Γράφει ο Κώστας Γιαννακίδης
Το πρώτο Goody’s άνοιξε στη Θεσσαλονίκη το 1975. Στην Κούσκουρα, δίπλα στο ζαχαροπλαστείο της «Ωραίας». Δεν επρόκειτο, απλώς, για ένα εστιατόριο που πουλούσε χάμπουργκερ και τηγανιτές πατάτες μέσα σε κόκκινο χαρτόνι. Hταν το πρώτο ελληνικό fast food!
Ενα εστιατόριο που, πραγματικά, άλλαξε σε μεγάλο βαθμό τις διατροφικές προτιμήσεις της νεολαίας και δημιούργησε επιχειρηματικό success story δισεκατομμυρίων δραχμών και εκατομμυρίων ευρώ. Αν στην πατρίδα μας είχαμε μουσείο επιχειρηματικότητας, έπρεπε τουλάχιστον να κρατήσουμε τις φριτέζες. Διότι, όλοι θα συμφωνήσουμε, με ενστάσεις ως προς τη διατροφική ορθότητα, πως σε αυτή τη χώρα παρακολουθήσαμε τα πολύχρωμα ‘80ς μασουλώντας.. πατάτες από τα Goody’s –προσωπικά είχα αδυναμία στο cheeseburger και στο λουκάνικο.
Σκέφτομαι αν το υπουργείο Πολιτισμού, στην κατάλληλη στιγμή, θα μπορούσε να ανακηρύξει σε διατηρητέο μνημείο το πρώτο Goody’s. Από τη μία λέω ότι ο χαρακτήρας και το μενού του καταστήματος δεν συνάδει με την έννοια του πολιτισμού, όπως την αντιλαμβάνονται τα υπουργεία. Και από την άλλη σκέφτομαι ότι από το συγκεκριμένο κατάστημα ίσως πέρασε όλη η Θεσσαλονίκη του αθλητισμού και του πολιτισμού. Οι αθλητές πήγαιναν επειδή ήταν trendy και οι καλλιτέχνες επειδή ήταν φθηνό. Γιατί όχι και διατηρητέο μνημείο;
Η υπουργός Πολιτισμού πήρε την απόφαση για τον «Λεωνίδα» στο Λυγουριό. Η ταβέρνα ανακηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο αμέσως μετά τον θάνατο του δημιουργού της. Προσπαθώ να καταλάβω από πού εκπορεύεται η πρωτότυπη απόφαση της υπουργού. Δεν είναι δύσκολο. Η ίδια διατηρεί συναισθηματική σχέση με τον χώρο, έχει περάσει βραδιές και βραδιές εκεί μετά από παραστάσεις της Επιδαύρου, μοιράστηκε τα τραπέζια με κορυφαίους του θεάτρου. Όμως αυτό δεν καθιστά τον χώρο μνημείο. Ναι, σε εκείνο το γωνιακό τραπέζι τα έπινε η Μιλένα και τσιμπολογούσε η Παξινού. Για φαγητό πήγαιναν, όχι για να ερμηνεύσουν ρόλους. Σε αυτό το σημείο έσυρε τον χορό η Λυδία Κονιόρδου. Αυτό δεν δίνει ιστορική βαρύτητα στο χώρο, αλλά συναισθηματικό φορτίο που αφορά την υπουργό και τους φίλους της.
Για αυτό και η κυρία Κονιόρδου όφειλε να είναι πιο προσεκτική. Δεν μπορείς να ανακηρύττεις μνημείο έναν χώρο συνδεδεμένο με σένα. Το πολύ να στείλεις κανέναν καλό τεχνίτη να φροντίσει τις κορνίζες των φωτογραφιών. Μέχρι εκεί. Διότι αν αυτό καταστεί κανόνας, τότε έχει και η Μύκονος γωνιές για ανάδειξη μνήμης. Το «Ζόναρς» δύναται να καταστεί μουσείο, το σπίτι της Ζωζώς αρχαιολογικός χώρος και πάει λέγοντας.
