Τετάρτη 12 Ιουλίου 2017

Eνα μαύρο Heidelberg του ΄58...

Ήταν ένα μαύρο Heidelberg του ΄58. Από τα θρυλικά πιεστήρια, που και μόνο η παρουσία τους κάποτε σ΄ ένα τυπογραφείο, πιστοποιούσε τη σοβαρότητα της επιχείρησης… Θα πρέπει να ζύγιζε πάνω από τόνο. Το έβλεπα που το φόρτωνε γερανός πάνω στην καρότσα ενός φορτηγού κι όσο διαρκούσε το φόρτωμα, ένιωθα την καρδιά μου κόμπο. Η κουβέντα με τον καταστηματάρχη ήταν μια λιτή, πονεμένη στιχομυθία:
-Κλείνετε;
-Βγήκα στη σύνταξη. Διάδοχος δεν υπάρχει.
–Γιατί δεν πουλάτε την επιχείρηση;
-Προσπάθησα. Ποιος δουλεύει σήμερα σύνθεση και λινοτυπία; Σήμερα όλα γίνονται με τα κομπιούτερ.
Σα να μου φάνηκε πως του ΄φυγε ένα δάκρυ, αλλά μπορεί να ΄ταν κι η ιδέα μου. Εγώ,..
άλλωστε, είχα ν΄ ασχοληθώ με τα δικά μου θολωμένα μάτια πίσω από τα γυαλιά του ηλίου. Θαρρείς πως εκείνη την ώρα είδα τον πατέρα μου να κινείται ανάμεσα στα θηριώδη πιεστήρια της εφημερίδας, να μαγκώνει το φύλλο, να επιθεωρεί διαγωνίως την πρώτη σελίδα, να τραβάει μοχλούς και να πατάει κουμπιά.
Το εναπομείναν τυπογραφείο, που εντόπισα πριν χρόνια στην ευρύτερη περιοχή του Γκύζη σήμερα έκλεισε. Η μυρωδιά της μελάνης και του χαρτιού, που ρουφούσα σαν μαστουρωμένη κάθε φορά που πέρναγα από μπροστά, έσβησε.
 Ήταν αυτή η μόνη χειροπιαστή αναφορά στα παιδικά μου χρόνια, τότε που άκουγα τις Heidelberg από την επιχείρηση του μπαμπά να δουλεύουν παράγοντας έναν εκκωφαντικό θόρυβο, που εκείνος δεχόταν με τη φυσικότητα, που δέχεσαι τον ήχο της βροχής και που εντέλει του άφησε μόνιμη κώφωση. «Έδωσα κι εγώ ένα κομμάτι απ΄ τον εαυτό μου σ΄ αυτή τη δουλειά» λέει σήμερα, όταν τον πειράζουν. Εκείνος έδωσε τ΄ αφτιά του κι εγώ την παιδικότητά μου. Ανάμεσα στις τυπογραφικές μηχανές, τα μελάνια, τα θεόρατα ψαλίδια, τις κάσες με τα στοιχεία, τις βαριές κι ασήκωτες πλάκες με τα δεμένα γράμματα, που μ΄ έμαθαν να διαβάζω ανάποδα. Έτσι σαν παιχνίδι…
Ανάμεσα σε όλα αυτά τα μαγικά, που μου κληροδότησαν τη μόνη τσιγκουνιά, για την οποία με κοροϊδεύουν οι φίλοι μου. Την τσιγκουνιά στο χαρτί. Από του υπολογιστή μέχρι τη χαρτοπετσέτα… Γιατί πέρασε -φαίνεται- στο DNA μου η αγωνία του πατέρα μου να ξεχρεώνει τους χαρτεμπόρους…

Τόνια Μανιατέα (facebook)