Γράφει ο Τάσος Παππάς
«Με ποιες δυνάμεις θα πορευτούμε θα το αποφασίσει ο λαός, εμείς δεν θα προδικάσουμε την ψήφο του και με βάση την εθνική γραμμή θα παίξουμε καθοριστικό ρόλο για πολιτική σταθερότητα και προοδευτική αλλαγή». Ετσι απάντησε η επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής Φώφη Γεννηματά στην ερώτηση αν μετεκλογικά το κόμμα της θα.. συνεργαστεί με τη Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη, εφόσον αυτή κερδίσει στις κάλπες (τηλεόραση του ΑΝΤ1, 3-5-2018).
Τι καταλαβαίνουμε απ’ αυτήν τη δήλωση; Πολλά και τίποτε. Η κυρία Γεννηματά αποφεύγει να πάρει καθαρή θέση και παραπέμπει στην ετυμηγορία του ελληνικού λαού. Σε όποιο κόμμα δώσει την πρωτιά ο ελληνικός λαός, με αυτό το κόμμα θα ξεκινήσει προγραμματικό διάλογο το ΚΙΝ.ΑΛΛ.
Δεν αποκλείει τη σύμπλευση, σε όποια μορφή (συμμετοχή στην κυβέρνηση, στήριξη από τη θέση της αντιπολίτευσης), με κανένα κόμμα. Ούτε με τον ΣΥΡΙΖΑ που έχει καταστρέψει τη χώρα και έχει υποθηκεύσει το μέλλον της, όπως ισχυρίζεται η κ. Γεννηματά, ούτε με τη Νέα Δημοκρατία, η οποία έχει κεντρικό στόχο την παλινόρθωση του δεξιού καθεστώτος, όπως την έχει κατηγορήσει.
Θα αποφασίσει λοιπόν ο λαός. Δεν πρέπει όμως να γνωρίζουν οι πολίτες τι ακριβώς θέλει το ΚΙΝ.ΑΛΛ.; Δεν έχει προτίμηση; Το «ούτε με τον έναν ούτε με τον άλλον», που ήταν η γραμμή των ίσων αποστάσεων την οποία ακολουθούσε με συνέπεια η κ. Γεννηματά, γίνεται «και με τον έναν και με τον άλλον» υπό προϋποθέσεις.
Υπάρχουν κριτήρια; Υπάρχουν. Δύο. Η πολιτική σταθερότητα και η προοδευτική αλλαγή. Η πολιτική σταθερότητα μπορεί να εξασφαλιστεί και με τη Ν.Δ και με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν λείπουν από τη Ν.Δ. ή από τον ΣΥΡΙΖΑ μερικές έδρες για να σχηματιστεί κοινοβουλευτική πλειοψηφία και δεν εμφανιστεί άλλος υποψήφιος εταίρος, το ΚΙΝ.ΑΛΛ. θα βάλει πλάτη για να υπάρξει πολιτική σταθερότητα. Συνεπώς, δεν έχει σημασία για το ΚΙΝ.ΑΛΛ. ποιο θα είναι το κόμμα-κορμός στη νέα κυβέρνηση.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι ποιο από τα δύο κόμματα (ΣΥΡΙΖΑ, Ν.Δ.) έχει τα πολιτικά και ιδεολογικά «προσόντα» ώστε η αλλαγή να είναι προοδευτική (το άλλο κριτήριο). Προφανώς αυτό δεν θα εξαρτηθεί από το τι πιστεύει το κάθε κόμμα για τον εαυτό του.
Η Νέα Δημοκρατία υποστηρίζει ότι είναι φιλελεύθερο και φιλοευρωπαϊκό κόμμα και αγωνίζεται για προοδευτικές αλλαγές, όπως τις αντιλαμβάνεται η ηγεσία της. Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει ότι είναι κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς και αγωνίζεται για μια προοδευτική Ελλάδα και μια διαφορετική Ευρώπη.
Θεωρητικά και τα δύο κόμματα πληρούν τις προϋποθέσεις που πιθανότατα έχει στο μυαλό της η κ. Γεννηματά. Στην πράξη όμως; Θα αποφασίσει ο ελληνικός λαός. Αυτός θα κρίνει με ποιο κόμμα θα συνεργαστεί το ΚΙΝ.ΑΛΛ., το οποίο προσφέρεται να υπηρετήσει και τις δύο εκδοχές. Ο ορισμός του κόμματος-μπαλαντέρ. Χρήσιμο γιατί συμβάλλει στον σχηματισμό κυβερνήσεων (η πολιτική σταθερότητα που λέγαμε), οπορτουνιστικό γιατί δεν έχει προτιμήσεις.
