Σε ηλικία 85 ετών απεβίωσε χθες ο αμερικανός συγγραφέας Φίλιπ Μίλτον Ροθ από καρδιακή ανεπάρκεια.
Γεννημένος στο Νούαρκ τη 19η Μαρτίου 1933, γιος πωλητή ασφαλειών, σπούδασε αγγλική φιλολογία στο πανεπιστήμιο Μπακλ και στο πανεπιστήμιο του Σικάγου. Δίδασκε για χρόνια συγκριτική λογοτεχνία, κυρίως στο πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνιας.
Έπειτα από 50 και πλέον.. χρόνια συγγραφής, ο Ροθ αποφάσισε ότι το Nemesis (2010· στα ελληνικά Νέμεσις, μτφ. Κατερίνας Σχινά, εκδόσεις Πόλις, 2011), στο οποίο φαντάζεται μια επιδημία στο Νούαρκ, όπου μεγάλωσε, θα ήταν το τελευταίο του μυθιστόρημα. Κατόπιν αποφάσισε να ξαναδιαβάσει όλα του τα κείμενα με σκοπό «να δω αν απλά έχανα τον χρόνο μου», είχε πει το 2014, σε μια συνέντευξή του στο New York Times Book Review. Για το συμπέρασμά του, επανέλαβε μια ατάκα του Τζο Λούις, του πυγμάχου βαρέων βαρών τη δεκαετία του 1930 και του 1940: «Έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα με ό,τι είχα».
Ο Ροθ, δηλωμένος άθεος, απέρριπτε την ταμπέλα του εβραιοαμερικανού συγγραφέα και τις επικρίσεις σε βάρος του κατά τις οποίες ήταν ένας «εβραίος που μισεί τον εαυτό του»: Όλο αυτό «δεν είναι κάτι που να μου προξενεί το ενδιαφέρον. Ξέρω ακριβώς τι σημαίνει το να είσαι Εβραίος και στ' αλήθεια δεν έχει ενδιαφέρον. Είμαι Αμερικανός», είχε πει στην εφημερίδα The Guardian το 1995.
Για αρκετούς, το βιβλίο του Ροθ The Plot Against America (2004· στα ελληνικά Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής, μτφ. Ηλία Μαγκλίνη, εκδ. Πόλις, 2007), που διαπερνά συνεχώς τα όρια της πραγματικότητας και της μυθοπλασίας, είναι εξαιρετικά επίκαιρο, καθώς είδαν σε αυτό πολλές αντιστοιχίες με την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην αμερικανική προεδρία. Ο ίδιος ο συγγραφέας πάντως έσπευσε να απορρίψει δημόσια αυτή την συσχέτιση.
Ο Ροθ ήταν ένας από τους συγγραφείς που αναφερόταν συχνά στις συζητήσεις για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, όμως δεν του απονεμήθηκε ποτέ. Είχε λάβει πάντως το λογοτεχνικό Πούλιτζερ, για το βιβλίο του American Pastoral (1998· στα ελληνικά Αμερικανικό ειδύλλιο, μτφ. Τρισεύγενης Παπαϊωάννου, εκδόσεις Πόλις, 2010).
Γεννημένος στο Νούαρκ τη 19η Μαρτίου 1933, γιος πωλητή ασφαλειών, σπούδασε αγγλική φιλολογία στο πανεπιστήμιο Μπακλ και στο πανεπιστήμιο του Σικάγου. Δίδασκε για χρόνια συγκριτική λογοτεχνία, κυρίως στο πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνιας.
Έπειτα από 50 και πλέον.. χρόνια συγγραφής, ο Ροθ αποφάσισε ότι το Nemesis (2010· στα ελληνικά Νέμεσις, μτφ. Κατερίνας Σχινά, εκδόσεις Πόλις, 2011), στο οποίο φαντάζεται μια επιδημία στο Νούαρκ, όπου μεγάλωσε, θα ήταν το τελευταίο του μυθιστόρημα. Κατόπιν αποφάσισε να ξαναδιαβάσει όλα του τα κείμενα με σκοπό «να δω αν απλά έχανα τον χρόνο μου», είχε πει το 2014, σε μια συνέντευξή του στο New York Times Book Review. Για το συμπέρασμά του, επανέλαβε μια ατάκα του Τζο Λούις, του πυγμάχου βαρέων βαρών τη δεκαετία του 1930 και του 1940: «Έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα με ό,τι είχα».
Ο Ροθ, δηλωμένος άθεος, απέρριπτε την ταμπέλα του εβραιοαμερικανού συγγραφέα και τις επικρίσεις σε βάρος του κατά τις οποίες ήταν ένας «εβραίος που μισεί τον εαυτό του»: Όλο αυτό «δεν είναι κάτι που να μου προξενεί το ενδιαφέρον. Ξέρω ακριβώς τι σημαίνει το να είσαι Εβραίος και στ' αλήθεια δεν έχει ενδιαφέρον. Είμαι Αμερικανός», είχε πει στην εφημερίδα The Guardian το 1995.
Για αρκετούς, το βιβλίο του Ροθ The Plot Against America (2004· στα ελληνικά Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής, μτφ. Ηλία Μαγκλίνη, εκδ. Πόλις, 2007), που διαπερνά συνεχώς τα όρια της πραγματικότητας και της μυθοπλασίας, είναι εξαιρετικά επίκαιρο, καθώς είδαν σε αυτό πολλές αντιστοιχίες με την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην αμερικανική προεδρία. Ο ίδιος ο συγγραφέας πάντως έσπευσε να απορρίψει δημόσια αυτή την συσχέτιση.
Ο Ροθ ήταν ένας από τους συγγραφείς που αναφερόταν συχνά στις συζητήσεις για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, όμως δεν του απονεμήθηκε ποτέ. Είχε λάβει πάντως το λογοτεχνικό Πούλιτζερ, για το βιβλίο του American Pastoral (1998· στα ελληνικά Αμερικανικό ειδύλλιο, μτφ. Τρισεύγενης Παπαϊωάννου, εκδόσεις Πόλις, 2010).