Σχεδόν σαράντα χρόνια είμαι στο κατόπι του και τώρα προσπαθώ να καταλάβω τι ήταν ο Τζίμης Πανούσης
«Ο λάκκος με τ’ αστεία που σκάβω από παιδί, η τέλεια ληστεία που έχω σκαρφιστεί, με σφίγγει σαν παπούτσι ντόπιο και μπαλωμένο, στο χείλος του Ζαλόγγου το τέλος περιμένω. Θέλω να πέσω μέσα, σε χάχανα και γέλια να πνιγώ. Να γίνω πριγκιπέσα, της μάνας μου τα ρούχα να φορώ. Να χαθώ.».
Υπάρχουν μερικά τραγούδια που λες ότι ο καλλιτέχνης τα φύσηξε με την πνοή του, τα έκανε μπουκάλι να κλείσει μέσα τη ζωή του. Για τον Τζίμη αυτό το τραγούδι είναι «Ο λάκκος με τα αστεία», απ’ όπου αυτοί οι στίχοι. Περιέργως, δεν περιλαμβάνεται σε αυτά που έγιναν ευρέως..
γνωστά -δεν λέω «σουξέ» για να μη μου πείτε ότι δεν ταιριάζει στον καλλιτέχνη. Ναι, ο Τζίμης δεν έκανε ποτέ σουξέ αν και το σουξέ του ήταν ακριβώς αυτό: να αισθάνεσαι ότι δεν κάνει σουξέ.
(...)
Μία μέρα τον είχα πιέσει: «Ας πούμε ότι μπορείς να κρατήσεις μόνο ένα τραγούδι σου και όλα τα άλλα θα σβηστούν, ποιο θα διάλεγες;» Περίμενα να μου πει το «Γυφτάκι» που, κατά την απαίδευτη, μουσικά, γνώμη μου, είναι το καλύτερο τραγούδι που έχει γράψει. Και αν δεν ξέρω εγώ, που τον παρακολουθώ σχεδόν 40 χρόνια, ποιος θα ήξερε; Ο ίδιος ο Πανούσης; Η αλήθεια είναι ότι σε εκείνη την κουβέντα ζορίστηκε. «Εντάξει ναι, το «Γυφτάκι» καλό είναι, αλλά και η «Ανακωχή» δεν είναι πολύ καλή;» Καλή είναι. Οπως το Δελτίο Ταυτότητας που βγάζεις όταν είσαι μαθητής και το κρατάς για χρόνια: «Πλέκω στιχάκια με κάποιο χιούμορ, με αρχή και τέλος για τον Αίσωπο. Νιώθω σαν κάτι γκομενούλες του ’40 που πλέκαν κάλτσες για το μέτωπο». Ολο αυτό με δύο λέξεις: Τζίμης Πανούσης.
- από κείμενο του Κώστα Γιαννακίδη στο protagon.gr (oλόκληρο ΕΔΩ)
«Ο λάκκος με τ’ αστεία που σκάβω από παιδί, η τέλεια ληστεία που έχω σκαρφιστεί, με σφίγγει σαν παπούτσι ντόπιο και μπαλωμένο, στο χείλος του Ζαλόγγου το τέλος περιμένω. Θέλω να πέσω μέσα, σε χάχανα και γέλια να πνιγώ. Να γίνω πριγκιπέσα, της μάνας μου τα ρούχα να φορώ. Να χαθώ.».
Υπάρχουν μερικά τραγούδια που λες ότι ο καλλιτέχνης τα φύσηξε με την πνοή του, τα έκανε μπουκάλι να κλείσει μέσα τη ζωή του. Για τον Τζίμη αυτό το τραγούδι είναι «Ο λάκκος με τα αστεία», απ’ όπου αυτοί οι στίχοι. Περιέργως, δεν περιλαμβάνεται σε αυτά που έγιναν ευρέως..
γνωστά -δεν λέω «σουξέ» για να μη μου πείτε ότι δεν ταιριάζει στον καλλιτέχνη. Ναι, ο Τζίμης δεν έκανε ποτέ σουξέ αν και το σουξέ του ήταν ακριβώς αυτό: να αισθάνεσαι ότι δεν κάνει σουξέ.
(...)
Μία μέρα τον είχα πιέσει: «Ας πούμε ότι μπορείς να κρατήσεις μόνο ένα τραγούδι σου και όλα τα άλλα θα σβηστούν, ποιο θα διάλεγες;» Περίμενα να μου πει το «Γυφτάκι» που, κατά την απαίδευτη, μουσικά, γνώμη μου, είναι το καλύτερο τραγούδι που έχει γράψει. Και αν δεν ξέρω εγώ, που τον παρακολουθώ σχεδόν 40 χρόνια, ποιος θα ήξερε; Ο ίδιος ο Πανούσης; Η αλήθεια είναι ότι σε εκείνη την κουβέντα ζορίστηκε. «Εντάξει ναι, το «Γυφτάκι» καλό είναι, αλλά και η «Ανακωχή» δεν είναι πολύ καλή;» Καλή είναι. Οπως το Δελτίο Ταυτότητας που βγάζεις όταν είσαι μαθητής και το κρατάς για χρόνια: «Πλέκω στιχάκια με κάποιο χιούμορ, με αρχή και τέλος για τον Αίσωπο. Νιώθω σαν κάτι γκομενούλες του ’40 που πλέκαν κάλτσες για το μέτωπο». Ολο αυτό με δύο λέξεις: Τζίμης Πανούσης.
- από κείμενο του Κώστα Γιαννακίδη στο protagon.gr (oλόκληρο ΕΔΩ)