Το κλουβί της ενημέρωσης
Κάθε που μπαίνω στο ψιλικατζίδικο της γειτονιάς την ώρα της βάρδιας του Φάνη, έχει πάντα κάτι να παίζει. Συνήθως ραδιόφωνο, τις πρωινές ώρες, και πάντοτε συντονισμένος στον ίδιο ενημερωτικό σταθμό. Αν και τα ηχεία είναι ακριβώς δίπλα στο ταμείο, έχει τον ήχο σε τέτοια ένταση, ώστε να ακούγεται σε όλο το μαγαζάκι· δεν γλιτώνει κανείς από την τοξικότητα της πρωινής ενημέρωσης ούτε στα πίσω ράφια με τα όσπρια, ανάμεσα στις φακές και τα ρεβίθια.
Τρεις-τέσσερις παρουσιαστές εναλλάσσονται στην πρωινή ζώνη, με το ίδιο εξυπνακίστικο ύφος, τον στόμφο της ημιμάθειας και την πομπώδη αλαζονεία της ετερόφωτης εξουσίας..
Κάποιοι βγάζουν και τηλεφωνήματα ακροατών στον αέρα· καλούνε διάφοροι για καταγγελίες, προσδίδοντας στον παρουσιαστή και στο μέσο ιδιότητες κι αρμοδιότητες που δεν έχει, ή για να κάνουνε τη φιγούρα τους και να κολακευτούνε με την ψευδαίσθηση της συμμετοχής στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Συχνά, μάλιστα, οι ακροατές ξεπερνούνε σε έπαρση τους παρουσιαστές· άλλωστε, μια παλιά παροιμία λέει πως ό,τι είναι ο καφετζής, είναι και οι πελάτες.
«Βάλε λίγη μουσικούλα, ρε Φάνη, πώς τους αντέχεις αυτούς!», τον προτρέπω σαν φτάνω στο ταμείο. Συνήθως έχω ξεχάσει να ψωνίσω τα μισά πράγματα, μια και πάντοτε θα με αποδιοργανώσει κάτι που θα ειπωθεί στην εκάστοτε εκπομπή. Ενστικτωδώς αρχίζω μέσα μου ν’ απαριθμώ αντεπιχειρήματα που αποδομούν αυτό που μόλις ακούστηκε, μα πριν προλάβω να τα βάλω σε τάξη έρχεται ακαριαία η επόμενη διαστρέβλωση, για να ξαναμπώ στη διαδικασία της φαντασιακής ανταπάντησης.
Κι ενόσω ακούγονται κατά ριπάς τα σημεία και τα τέρατα από το ραδιόφωνο, περιφέρομαι ζαλισμένος μες στα στενάχωρα ράφια του ψιλικατζίδικου, λες κι έχω δεχτεί αλλεπάλληλα κροσέ σε αγώνα πυγμαχίας. Εν τέλει, με τα μισά ψώνια στο χέρι, φτάνω εναγωνίως στο ταμείο μη βλέποντας την ώρα να βρεθώ έξω απ’ αυτό το ασφυκτικό κλουβί της ενημέρωσης και ν’ αναπνεύσω καθαρό από κατασκευασμένη πληροφορία αέρα.
«Ε τι να κάνουμε, πρέπει να ενημερωνόμαστε, εγώ τους ακούω όλους», μου απαντά συνήθως. Τι κι αν αυτοί οι «όλοι» είναι, απλώς, διαφορετικά προσωπεία του ίδιου συστήματος παραπληροφόρησης και η συνεχής έκθεση σε αυτή την τοξικότητα δημιουργεί υποσυνείδητες εγγραφές, καθοριστικές για την εικόνα που σχηματίζουμε για τον κόσμο;
Αν άκουγε, απλώς, τους δεκάδες πελάτες που συναναστρέφεται καθημερινά, θα αποκτούσε μια πιο διαυγή εικόνα της κατάστασης. Αυτός όμως επιμένει ότι μπορεί να βγάλει άκρη μέσα σ’ ετούτη τη χωματερή πληροφορίας και δεν το κλείνει, το ρημάδι.
