Γράφει ο Τάσος Παππάς
Την έκπληξή τους δηλώνουν διάφοροι παρακολουθώντας την αντιπαράθεση μεταξύ της κυβέρνησης και του επιχειρηματία Βαγγέλη Μαρινάκη. Κάνουν λόγο για πρωτοφανή πράγματα που δεν έχουν προηγούμενο στην Ελλάδα και δεν ταιριάζουν σε κανονικά κράτη και σε αστικές δημοκρατίες. Κοντή μνήμη; Αγνοια; Υποκρισία;
Πιθανότατα ισχύει η τρίτη εκδοχή, γιατί δεν μπορώ να δεχτώ ότι σοβαρά μέσα ενημέρωσης.. και έγκυροι δημοσιολόγοι δεν έχουν ακούσει τίποτε για τον Μπερλουσκόνι και την πρακτική του στην Ιταλία, για τον Μέρντοχ, για τη σχέση επιχειρηματιών με μέσα ενημέρωσης στη Γαλλία και για την προσπάθειά τους να ελέγξουν την πολιτική ζωή, για τις δοσοληψίες ιδιοκτητών μέσων ενημέρωσης με τους ολιγάρχες σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής, για τις καταγγελίες του Μπαράκ Ομπάμα εναντίον του Fox News.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, τα παραδείγματα άφθονα. Τη δεκαετία του ’60 μεγάλα συγκροτήματα του Τύπου ήθελαν να κάνουν κουμάντο στην πολιτική και σε αρκετές περιπτώσεις τα είχαν καταφέρει. Είναι γνωστή η φράση που κυκλοφορούσε τότε στα πολιτικά γραφεία, στα κόμματα και στους καφενέδες: «Οι εκδότες ανεβάζουν και κατεβάζουν κυβερνήσεις». Κάποιες φορές επιχείρησαν να το πετύχουν με ωμό τρόπο (1965) και γι’ αυτό εισέπραξαν την οργή του κόσμου (κάψιμο εφημερίδων, επιθέσεις σε γραφεία). Δεν δίστασαν μάλιστα να κάνουν εκκλήσεις στον στρατό ώστε να αναλάβει να σώσει την Ελλάδα από τη φαυλοκρατία.
Το 1989 ο Ανδρέας Παπανδρέου, στην προσπάθειά του να απαλλαγεί από τον ασφυκτικό έλεγχο των παραδοσιακών εκδοτών, αποπειράθηκε να στήσει μια φιλική σ’ αυτόν αυτοκρατορία μέσων ενημέρωσης. Απέτυχε παταγωδώς. Οι εκδότες της εποχής συνασπίστηκαν και του επιτέθηκαν με σφοδρότητα. Ο Κοσκωτάς κατέληξε στη φυλακή, τα μέσα που είχε δημιουργήσει πουλήθηκαν κοψοχρονιά ή εξαφανίστηκαν, ο Παπανδρέου οδηγήθηκε στο εδώλιο του Ειδικού Δικαστηρίου και οι εκδότες που τον πολέμησαν ανελέητα ήταν αυτοί που τον αθώωσαν πανηγυρικά. Ξέχασαν την παρασπονδία του, τον αγάπησαν ξανά παράφορα και τον βοήθησαν να σταθεί στα πόδια του.
Η ζωή συνεχίστηκε σαν να μη συνέβη τίποτε. Μέχρι το 1993, όταν είχαμε την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Ο θύτης έγινε θύμα. Η πανουργία της Ιστορίας; Μάλλον. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κατήγγειλε αυτόν που τον ανέτρεψε (Σαμαράς) ότι ήταν το μακρύ χέρι της διαπλοκής (είναι ο πατέρας του όρου που έκτοτε κυριαρχεί στη δημόσια ζωή), χρησιμοποιώντας βαριές κατηγορίες για τους επιχειρηματίες που πίστευε ότι κρύβονταν πίσω από τις ενέργειές του («χαμαιτυπείο» και άλλα ωραία).
Ο δράστης της αποστασίας του 1993 επέστρεψε στο κόμμα, έγινε αρχηγός του νικώντας κατά κράτος τη θυγατέρα του Κ. Μητσοτάκη στις εσωκομματικές εκλογές και λίγο αργότερα πρωθυπουργός, ενώ ο Μητσοτάκης κατάπιε αμάσητη την προσβολή.
Για ακόμη μία φορά η ζωή συνεχίστηκε κανονικά. Τα πράγματα έτσι θα πηγαίνουν όσο υπάρχει η αιμομικτική σχέση ανάμεσα σε ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης (με πολλές άλλες δουλειές) και στην πολιτική.