- από το protagon.gr
Το πρώτο Goody’s άνοιξε στη Θεσσαλονίκη το 1975. Στην Κούσκουρα, δίπλα στο ζαχαροπλαστείο της «Ωραίας». Δεν επρόκειτο, απλώς, για ένα εστιατόριο που πουλούσε χάμπουργκερ και τηγανιτές πατάτες μέσα σε κόκκινο χαρτόνι. Hταν το πρώτο ελληνικό fast food!
Ενα εστιατόριο που, πραγματικά, άλλαξε σε μεγάλο βαθμό τις διατροφικές προτιμήσεις της νεολαίας και δημιούργησε επιχειρηματικό success story δισεκατομμυρίων δραχμών και εκατομμυρίων ευρώ. Αν στην πατρίδα μας είχαμε μουσείο επιχειρηματικότητας, έπρεπε τουλάχιστον να κρατήσουμε τις φριτέζες. Διότι, όλοι θα συμφωνήσουμε, με ενστάσεις ως προς τη διατροφική ορθότητα, πως σε αυτή τη χώρα παρακολουθήσαμε τα πολύχρωμα ‘80ς μασουλώντας.. πατάτες από τα Goody’s –προσωπικά είχα αδυναμία στο cheeseburger και στο λουκάνικο.
Σκέφτομαι αν το υπουργείο Πολιτισμού, στην κατάλληλη στιγμή, θα μπορούσε να ανακηρύξει σε διατηρητέο μνημείο το πρώτο Goody’s. Από τη μία λέω ότι ο χαρακτήρας και το μενού του καταστήματος δεν συνάδει με την έννοια του πολιτισμού, όπως την αντιλαμβάνονται τα υπουργεία. Και από την άλλη σκέφτομαι ότι από το συγκεκριμένο κατάστημα ίσως πέρασε όλη η Θεσσαλονίκη του αθλητισμού και του πολιτισμού. Οι αθλητές πήγαιναν επειδή ήταν trendy και οι καλλιτέχνες επειδή ήταν φθηνό. Γιατί όχι και διατηρητέο μνημείο;
Η υπουργός Πολιτισμού πήρε την απόφαση για τον «Λεωνίδα» στο Λυγουριό. Η ταβέρνα ανακηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο αμέσως μετά τον θάνατο του δημιουργού της. Προσπαθώ να καταλάβω από πού εκπορεύεται η πρωτότυπη απόφαση της υπουργού. Δεν είναι δύσκολο. Η ίδια διατηρεί συναισθηματική σχέση με τον χώρο, έχει περάσει βραδιές και βραδιές εκεί μετά από παραστάσεις της Επιδαύρου, μοιράστηκε τα τραπέζια με κορυφαίους του θεάτρου. Όμως αυτό δεν καθιστά τον χώρο μνημείο. Ναι, σε εκείνο το γωνιακό τραπέζι τα έπινε η Μιλένα και τσιμπολογούσε η Παξινού. Για φαγητό πήγαιναν, όχι για να ερμηνεύσουν ρόλους. Σε αυτό το σημείο έσυρε τον χορό η Λυδία Κονιόρδου. Αυτό δεν δίνει ιστορική βαρύτητα στο χώρο, αλλά συναισθηματικό φορτίο που αφορά την υπουργό και τους φίλους της.
Για αυτό και η κυρία Κονιόρδου όφειλε να είναι πιο προσεκτική. Δεν μπορείς να ανακηρύττεις μνημείο έναν χώρο συνδεδεμένο με σένα. Το πολύ να στείλεις κανέναν καλό τεχνίτη να φροντίσει τις κορνίζες των φωτογραφιών. Μέχρι εκεί. Διότι αν αυτό καταστεί κανόνας, τότε έχει και η Μύκονος γωνιές για ανάδειξη μνήμης. Το «Ζόναρς» δύναται να καταστεί μουσείο, το σπίτι της Ζωζώς αρχαιολογικός χώρος και πάει λέγοντας.
- από το protagon.gr