Εκτός από τα λουκέτα της «Ελευθεροτυπίας», του Alter, του «Ελεύθερου Τύπου», της «Απογευματινής» και του «Αδέσμευτου Τύπου» αλλά και τις χρεοκοπίες του ΔΟΛ και του Πήγασου και τα μαύρα σύννεφα που πυκνώνουν απειλητικά πλέον πάνω από το Mega, δεκάδες ακόμα μικρά και μικρότερα ΜΜΕ έσβησαν στα χρόνια της οικονομικής κρίσης στέλνοντας στην ανεργία έναν σημαντικό αριθμό εργαζομένων που στην πλειονότητά τους πήγαν ουσιαστικά “άκλαυτοι”, καθώς η κοινή γνώμη ουδόλως ενδιαφέρθηκε για την τύχη όσων.. μέχρι τότε υπηρετούσαν την ιλουστρασιόν δημοσιογραφία δεκάδων life style περιοδικών που μεσουρανούσαν τις περασμένες δεκαετίες.
Θέσεις εργασίας έγιναν χαρτοπόλεμος και εκατομμύρια ευρώ χάθηκαν, με κάποιους εκδότες να απολαμβάνουν την χρεοκοπία τους σε κοσμικά σαλόνια και εξωτικές παραλίες. Ακόμη και το Alter των 500 και πλέον εργαζομένων, παρ' ότι με το κλείσιμό του τίναξε στον αέρα τη διαφημιστική αγορά συμπαρασύροντας στον Καιάδα της χρεοκοπίας πολλές ακόμη εταιρείες, δεν κατάφερε να συγκινήσει ούτε την κοινή γνώμη αλλά ούτε και την τότε κυβέρνηση, που δεν έπραξε το παραμικρό για την προστασία όσων έχασαν δουλειές, δεδουλευμένα και αποζημιώσεις αποδίδοντας τα πάντα στους νόμους της αγοράς.
Την ίδια ώρα τα λουκέτα έρχονταν να τονώσουν την επιχειρηματική και οικονομική θέση όσων κατάφερναν να παραμείνουν ζωντανοί στη μάχη της επιβίωσης με μια διαφημιστική πίτα δραματικά μειωμένη. Σε χρόνια δύσκολα που το λουκέτο του “γείτονα” ήταν ανάσα ζωής για τα ανταγωνιστικά ΜΜΕ, θυσιάστηκαν χιλιάδες εργαζόμενοι που στη συνέχεια μετατράπηκαν σε μια μετακινούμενη μάζα υποαπασχόλησης που αναζήτησε σωτηρία στην άνευ όρων αγορά του Διαδικτύου. Η κρίση στα ΜΜΕ, παρ' ότι συνδέεται με την αγοραστική υποτίμηση του κοινού, είχε ως κύριο αίτιο τη χρεοκοπία του τραπεζικού συστήματος, που ήταν και ο βασικός αιμοδότης της πλειονότητας των επιχειρηματιών του Τύπου οι οποίοι, λειτουργώντας ως μεγαλοτσιφλικάδες της ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας, μεγαλούργησαν βάζοντας στην τσέπη τα θαλασσοδάνεια και μετακυλίοντας τη χασούρα στους εργαζόμενους.
Οι εργαζόμενοι στον Τύπο ήταν και παραμένουν -όσο και όπου οι ίδιοι το επιτρέπουν- αναλώσιμο εργαλείο ενός επιχειρηματικού μηχανισμού ο οποίος συνέδεσε επί δεκαετίες την ύπαρξή του με ένα ανεξέλεγκτο τραπεζικό και ένα ελεγχόμενο πολιτικό κατεστημένο που επιθυμεί διακαώς την επιστροφή του στην εξουσία και την παλινόρθωση ενός απαξιωμένου πλέον μοντέλου ενημέρωσης. Όταν, δε, βλέπουν πως το σχέδιο δεν προχωρά, τότε δεν διστάζουν να προχωρήσουν σε ένα ακόμα λουκέτο, με τις γνωστές παράπλευρες απώλειες.
Πέτρος Κατσάκος (Aυγή)
Θέσεις εργασίας έγιναν χαρτοπόλεμος και εκατομμύρια ευρώ χάθηκαν, με κάποιους εκδότες να απολαμβάνουν την χρεοκοπία τους σε κοσμικά σαλόνια και εξωτικές παραλίες. Ακόμη και το Alter των 500 και πλέον εργαζομένων, παρ' ότι με το κλείσιμό του τίναξε στον αέρα τη διαφημιστική αγορά συμπαρασύροντας στον Καιάδα της χρεοκοπίας πολλές ακόμη εταιρείες, δεν κατάφερε να συγκινήσει ούτε την κοινή γνώμη αλλά ούτε και την τότε κυβέρνηση, που δεν έπραξε το παραμικρό για την προστασία όσων έχασαν δουλειές, δεδουλευμένα και αποζημιώσεις αποδίδοντας τα πάντα στους νόμους της αγοράς.
Την ίδια ώρα τα λουκέτα έρχονταν να τονώσουν την επιχειρηματική και οικονομική θέση όσων κατάφερναν να παραμείνουν ζωντανοί στη μάχη της επιβίωσης με μια διαφημιστική πίτα δραματικά μειωμένη. Σε χρόνια δύσκολα που το λουκέτο του “γείτονα” ήταν ανάσα ζωής για τα ανταγωνιστικά ΜΜΕ, θυσιάστηκαν χιλιάδες εργαζόμενοι που στη συνέχεια μετατράπηκαν σε μια μετακινούμενη μάζα υποαπασχόλησης που αναζήτησε σωτηρία στην άνευ όρων αγορά του Διαδικτύου. Η κρίση στα ΜΜΕ, παρ' ότι συνδέεται με την αγοραστική υποτίμηση του κοινού, είχε ως κύριο αίτιο τη χρεοκοπία του τραπεζικού συστήματος, που ήταν και ο βασικός αιμοδότης της πλειονότητας των επιχειρηματιών του Τύπου οι οποίοι, λειτουργώντας ως μεγαλοτσιφλικάδες της ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας, μεγαλούργησαν βάζοντας στην τσέπη τα θαλασσοδάνεια και μετακυλίοντας τη χασούρα στους εργαζόμενους.
Οι εργαζόμενοι στον Τύπο ήταν και παραμένουν -όσο και όπου οι ίδιοι το επιτρέπουν- αναλώσιμο εργαλείο ενός επιχειρηματικού μηχανισμού ο οποίος συνέδεσε επί δεκαετίες την ύπαρξή του με ένα ανεξέλεγκτο τραπεζικό και ένα ελεγχόμενο πολιτικό κατεστημένο που επιθυμεί διακαώς την επιστροφή του στην εξουσία και την παλινόρθωση ενός απαξιωμένου πλέον μοντέλου ενημέρωσης. Όταν, δε, βλέπουν πως το σχέδιο δεν προχωρά, τότε δεν διστάζουν να προχωρήσουν σε ένα ακόμα λουκέτο, με τις γνωστές παράπλευρες απώλειες.
Πέτρος Κατσάκος (Aυγή)