Πενήντα χρόνια από την ίδρυση της νεολαίας του ΚΚΕ Εσωτερικού
Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης*
Στο Ρήγα με πήγε ο αδερφός μου, τέτοια εποχή νομίζω πριν από σαράντα χρόνια. Ήμουνα τότε δεκατριών ετών, φρέσκο κοτόπουλο, αλλά είχα προλάβει να διαβάσω το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» των Μαρξ Και Ένγκελς και τον «Μονόλογο του Βασιλιά Λεοπόλδου» του Μαρκ Τουέην. Και είχα αποφασίσει μέσα στην απέραντη παιδική μου αθωότητα, ότι εγώ ήμουνα αριστερός και ανήκα στην αριστερά. Σε κάποια αριστερά τέλος πάντων, που μου ταίριαζε εμένα. Μια αριστερά ροκ εν ρολ , γιατί είχα..
προλάβει ν’ ακούσω και τους Doors και τον Σαββόπουλο και τα είχα όλα στο μυαλό μου μαζεμένα σαν κουρελού πολύχρωμη που ξεδιπλώνεται αναπάντεχα, σαν πυροτέχνημα που σκάει και σε αφήνει άφωνο…
Να πω ότι κατάλαβα πολλά, ψέματα θα σας πω. Μου άρεσε ωστόσο που επιμέναμε εμείς στην ελευθερία της άποψης και ότι μπορούσες να πεις και συ τη γνώμη σου χωρίς να κρέμεται η χατζάρα πάνω απ’ την κεφάλα. Και διάλογο θέλαμε, συζήτηση, συνεννόηση, πράγμα πολύ φυσικό και λογικό σήμερα αλλά όχι εκείνες τις εποχές που ο χαφιές σε ακολουθούσε ακόμη δίχως καμία αιδώ και ο ασφαλίτης σε πλάκωνε στη σφαλιάρα δι’ ασήμαντον αφορμήν. Έβραζε πάντως το αίμα μας και κάτι Εθνικές Αντιδικτατορικές Ενότητες ή Αντιδικτατορικά Εργατικά Μέτωπα τα αντιμετωπίζαμε με θυμηδία. Θέλαμε έναν κόσμο να κοιτάει προς τα εμπρός, όχι προς τα πίσω. Έναν κόσμο θαρραλέο, όχι φοβισμένο.
Πράγμα το οποίο βεβαίως θέλανε και τα παιδιά της Β’ πανελλαδικής, γι’ αυτό μαζέψανε τα μπογαλάκια τους και φύγανε και φτιάξανε δικό τους μαγαζί. Εμείς στα Τρίκαλα που ήμασταν τότε, χαμπάρι δεν πήραμε, βαθιά επαρχία και επικοινωνία μηδέν. Πέντε πράγματα μάθαμε στην αρχή της δεκαετίας του ογδόντα, όταν μας υποδέχτηκαν τα πανεπιστήμια, αλλά τότε η Πανελλαδική ήταν πλέον μια νεκρή υπόθεση και η ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος μια πολύ πιο αριστερή οργάνωση. Ιδίως μετά απ’ τις «σφαγές» της δεξιόστροφής φράξιας στο τρίτο συνέδριο και την άνοδο των πλέον προοδευτικών και επαναστατικών δυνάμεων. Κι έτσι στη δεκαετία του ογδόντα, γράψαμε από την αρχή μια μικρή αλλά εξόχως ενδιαφέρουσα ιστορία…
Για να φτάσουμε σήμερα να γιορτάζουμε μισό αιώνα από την ίδρυση της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος και να υψώνουμε το ποτήρι ψηλά. Δεν είναι, φυσικά, όλες οι αναμνήσεις ευχάριστες και δεν ξεχνάμε εμείς που τώρα δεν είμαστε διόλου φρέσκα κοτόπουλα ότι η οργάνωσή μας λειτούργησε σε πολλές περιπτώσεις ως ενυδρείο απ’ όπου αλίευαν στελέχη εταιρείες, μέσα μαζικής επικοινωνίας, κόμματα μεγάλα και αστικά. Πολύς κόσμος κονόμησε μ’ αυτό τον τρόπο, πουλώντας συνειδήσεις και αγώνες. Τους ξέρουμε και μας ξέρουν και είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι μας θεωρούν πλάσματα μαλακισμένα τους υπόλοιπους και τις υπόλοιπες που δεν μπήκαμε στα κόλπα. Δεν πειράζει, τους συγχωρώ και τους εύχομαι οι γιατροί και οι ναρκέμποροι να τους αφήσουν κάτι για τα γεράματα.
Ως τότε, ως την ώρα που θα αποχαιρετήσουμε οριστικά τα κόκκινα λάβαρα, ένα έχω να πω για την παρακαταθήκη μισού αιώνα της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος. Αυτό που μετράει πάνω απ’ όλα είναι αυτό που μας έδειξε με την ύπαρξη και τη στάση της, ότι δηλαδή Σοσιαλισμός χωρίς Δημοκρατία δεν έχει νόημα και Δημοκρατία χωρίς Σοσιαλισμό δεν αξίζει δυο δεκάρες. Venceremos!
