Γράφει ο Τάσος Παππάς*
ΠΑΛΙΟΤΕΡΑ, την εποχή που στην ενημέρωση δέσποζαν τα έντυπα μέσα, το ραδιόφωνο και η τηλεόραση ήταν υπό κρατικό έλεγχο, μία φράση λειτουργούσε καταλυτικά στις κοινωνικές συναθροίσεις όταν φούντωναν οι συζητήσεις για κάποιο σοβαρό θέμα που απασχολούσε την κοινωνία: «το έγραψε η εφημερίδα». Αμέσως η γνώμη αυτού που την είχε εκστομίσει αποκτούσε κύρος. Ηταν ένα ατράνταχτο επιχείρημα το οποίο αποστόμωνε όσους είχαν εκφράσει διαφορετική θέση. Αυτό ίσχυσε για μερικά χρόνια με τα ιδιωτικά ραδιόφωνα και την ιδιωτική τηλεόραση. Τον πρώτο καιρό όλα έμοιαζαν ειδυλλιακά..
ΤΟ ΚΡΑΤΙΚΟ ΜΟΝΟΠΩΛΙΟ είχε σπάσει, οι δορυφόροι δεν καταρρίφθηκαν, όπως είχε απειλήσει ο τότε υπουργός Τύπου Δημήτρης Μαρούδας, τα κόμματα του συναινετικού δικομματισμού μοιράζονταν τα μέσα επιρροής δίνοντας ψίχουλα στα μικρότερα κόμματα, η οικονομία πήγαινε καλά με τα δανεικά που έπαιρναν οι κυβερνήσεις, οι τράπεζες έσπρωχναν αβέρτα χρήμα, η αγορά των ΜΜΕ είχε ανοίξει, προς δόξα του πλουραλισμού. Το πράγμα άρχισε να χαλάει, όχι με την εμφάνιση του διαδικτύου, αλλά με τη μετεξέλιξη της σχέσης ανάμεσα στους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ και στις ηγεσίες των κομμάτων εξουσίας.
Από μια σχέση αμοιβαίου οφέλους, όπου τα δύο μέρη κρατούσαν τα προσχήματα και μια σχετική αυτονομία, περάσαμε στην αιμομιξία. Δυσκολευόσουν να καταλάβεις ποιος έκανε κουμάντο, ποιος έβγαζε τη γραμμή και ποιος ακολουθούσε. Οι νταραβεριτζήδες πίστεψαν ότι τίποτε δεν θα τους κουνήσει από το βάθρο τους, όλα θα προχωρήσουν καταπώς τα είχαν σχεδιάσει και η ζωή θα συνεχιστεί κανονικά.
Η ΚΡΙΣΗ ΟΜΩΣ προκάλεσε το σκάσιμο της τεράστιας φούσκας που είχαν στήσει. Η θηριώδης αλαζονεία τους δέχτηκε ένα ισχυρό πλήγμα. Εταιρείες που φάνταζαν πανίσχυρες χρεοκόπησαν, επιχειρηματίες αντιμετωπίζουν σοβαρές κατηγορίες για κακουργήματα, κόμματα καταποντίστηκαν. Η ζημιά όμως δεν είναι μόνον οικονομική. Η αξιοπιστία τους έχει υποστεί ανήκεστο βλάβη.
Σήμερα, αν κάποιος για να ενισχύσει το επιχείρημά του πει σε μια σύναξη «το άκουσα στο ραδιόφωνο», «το είδα στην τηλεόραση», «το διάβασα στην εφημερίδα», το πιθανότερο είναι να εισπράξει τρανταχτά γέλια, κάποιοι να τον χλευάσουν για την αφέλειά του και οι πιο ψύχραιμοι να τον ρωτήσουν με ένα ειρωνικό μειδίαμα καρφιτσωμένο στο πρόσωπό τους: «σε ποιο ραδιόφωνο;», «σε ποια τηλεόραση;», «σε ποια εφημερίδα;». Και έχουν δίκιο οι πολίτες να είναι επιφυλακτικοί.
Εχουν πήξει στις κατασκευασμένες ιστορίες της Δευτέρας που τις γελοιοποιεί η πραγματικότητα την Τρίτη, στα fake news που αναπαράγουν με παχυλή ευκολία κάποτε έγκυρα μέσα ενημέρωσης, στην αποσιώπηση ειδήσεων που υπονομεύουν την ιδιοτελή πρόβλεψη, στην παραποίηση γεγονότων για να ικανοποιηθούν οι επιθυμίες των αφεντικών, στις δολοφονίες χαρακτήρων, στις δίκες προθέσεων, στις αποκλειστικότητες της συμφοράς, στις δηλητηριώδεις φήμες που διακινούν οι μονταζιέρες. Εχει πάτο το βαρέλι; Φοβάμαι ότι δεν έχουμε φτάσει ακόμη.