- το κείμενο του Τάσου Παππά είναι από την Εφημερίδα των Συντακτών
«Με ποιες δυνάμεις θα πορευτούμε θα το αποφασίσει ο λαός, εμείς δεν θα προδικάσουμε την ψήφο του και με βάση την εθνική γραμμή θα παίξουμε καθοριστικό ρόλο για πολιτική σταθερότητα και προοδευτική αλλαγή». Ετσι απάντησε η επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής Φώφη Γεννηματά στην ερώτηση αν μετεκλογικά το κόμμα της θα.. συνεργαστεί με τη Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη, εφόσον αυτή κερδίσει στις κάλπες (τηλεόραση του ΑΝΤ1, 3-5-2018).
Τι καταλαβαίνουμε απ’ αυτήν τη δήλωση; Πολλά και τίποτε. Η κυρία Γεννηματά αποφεύγει να πάρει καθαρή θέση και παραπέμπει στην ετυμηγορία του ελληνικού λαού. Σε όποιο κόμμα δώσει την πρωτιά ο ελληνικός λαός, με αυτό το κόμμα θα ξεκινήσει προγραμματικό διάλογο το ΚΙΝ.ΑΛΛ.
Δεν αποκλείει τη σύμπλευση, σε όποια μορφή (συμμετοχή στην κυβέρνηση, στήριξη από τη θέση της αντιπολίτευσης), με κανένα κόμμα. Ούτε με τον ΣΥΡΙΖΑ που έχει καταστρέψει τη χώρα και έχει υποθηκεύσει το μέλλον της, όπως ισχυρίζεται η κ. Γεννηματά, ούτε με τη Νέα Δημοκρατία, η οποία έχει κεντρικό στόχο την παλινόρθωση του δεξιού καθεστώτος, όπως την έχει κατηγορήσει.
Θα αποφασίσει λοιπόν ο λαός. Δεν πρέπει όμως να γνωρίζουν οι πολίτες τι ακριβώς θέλει το ΚΙΝ.ΑΛΛ.; Δεν έχει προτίμηση; Το «ούτε με τον έναν ούτε με τον άλλον», που ήταν η γραμμή των ίσων αποστάσεων την οποία ακολουθούσε με συνέπεια η κ. Γεννηματά, γίνεται «και με τον έναν και με τον άλλον» υπό προϋποθέσεις.
Υπάρχουν κριτήρια; Υπάρχουν. Δύο. Η πολιτική σταθερότητα και η προοδευτική αλλαγή. Η πολιτική σταθερότητα μπορεί να εξασφαλιστεί και με τη Ν.Δ και με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν λείπουν από τη Ν.Δ. ή από τον ΣΥΡΙΖΑ μερικές έδρες για να σχηματιστεί κοινοβουλευτική πλειοψηφία και δεν εμφανιστεί άλλος υποψήφιος εταίρος, το ΚΙΝ.ΑΛΛ. θα βάλει πλάτη για να υπάρξει πολιτική σταθερότητα. Συνεπώς, δεν έχει σημασία για το ΚΙΝ.ΑΛΛ. ποιο θα είναι το κόμμα-κορμός στη νέα κυβέρνηση.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι ποιο από τα δύο κόμματα (ΣΥΡΙΖΑ, Ν.Δ.) έχει τα πολιτικά και ιδεολογικά «προσόντα» ώστε η αλλαγή να είναι προοδευτική (το άλλο κριτήριο). Προφανώς αυτό δεν θα εξαρτηθεί από το τι πιστεύει το κάθε κόμμα για τον εαυτό του.
Η Νέα Δημοκρατία υποστηρίζει ότι είναι φιλελεύθερο και φιλοευρωπαϊκό κόμμα και αγωνίζεται για προοδευτικές αλλαγές, όπως τις αντιλαμβάνεται η ηγεσία της. Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει ότι είναι κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς και αγωνίζεται για μια προοδευτική Ελλάδα και μια διαφορετική Ευρώπη.
Θεωρητικά και τα δύο κόμματα πληρούν τις προϋποθέσεις που πιθανότατα έχει στο μυαλό της η κ. Γεννηματά. Στην πράξη όμως; Θα αποφασίσει ο ελληνικός λαός. Αυτός θα κρίνει με ποιο κόμμα θα συνεργαστεί το ΚΙΝ.ΑΛΛ., το οποίο προσφέρεται να υπηρετήσει και τις δύο εκδοχές. Ο ορισμός του κόμματος-μπαλαντέρ. Χρήσιμο γιατί συμβάλλει στον σχηματισμό κυβερνήσεων (η πολιτική σταθερότητα που λέγαμε), οπορτουνιστικό γιατί δεν έχει προτιμήσεις.
- το κείμενο του Τάσου Παππά είναι από την Εφημερίδα των Συντακτών