* το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost
Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης*
Στο Ρήγα με πήγε ο αδερφός μου, τέτοια εποχή νομίζω πριν από σαράντα χρόνια. Ήμουνα τότε δεκατριών ετών, φρέσκο κοτόπουλο, αλλά είχα προλάβει να διαβάσω το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» των Μαρξ Και Ένγκελς και τον «Μονόλογο του Βασιλιά Λεοπόλδου» του Μαρκ Τουέην. Και είχα αποφασίσει μέσα στην απέραντη παιδική μου αθωότητα, ότι εγώ ήμουνα αριστερός και ανήκα στην αριστερά. Σε κάποια αριστερά τέλος πάντων, που μου ταίριαζε εμένα. Μια αριστερά ροκ εν ρολ , γιατί είχα..
προλάβει ν’ ακούσω και τους Doors και τον Σαββόπουλο και τα είχα όλα στο μυαλό μου μαζεμένα σαν κουρελού πολύχρωμη που ξεδιπλώνεται αναπάντεχα, σαν πυροτέχνημα που σκάει και σε αφήνει άφωνο…
Να πω ότι κατάλαβα πολλά, ψέματα θα σας πω. Μου άρεσε ωστόσο που επιμέναμε εμείς στην ελευθερία της άποψης και ότι μπορούσες να πεις και συ τη γνώμη σου χωρίς να κρέμεται η χατζάρα πάνω απ’ την κεφάλα. Και διάλογο θέλαμε, συζήτηση, συνεννόηση, πράγμα πολύ φυσικό και λογικό σήμερα αλλά όχι εκείνες τις εποχές που ο χαφιές σε ακολουθούσε ακόμη δίχως καμία αιδώ και ο ασφαλίτης σε πλάκωνε στη σφαλιάρα δι’ ασήμαντον αφορμήν. Έβραζε πάντως το αίμα μας και κάτι Εθνικές Αντιδικτατορικές Ενότητες ή Αντιδικτατορικά Εργατικά Μέτωπα τα αντιμετωπίζαμε με θυμηδία. Θέλαμε έναν κόσμο να κοιτάει προς τα εμπρός, όχι προς τα πίσω. Έναν κόσμο θαρραλέο, όχι φοβισμένο.
Πράγμα το οποίο βεβαίως θέλανε και τα παιδιά της Β’ πανελλαδικής, γι’ αυτό μαζέψανε τα μπογαλάκια τους και φύγανε και φτιάξανε δικό τους μαγαζί. Εμείς στα Τρίκαλα που ήμασταν τότε, χαμπάρι δεν πήραμε, βαθιά επαρχία και επικοινωνία μηδέν. Πέντε πράγματα μάθαμε στην αρχή της δεκαετίας του ογδόντα, όταν μας υποδέχτηκαν τα πανεπιστήμια, αλλά τότε η Πανελλαδική ήταν πλέον μια νεκρή υπόθεση και η ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος μια πολύ πιο αριστερή οργάνωση. Ιδίως μετά απ’ τις «σφαγές» της δεξιόστροφής φράξιας στο τρίτο συνέδριο και την άνοδο των πλέον προοδευτικών και επαναστατικών δυνάμεων. Κι έτσι στη δεκαετία του ογδόντα, γράψαμε από την αρχή μια μικρή αλλά εξόχως ενδιαφέρουσα ιστορία…
Για να φτάσουμε σήμερα να γιορτάζουμε μισό αιώνα από την ίδρυση της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος και να υψώνουμε το ποτήρι ψηλά. Δεν είναι, φυσικά, όλες οι αναμνήσεις ευχάριστες και δεν ξεχνάμε εμείς που τώρα δεν είμαστε διόλου φρέσκα κοτόπουλα ότι η οργάνωσή μας λειτούργησε σε πολλές περιπτώσεις ως ενυδρείο απ’ όπου αλίευαν στελέχη εταιρείες, μέσα μαζικής επικοινωνίας, κόμματα μεγάλα και αστικά. Πολύς κόσμος κονόμησε μ’ αυτό τον τρόπο, πουλώντας συνειδήσεις και αγώνες. Τους ξέρουμε και μας ξέρουν και είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι μας θεωρούν πλάσματα μαλακισμένα τους υπόλοιπους και τις υπόλοιπες που δεν μπήκαμε στα κόλπα. Δεν πειράζει, τους συγχωρώ και τους εύχομαι οι γιατροί και οι ναρκέμποροι να τους αφήσουν κάτι για τα γεράματα.
Ως τότε, ως την ώρα που θα αποχαιρετήσουμε οριστικά τα κόκκινα λάβαρα, ένα έχω να πω για την παρακαταθήκη μισού αιώνα της ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος. Αυτό που μετράει πάνω απ’ όλα είναι αυτό που μας έδειξε με την ύπαρξη και τη στάση της, ότι δηλαδή Σοσιαλισμός χωρίς Δημοκρατία δεν έχει νόημα και Δημοκρατία χωρίς Σοσιαλισμό δεν αξίζει δυο δεκάρες. Venceremos!
* το κείμενο του Χρ. Ξανθάκη είναι από το newpost