* το κείμενο του Τάσου Παππά είναι από την Εφημερίδα των Συντακτών (11/12/2017)
ΠΑΛΙΟΤΕΡΑ, την εποχή που στην ενημέρωση δέσποζαν τα έντυπα μέσα, το ραδιόφωνο και η τηλεόραση ήταν υπό κρατικό έλεγχο, μία φράση λειτουργούσε καταλυτικά στις κοινωνικές συναθροίσεις όταν φούντωναν οι συζητήσεις για κάποιο σοβαρό θέμα που απασχολούσε την κοινωνία: «το έγραψε η εφημερίδα». Αμέσως η γνώμη αυτού που την είχε εκστομίσει αποκτούσε κύρος. Ηταν ένα ατράνταχτο επιχείρημα το οποίο αποστόμωνε όσους είχαν εκφράσει διαφορετική θέση. Αυτό ίσχυσε για μερικά χρόνια με τα ιδιωτικά ραδιόφωνα και την ιδιωτική τηλεόραση. Τον πρώτο καιρό όλα έμοιαζαν ειδυλλιακά..
ΤΟ ΚΡΑΤΙΚΟ ΜΟΝΟΠΩΛΙΟ είχε σπάσει, οι δορυφόροι δεν καταρρίφθηκαν, όπως είχε απειλήσει ο τότε υπουργός Τύπου Δημήτρης Μαρούδας, τα κόμματα του συναινετικού δικομματισμού μοιράζονταν τα μέσα επιρροής δίνοντας ψίχουλα στα μικρότερα κόμματα, η οικονομία πήγαινε καλά με τα δανεικά που έπαιρναν οι κυβερνήσεις, οι τράπεζες έσπρωχναν αβέρτα χρήμα, η αγορά των ΜΜΕ είχε ανοίξει, προς δόξα του πλουραλισμού. Το πράγμα άρχισε να χαλάει, όχι με την εμφάνιση του διαδικτύου, αλλά με τη μετεξέλιξη της σχέσης ανάμεσα στους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ και στις ηγεσίες των κομμάτων εξουσίας.
Από μια σχέση αμοιβαίου οφέλους, όπου τα δύο μέρη κρατούσαν τα προσχήματα και μια σχετική αυτονομία, περάσαμε στην αιμομιξία. Δυσκολευόσουν να καταλάβεις ποιος έκανε κουμάντο, ποιος έβγαζε τη γραμμή και ποιος ακολουθούσε. Οι νταραβεριτζήδες πίστεψαν ότι τίποτε δεν θα τους κουνήσει από το βάθρο τους, όλα θα προχωρήσουν καταπώς τα είχαν σχεδιάσει και η ζωή θα συνεχιστεί κανονικά.
Η ΚΡΙΣΗ ΟΜΩΣ προκάλεσε το σκάσιμο της τεράστιας φούσκας που είχαν στήσει. Η θηριώδης αλαζονεία τους δέχτηκε ένα ισχυρό πλήγμα. Εταιρείες που φάνταζαν πανίσχυρες χρεοκόπησαν, επιχειρηματίες αντιμετωπίζουν σοβαρές κατηγορίες για κακουργήματα, κόμματα καταποντίστηκαν. Η ζημιά όμως δεν είναι μόνον οικονομική. Η αξιοπιστία τους έχει υποστεί ανήκεστο βλάβη.
Σήμερα, αν κάποιος για να ενισχύσει το επιχείρημά του πει σε μια σύναξη «το άκουσα στο ραδιόφωνο», «το είδα στην τηλεόραση», «το διάβασα στην εφημερίδα», το πιθανότερο είναι να εισπράξει τρανταχτά γέλια, κάποιοι να τον χλευάσουν για την αφέλειά του και οι πιο ψύχραιμοι να τον ρωτήσουν με ένα ειρωνικό μειδίαμα καρφιτσωμένο στο πρόσωπό τους: «σε ποιο ραδιόφωνο;», «σε ποια τηλεόραση;», «σε ποια εφημερίδα;». Και έχουν δίκιο οι πολίτες να είναι επιφυλακτικοί.
Εχουν πήξει στις κατασκευασμένες ιστορίες της Δευτέρας που τις γελοιοποιεί η πραγματικότητα την Τρίτη, στα fake news που αναπαράγουν με παχυλή ευκολία κάποτε έγκυρα μέσα ενημέρωσης, στην αποσιώπηση ειδήσεων που υπονομεύουν την ιδιοτελή πρόβλεψη, στην παραποίηση γεγονότων για να ικανοποιηθούν οι επιθυμίες των αφεντικών, στις δολοφονίες χαρακτήρων, στις δίκες προθέσεων, στις αποκλειστικότητες της συμφοράς, στις δηλητηριώδεις φήμες που διακινούν οι μονταζιέρες. Εχει πάτο το βαρέλι; Φοβάμαι ότι δεν έχουμε φτάσει ακόμη.
* το κείμενο του Τάσου Παππά είναι από την Εφημερίδα των Συντακτών (11/12/2017)