παλάτια, αλλά δεν είναι τόσο κορόιδα ώστε να νομίζουν ότι το Nammos θα επισκεφθεί σύντομα το καθιστικό τους. Πήγαν λοιπόν στις κάλπες και το ρίξανε το κουκί και ξέρανε πολύ καλά τι κάνανε. Ξέρανε ότι ήταν μια χειρονομία λεβέντικη, ξέρανε ότι βγάζανε τη γλώσσα στους μαλάκες, ξέρανε ότι έτσι έπρεπε να γίνει. Όπως επίσης γνώριζαν ότι την άλλη μέρα το πρωί, έπρεπε ξανά να τρέξουν στο γραφείο, στην οικοδομή, στο φορτηγό, στον παιδικό σταθμό, στο νοσοκομείο, στα δικαστήρια. Στο γαμημένο το μαγγανοπήγαδο που σε ξεσκίζει αλλά σε προσγειώνει κιόλας. Πράγμα πολύ χρήσιμο όταν χρειάζεται να καταλάβεις τη διαφορά ανάμεσα στον ηρωισμό και στην αυτοκτονία…
- το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost