Γράφει ο Διονύσης Βραϊμάκης*
Ο θάνατος του Νεοτάκη Λουκανίδη μάς γύρισε πίσω. Πάντα οι οδυνηρές αποχωρήσεις είναι αφετηρίες για ταξίδια στο παρελθόν μέσα από την ομίχλη του χρόνου. Μεγάλος! Ο πιο πολυσύνθετος ποδοσφαιριστής στην ιστορία των ελληνικών γηπέδων. Η είδηση του ξαφνικού θανάτου, μου θύμισε ότι κάπου στα πιο δυσπρόσιτα ράφια της βιβλιοθήκης μου, υπήρχε φυλαγμένο το «ΕΓΩ, ο Τάκης Λουκανίδης».
Μια ιστορία ζωής που άρχισε να τη γράφει το 1971 και κατάφερε να την κάνει βιβλίο το 2004, από τις εκδόσεις Χάρη Πάτση. Θυμάμαι, όντας στην
«Αθλητική Ηχώ» ακόμα, ότι τη διάβασα σαν να έπινα ένα ποτήρι δροσερό νερό. Απνευστί!
Αναζήτησα το βιβλίο για να ζωντανέψω ό,τι είχε ξεθωριάσει στη μνήμη με από το ξεβαφτικό του χρόνου. Συγκλονιστική εξιστόρηση, όχι τόσο για το αθλητικό της μέρος όσο για το κοινωνικό:..
** Για την ορφάνια από τα επτά του χρόνια, όταν οι Βούλγαροι εκτέλεσαν, μετά από προδοσία, τον πατέρα του. Διεκτραγωδεί τον απαγχονισμό του με στοιχεία μύθου: «Από διηγήσεις έμαθα πως δυο φορές κόπηκε το σχοινί, όταν εκτελούσαν τον πατέρα μου και τελικά χρησιμοποίησαν αλυσίδα!»
** Για τη ζωή στο Ορφανοτροφείο.
** Για τη δουλειά στα καπνοχώραφα, από την ηλικία των 5-6 χρόνων, ξυπνώντας στις τέσσερις τη νύχτα μαζί με την οικογένειά του, και για τα χιλιοτρυπημένα του δάκτυλά του από το βελόνιασμα «εκατομμυρίων φύλλων καπνού».
** Για τα επικίνδυνα παιχνίδια των φτωχόπαιδων στο Μεσοχώρι Δράμας, όταν τα αυτοκίνητα των εμπόρων καπνού «έσπαγαν την ήρεμη ατμόσφαιρα του χωριού και σημάδευαν τους λασπωμένους δρόμους με τα λάστιχά τους». Τότε, τα παιδιά σκαρφάλωναν κρυφά στις καρότσες των φορτηγών και κατέβαιναν αρκετά χιλιόμετρα μακριά για να γυρίσουν με τα πόδια πίσω. Τι παιχνίδι!
** Για το τρένο που το ακολουθούσαν τα πιτσιρίκια από το έμπα του χωριού, σε μια απόσταση δυο ανηφορικών χιλιομέτρων πριν φτάσει στον σταθμό. «Εμείς τρέχαμε παράλληλα με το τρένο και περιμέναμε από τους επιβάτες να μας πετάξουν μερικές καραμέλες και σοκολάτες». Τι εικόνα!
** Για το μπλέξιμό του με τον τζόγο, όπου «ήμουνα των άκρων, όλα ή τίποτα!»
Συνταρακτική ζωή, ενός ανθρώπου προικισμένου από τη φύση για να γίνει είδωλο –και έγινε, παντού, από όπου και αν πέρασε. Ήταν εκείνος που, όπως έλεγε ο κουμπάρος του, ο Χρήστος Ιωαννίδης, «πιο εύκολα περνούσε από τους δρόμους της Δράμας ο πρωθυπουργός, υπουργοί και βουλευτές, παρά ο Τάκης Λουκανίδης».
Ο μεγάλος άσσος έφυγε φορτωμένος δάφνες και πίκρες. Για έναν αδερφό που έχασε στα 22 του χρόνια, για ένα πατέρα που απαγχονίστηκε, για έναν γιο, τον Γιώργο, που έχασε. Και, το λιγότερο αυτό, για μια περιουσία που απορροφήθηκε στην πράσινη τσόχα σαν το νερό στην άμμο.
Καλή ανάπαυση, Τάκη.