Λευτέρης Κουγιουμουτζής
(από τη στήλη Επιλεκτικά στην Εφημερίδα των Συντακτών 21/11/2017)
Κάθε που μπαίνω στο ψιλικατζίδικο της γειτονιάς την ώρα της βάρδιας του Φάνη, έχει πάντα κάτι να παίζει. Συνήθως ραδιόφωνο, τις πρωινές ώρες, και πάντοτε συντονισμένος στον ίδιο ενημερωτικό σταθμό. Αν και τα ηχεία είναι ακριβώς δίπλα στο ταμείο, έχει τον ήχο σε τέτοια ένταση, ώστε να ακούγεται σε όλο το μαγαζάκι· δεν γλιτώνει κανείς από την τοξικότητα της πρωινής ενημέρωσης ούτε στα πίσω ράφια με τα όσπρια, ανάμεσα στις φακές και τα ρεβίθια.
Τρεις-τέσσερις παρουσιαστές εναλλάσσονται στην πρωινή ζώνη, με το ίδιο εξυπνακίστικο ύφος, τον στόμφο της ημιμάθειας και την πομπώδη αλαζονεία της ετερόφωτης εξουσίας..
Κάποιοι βγάζουν και τηλεφωνήματα ακροατών στον αέρα· καλούνε διάφοροι για καταγγελίες, προσδίδοντας στον παρουσιαστή και στο μέσο ιδιότητες κι αρμοδιότητες που δεν έχει, ή για να κάνουνε τη φιγούρα τους και να κολακευτούνε με την ψευδαίσθηση της συμμετοχής στο κοινωνικό γίγνεσθαι.
Συχνά, μάλιστα, οι ακροατές ξεπερνούνε σε έπαρση τους παρουσιαστές· άλλωστε, μια παλιά παροιμία λέει πως ό,τι είναι ο καφετζής, είναι και οι πελάτες.
«Βάλε λίγη μουσικούλα, ρε Φάνη, πώς τους αντέχεις αυτούς!», τον προτρέπω σαν φτάνω στο ταμείο. Συνήθως έχω ξεχάσει να ψωνίσω τα μισά πράγματα, μια και πάντοτε θα με αποδιοργανώσει κάτι που θα ειπωθεί στην εκάστοτε εκπομπή. Ενστικτωδώς αρχίζω μέσα μου ν’ απαριθμώ αντεπιχειρήματα που αποδομούν αυτό που μόλις ακούστηκε, μα πριν προλάβω να τα βάλω σε τάξη έρχεται ακαριαία η επόμενη διαστρέβλωση, για να ξαναμπώ στη διαδικασία της φαντασιακής ανταπάντησης.
Κι ενόσω ακούγονται κατά ριπάς τα σημεία και τα τέρατα από το ραδιόφωνο, περιφέρομαι ζαλισμένος μες στα στενάχωρα ράφια του ψιλικατζίδικου, λες κι έχω δεχτεί αλλεπάλληλα κροσέ σε αγώνα πυγμαχίας. Εν τέλει, με τα μισά ψώνια στο χέρι, φτάνω εναγωνίως στο ταμείο μη βλέποντας την ώρα να βρεθώ έξω απ’ αυτό το ασφυκτικό κλουβί της ενημέρωσης και ν’ αναπνεύσω καθαρό από κατασκευασμένη πληροφορία αέρα.
«Ε τι να κάνουμε, πρέπει να ενημερωνόμαστε, εγώ τους ακούω όλους», μου απαντά συνήθως. Τι κι αν αυτοί οι «όλοι» είναι, απλώς, διαφορετικά προσωπεία του ίδιου συστήματος παραπληροφόρησης και η συνεχής έκθεση σε αυτή την τοξικότητα δημιουργεί υποσυνείδητες εγγραφές, καθοριστικές για την εικόνα που σχηματίζουμε για τον κόσμο;
Αν άκουγε, απλώς, τους δεκάδες πελάτες που συναναστρέφεται καθημερινά, θα αποκτούσε μια πιο διαυγή εικόνα της κατάστασης. Αυτός όμως επιμένει ότι μπορεί να βγάλει άκρη μέσα σ’ ετούτη τη χωματερή πληροφορίας και δεν το κλείνει, το ρημάδι.
Λευτέρης Κουγιουμουτζής
(από τη στήλη Επιλεκτικά στην Εφημερίδα των Συντακτών 21/11/2017)