- το κείμενο του Τ. Παππά είναι από την Εφημερίδα των Συντακτών
Την έκπληξή τους δηλώνουν διάφοροι παρακολουθώντας την αντιπαράθεση μεταξύ της κυβέρνησης και του επιχειρηματία Βαγγέλη Μαρινάκη. Κάνουν λόγο για πρωτοφανή πράγματα που δεν έχουν προηγούμενο στην Ελλάδα και δεν ταιριάζουν σε κανονικά κράτη και σε αστικές δημοκρατίες. Κοντή μνήμη; Αγνοια; Υποκρισία;
Πιθανότατα ισχύει η τρίτη εκδοχή, γιατί δεν μπορώ να δεχτώ ότι σοβαρά μέσα ενημέρωσης.. και έγκυροι δημοσιολόγοι δεν έχουν ακούσει τίποτε για τον Μπερλουσκόνι και την πρακτική του στην Ιταλία, για τον Μέρντοχ, για τη σχέση επιχειρηματιών με μέσα ενημέρωσης στη Γαλλία και για την προσπάθειά τους να ελέγξουν την πολιτική ζωή, για τις δοσοληψίες ιδιοκτητών μέσων ενημέρωσης με τους ολιγάρχες σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής, για τις καταγγελίες του Μπαράκ Ομπάμα εναντίον του Fox News.
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, τα παραδείγματα άφθονα. Τη δεκαετία του ’60 μεγάλα συγκροτήματα του Τύπου ήθελαν να κάνουν κουμάντο στην πολιτική και σε αρκετές περιπτώσεις τα είχαν καταφέρει. Είναι γνωστή η φράση που κυκλοφορούσε τότε στα πολιτικά γραφεία, στα κόμματα και στους καφενέδες: «Οι εκδότες ανεβάζουν και κατεβάζουν κυβερνήσεις». Κάποιες φορές επιχείρησαν να το πετύχουν με ωμό τρόπο (1965) και γι’ αυτό εισέπραξαν την οργή του κόσμου (κάψιμο εφημερίδων, επιθέσεις σε γραφεία). Δεν δίστασαν μάλιστα να κάνουν εκκλήσεις στον στρατό ώστε να αναλάβει να σώσει την Ελλάδα από τη φαυλοκρατία.
Το 1989 ο Ανδρέας Παπανδρέου, στην προσπάθειά του να απαλλαγεί από τον ασφυκτικό έλεγχο των παραδοσιακών εκδοτών, αποπειράθηκε να στήσει μια φιλική σ’ αυτόν αυτοκρατορία μέσων ενημέρωσης. Απέτυχε παταγωδώς. Οι εκδότες της εποχής συνασπίστηκαν και του επιτέθηκαν με σφοδρότητα. Ο Κοσκωτάς κατέληξε στη φυλακή, τα μέσα που είχε δημιουργήσει πουλήθηκαν κοψοχρονιά ή εξαφανίστηκαν, ο Παπανδρέου οδηγήθηκε στο εδώλιο του Ειδικού Δικαστηρίου και οι εκδότες που τον πολέμησαν ανελέητα ήταν αυτοί που τον αθώωσαν πανηγυρικά. Ξέχασαν την παρασπονδία του, τον αγάπησαν ξανά παράφορα και τον βοήθησαν να σταθεί στα πόδια του.
Η ζωή συνεχίστηκε σαν να μη συνέβη τίποτε. Μέχρι το 1993, όταν είχαμε την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Ο θύτης έγινε θύμα. Η πανουργία της Ιστορίας; Μάλλον. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης κατήγγειλε αυτόν που τον ανέτρεψε (Σαμαράς) ότι ήταν το μακρύ χέρι της διαπλοκής (είναι ο πατέρας του όρου που έκτοτε κυριαρχεί στη δημόσια ζωή), χρησιμοποιώντας βαριές κατηγορίες για τους επιχειρηματίες που πίστευε ότι κρύβονταν πίσω από τις ενέργειές του («χαμαιτυπείο» και άλλα ωραία).
Ο δράστης της αποστασίας του 1993 επέστρεψε στο κόμμα, έγινε αρχηγός του νικώντας κατά κράτος τη θυγατέρα του Κ. Μητσοτάκη στις εσωκομματικές εκλογές και λίγο αργότερα πρωθυπουργός, ενώ ο Μητσοτάκης κατάπιε αμάσητη την προσβολή.
Για ακόμη μία φορά η ζωή συνεχίστηκε κανονικά. Τα πράγματα έτσι θα πηγαίνουν όσο υπάρχει η αιμομικτική σχέση ανάμεσα σε ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης (με πολλές άλλες δουλειές) και στην πολιτική.
- το κείμενο του Τ. Παππά είναι από την Εφημερίδα των Συντακτών