- πηγή: harddog-sport
* το κείμενο του Διονύση Βραϊμάκη δημοσιεύεται και στη Live Sport του Σαββάτου
** Η φωτογραφία είναι από το βιβλία «ΕΓΩ, ο Τάκης Λουκανίδης», των εκδόσεων Χάρη Πάτση (2004).
Ο θάνατος του Νεοτάκη Λουκανίδη μάς γύρισε πίσω. Πάντα οι οδυνηρές αποχωρήσεις είναι αφετηρίες για ταξίδια στο παρελθόν μέσα από την ομίχλη του χρόνου. Μεγάλος! Ο πιο πολυσύνθετος ποδοσφαιριστής στην ιστορία των ελληνικών γηπέδων. Η είδηση του ξαφνικού θανάτου, μου θύμισε ότι κάπου στα πιο δυσπρόσιτα ράφια της βιβλιοθήκης μου, υπήρχε φυλαγμένο το «ΕΓΩ, ο Τάκης Λουκανίδης».
Μια ιστορία ζωής που άρχισε να τη γράφει το 1971 και κατάφερε να την κάνει βιβλίο το 2004, από τις εκδόσεις Χάρη Πάτση. Θυμάμαι, όντας στην
«Αθλητική Ηχώ» ακόμα, ότι τη διάβασα σαν να έπινα ένα ποτήρι δροσερό νερό. Απνευστί!
Αναζήτησα το βιβλίο για να ζωντανέψω ό,τι είχε ξεθωριάσει στη μνήμη με από το ξεβαφτικό του χρόνου. Συγκλονιστική εξιστόρηση, όχι τόσο για το αθλητικό της μέρος όσο για το κοινωνικό:..
** Για την ορφάνια από τα επτά του χρόνια, όταν οι Βούλγαροι εκτέλεσαν, μετά από προδοσία, τον πατέρα του. Διεκτραγωδεί τον απαγχονισμό του με στοιχεία μύθου: «Από διηγήσεις έμαθα πως δυο φορές κόπηκε το σχοινί, όταν εκτελούσαν τον πατέρα μου και τελικά χρησιμοποίησαν αλυσίδα!»
** Για τη ζωή στο Ορφανοτροφείο.
** Για τη δουλειά στα καπνοχώραφα, από την ηλικία των 5-6 χρόνων, ξυπνώντας στις τέσσερις τη νύχτα μαζί με την οικογένειά του, και για τα χιλιοτρυπημένα του δάκτυλά του από το βελόνιασμα «εκατομμυρίων φύλλων καπνού».
** Για τα επικίνδυνα παιχνίδια των φτωχόπαιδων στο Μεσοχώρι Δράμας, όταν τα αυτοκίνητα των εμπόρων καπνού «έσπαγαν την ήρεμη ατμόσφαιρα του χωριού και σημάδευαν τους λασπωμένους δρόμους με τα λάστιχά τους». Τότε, τα παιδιά σκαρφάλωναν κρυφά στις καρότσες των φορτηγών και κατέβαιναν αρκετά χιλιόμετρα μακριά για να γυρίσουν με τα πόδια πίσω. Τι παιχνίδι!
** Για το τρένο που το ακολουθούσαν τα πιτσιρίκια από το έμπα του χωριού, σε μια απόσταση δυο ανηφορικών χιλιομέτρων πριν φτάσει στον σταθμό. «Εμείς τρέχαμε παράλληλα με το τρένο και περιμέναμε από τους επιβάτες να μας πετάξουν μερικές καραμέλες και σοκολάτες». Τι εικόνα!
** Για το μπλέξιμό του με τον τζόγο, όπου «ήμουνα των άκρων, όλα ή τίποτα!»
Συνταρακτική ζωή, ενός ανθρώπου προικισμένου από τη φύση για να γίνει είδωλο –και έγινε, παντού, από όπου και αν πέρασε. Ήταν εκείνος που, όπως έλεγε ο κουμπάρος του, ο Χρήστος Ιωαννίδης, «πιο εύκολα περνούσε από τους δρόμους της Δράμας ο πρωθυπουργός, υπουργοί και βουλευτές, παρά ο Τάκης Λουκανίδης».
Ο μεγάλος άσσος έφυγε φορτωμένος δάφνες και πίκρες. Για έναν αδερφό που έχασε στα 22 του χρόνια, για ένα πατέρα που απαγχονίστηκε, για έναν γιο, τον Γιώργο, που έχασε. Και, το λιγότερο αυτό, για μια περιουσία που απορροφήθηκε στην πράσινη τσόχα σαν το νερό στην άμμο.
Καλή ανάπαυση, Τάκη.
- πηγή: harddog-sport
* το κείμενο του Διονύση Βραϊμάκη δημοσιεύεται και στη Live Sport του Σαββάτου
** Η φωτογραφία είναι από το βιβλία «ΕΓΩ, ο Τάκης Λουκανίδης», των εκδόσεων Χάρη Πάτση (2004).