Δυο λόγια για τα παιδιά με τα μαλλιά και με τα μαύρα ρούχα
Έχουνε και τα σύννεφα το φάκελό τους που λέει:
Τους λείπει βασικά η στενή επαφή με την επιφάνεια της γης και η συλλογικότητα. Αντίθετα, αναζητάνε τα «υψηλά» στρώματα, κι εκεί τρέφονται με τεμπελιά και ιντιβιντουαλισμό. Συναθροίζονται συχνά, μα μονάχα για να προκαλέσουν μπόρες, πράγμα που συνήθως πλησιάζει τα όρια του τεντυμποϊσμού.
Στη δουλειά δείχνουν αστάθεια, δημιουργούν βροχές όποτε τους κάνει κέφι, δίχως να λογαριάσουνε τις ανάγκες του πεντάχρονου πλάνου και περιοδικότητα της αγροτικής παραγωγής. Προδοτικά εγκαταλείπουν τις επαρχίες. Εμφανίζονται μπροστά στον κόσμο ατημέλητα κι αχτένιστα. Αυτό κάνει κακή εντύπωση στο κοινό.. και ιδιαίτερα στους τουρίστες. Με τη συχνή κατσουφιά τους, φέρνουν μαύρες σκέψεις στον πληθυσμό και τον κάνουν αδιάφορο. Σκιάζουν έτσι, στα μάτια του κόσμου τα επιτεύγματα του κράτους.
Το πιο χαλασμένο μέρος της νεολαίας ακολουθεί το παράδειγμά τους και αλητεύει. Έχουν πολλούς συγγενείς στο εξωτερικό κι όχι μονάχα σε φίλιες χώρες. Η Δημοκρατία είναι ο περιστερώνας τους –περνάνε τα σύνορα χωρίς άδεια εξόδου και πολύ συχνά ομαδικά. Αντλούν όμως από τα δικά μας νερά. Το ενδιαφέρον τους για τα κοινωνικά έργα δεν είναι ανάλογο με την προνομιακή θέση που κατέχουν. Τις γνώσεις που αποκτήσανε περνώντας πάνω από βιομηχανικά κέντρα δεν προσπαθούν να τις αξιοποιήσουν για να εμβαθύνουν και να καταλάβουν καλά την πατριδογνωσία των ανθρώπων. Μονάδες της αεροπορίας μας τα πιάσανε πολλές φορές να κοιμούνται ενώ ταξιδεύουνε. Με την παρουσία τους σκοτεινιάζουν την αισιοδοξία που ακτινοβολεί στις γιορτές και τις παρελάσεις.
Η αλήθεια είναι πως από καλλιτεχνική άποψη αγγίζουν συναισθήματα σχεδόν ανθρώπινα (άσπρα συννεφάκια σαν αρνάκια!), μα στην πλειοψηφία τους έχουν περισσότερο τάσεις που φανερώνουν παρακμή, καμιά φορά μάλιστα φτάνουν στα όρια της απόλυτης αφαίρεσης.
Και δεν λείπουνε ποτέ από καμιά καταιγίδα.
(Κείμενο του Β.Κ. Κότσοουρεκ, από το βιβλίο «Η δύναμη της Άνοιξης», που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα οι εκδόσεις «Στιγμή». Πρόκειται για συλλογή κειμένων, ποιημάτων και σκίτσων από το περιοδικό “Plamen” που κυκλοφορούσε στην Τσεχία τη δεκαετία του ’60 και η κυκλοφορία του απαγορεύτηκε μετά απ’ τα γεγονότα του 1968. Μετάφραση Ρενέ Ψυρούκη.)
- από τον Χρήστο Ξανθάκη στο newpost.gr
Έχουνε και τα σύννεφα το φάκελό τους που λέει:
Τους λείπει βασικά η στενή επαφή με την επιφάνεια της γης και η συλλογικότητα. Αντίθετα, αναζητάνε τα «υψηλά» στρώματα, κι εκεί τρέφονται με τεμπελιά και ιντιβιντουαλισμό. Συναθροίζονται συχνά, μα μονάχα για να προκαλέσουν μπόρες, πράγμα που συνήθως πλησιάζει τα όρια του τεντυμποϊσμού.
Στη δουλειά δείχνουν αστάθεια, δημιουργούν βροχές όποτε τους κάνει κέφι, δίχως να λογαριάσουνε τις ανάγκες του πεντάχρονου πλάνου και περιοδικότητα της αγροτικής παραγωγής. Προδοτικά εγκαταλείπουν τις επαρχίες. Εμφανίζονται μπροστά στον κόσμο ατημέλητα κι αχτένιστα. Αυτό κάνει κακή εντύπωση στο κοινό.. και ιδιαίτερα στους τουρίστες. Με τη συχνή κατσουφιά τους, φέρνουν μαύρες σκέψεις στον πληθυσμό και τον κάνουν αδιάφορο. Σκιάζουν έτσι, στα μάτια του κόσμου τα επιτεύγματα του κράτους.
Το πιο χαλασμένο μέρος της νεολαίας ακολουθεί το παράδειγμά τους και αλητεύει. Έχουν πολλούς συγγενείς στο εξωτερικό κι όχι μονάχα σε φίλιες χώρες. Η Δημοκρατία είναι ο περιστερώνας τους –περνάνε τα σύνορα χωρίς άδεια εξόδου και πολύ συχνά ομαδικά. Αντλούν όμως από τα δικά μας νερά. Το ενδιαφέρον τους για τα κοινωνικά έργα δεν είναι ανάλογο με την προνομιακή θέση που κατέχουν. Τις γνώσεις που αποκτήσανε περνώντας πάνω από βιομηχανικά κέντρα δεν προσπαθούν να τις αξιοποιήσουν για να εμβαθύνουν και να καταλάβουν καλά την πατριδογνωσία των ανθρώπων. Μονάδες της αεροπορίας μας τα πιάσανε πολλές φορές να κοιμούνται ενώ ταξιδεύουνε. Με την παρουσία τους σκοτεινιάζουν την αισιοδοξία που ακτινοβολεί στις γιορτές και τις παρελάσεις.
Η αλήθεια είναι πως από καλλιτεχνική άποψη αγγίζουν συναισθήματα σχεδόν ανθρώπινα (άσπρα συννεφάκια σαν αρνάκια!), μα στην πλειοψηφία τους έχουν περισσότερο τάσεις που φανερώνουν παρακμή, καμιά φορά μάλιστα φτάνουν στα όρια της απόλυτης αφαίρεσης.
Και δεν λείπουνε ποτέ από καμιά καταιγίδα.
(Κείμενο του Β.Κ. Κότσοουρεκ, από το βιβλίο «Η δύναμη της Άνοιξης», που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα οι εκδόσεις «Στιγμή». Πρόκειται για συλλογή κειμένων, ποιημάτων και σκίτσων από το περιοδικό “Plamen” που κυκλοφορούσε στην Τσεχία τη δεκαετία του ’60 και η κυκλοφορία του απαγορεύτηκε μετά απ’ τα γεγονότα του 1968. Μετάφραση Ρενέ Ψυρούκη.)
- από τον Χρήστο Ξανθάκη στο newpost.gr