Παρασκευή 23 Ιουνίου 2017

Το UNFOLLOW, ο Μαρινάκης και οι επικρίσεις

 Ανακοίνωση του περιοδικού UNFOLLOW για τις επικρίσεις των τελευταίων ημερών:

 «Το UNFOLLOW αθωώνει τον Μαρινάκη». Αυτός θα μπορούσε να είναι ο τίτλος του non-paper που μοιάζει να διακινεί το κυβερνητικό επιτελείο από τη στιγμή που δημοσιεύσαμε το ρεπορτάζ του συναδέλφου και εκδότη του περιοδικού Λευτέρη Χαραλαμπόπουλου με τίτλο «Καταγγελίες για εμπλοκή Καμμένου – Κοντονή σε σκευωρία για Noor 1 και Μαρινάκη».
Γράφτηκαν και λέχθηκαν πολλά, από καλόπιστες κριτικές μέχρι τις συνήθεις μεγαλοστομίες. Τα περισσότερα όμως από όσα γράφτηκαν εμπίπτουν στην κατηγορία: όταν μας δείχνουν το φεγγάρι καλό είναι να σχολιάζουμε πρώτα το φεγγάρι και μετά το δάχτυλο.
Γράφτηκε ότι το ρεπορτάζ του Λευτέρη Χαραλαμπόπουλου «βγάζει λάδι τον Βαγγέλη Μαρινάκη.. για την υπόθεση Noor 1». Βέβαια, ούτε το UNFOLLOW, ούτε ο έχων την ευθύνη του συγκεκριμένου ρεπορτάζ δικάζει υποθέσεις για να δύναται να αποφανθεί για την ενοχή ή την αθωότητα κάποιου. Ούτε το ρεπορτάζ αφορούσε γενικώς την υπόθεση του Noor 1. Σε κανένα, μα σε κανένα, σημείο του κειμένου δεν υπάρχει κρίση περί αθωότητας ή ενοχής του οποιουδήποτε εφοπλιστή. Αυτό που γράφει ο Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος από την πρώτη κιόλας αράδα είναι ότι «εάν επαληθευθούν τα στοιχεία, καταδεικνύουν πως βρίσκεται σε εξέλιξη απόπειρα να εξυφανθεί δικαστική σκευωρία, με στόχο να ενοχοποιηθεί ο εφοπλιστής Βαγγέλης Μαρινάκης για την “υπόθεση Noor-1”». Και παρουσιάζει τα στοιχεία που καταδεικνύουν ένα μείζον πολιτικό θέμα: μια ανοιχτή παρέμβαση κυβερνητικών στελεχών σε μια δικαστική υπόθεση. Στοιχεία που και αλλού υποστηρίχθηκε πως υπάρχουν –όπως στη συνέντευξη που δημοσίευσε η εφημερίδα Real ή στο ρεπορτάζ με αναπόδοτες πληροφορίες που δημοσίευσε η εφημερίδα Το Καρφί–, αλλά ο συνάδελφός μας τα δημοσίευσε αυτούσια για να έχουν όλοι πρόσβαση σε αυτά.

Το να είναι ένοχος ή αθώος ο Βαγγέλης Μαρινάκης για την υπόθεση αυτή, ή για οποιανδήποτε άλλη, είναι κάτι ανεξάρτητο από το να στήνεται μια σκευωρία. Σκευωρία μπορεί να στηθεί και σε κάποιον ένοχο και σε κάποιον αθώο – εκτός αν κάποιοι δεν έχουν πρόβλημα να «στηθούν» στοιχεία για κάποιον, επειδή τον θεωρούν εξαρχής ένοχο. Νομίζουμε όμως ότι το να «στήνονται» στοιχεία είναι σοβαρό ζήτημα για ένα κράτος δικαίου, για όποιον κι αν γίνεται, είτε τον συμπαθούμε είτε όχι, είτε τον θεωρούμε ένοχο είτε αθώο. Γιατί και η ενοχή πρέπει να αποδεικνύεται με πραγματικά στοιχεία και όχι με κατασκευασμένα.

Το ζήτημα είναι λοιπόν: τα στοιχεία που παρουσίασε το ρεπορτάζ είναι αληθινά ή όχι; Μέχρι στιγμής κανένα από τα στοιχεία δεν έχει αμφισβητηθεί από κανέναν, αντιθέτως, εμμέσως πλην σαφώς και ο κ. Κοντονής παραδέχτηκε ότι η Εισαγγελέας επισκέφτηκε τον υπόδικο στη φυλακή και ο ίδιος ο κ. Καμμένος ότι έχει συνομιλήει με τον ισοβίτη.

Ο ελέφαντας στο δωμάτιο και οι πρόθυμοι δημοσιογράφοι της κυβέρνησης

Αν λοιπόν τα στοιχεία είναι αληθινά, πάμε στο επόμενο σοβαρό θέμα: για την ταμπακιέρα θα συζητήσουμε; Πέρασαν ήδη τρία ολόκληρα 24ωρα και κανείς από τους επικριτές μας, για παράδειγμα, δεν φαίνεται να βρίσκει περίεργο το γεγονός ότι λιμενικός με καθήκοντα ανακριτικού λειτουργού εμφανίζεται να πιέζει τον κρατούμενο να κατονομάσει συγκεκριμένο εφοπλιστή προσφέροντάς του ως αντάλλαγμα την αποφυλάκισή του (να επισημάνουμε στο σημείο αυτό ότι το ρεπορτάζ έδωσε βάση στα όσα λέει στη συνομιλία ο λιμενικός, και όχι ο υπόδικος, γιατί ο λιμενικός εκπροσωπεί μια δημόσια αρχή). Κανείς δεν φαίνεται να βρίσκει περίεργο ότι για την «επίσκεψη» αυτή φέρεται να είναι ενήμερος ο ίδιος ο υπουργός Εθνικής Άμυνας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ Πάνος Καμμένος. Μια ενημέρωση μάλιστα, την οποία φέρεται να έχει από τον γνωστό σε όλες και όλους μας δημοσιογράφο Μάκη Τριανταφυλλόπουλο. Κανείς, επίσης, δεν φαίνεται να βρίσκει άξιο διερεύνησης το γεγονός ότι η Προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιά επισκέπτεται νύχτα τον καταδικασθέντα στις φυλακές προκειμένου να λάβει κατάθεση, μένει μαζί του επί τρεις ώρες –εκ των οποίων, σύμφωνα με όσα υποστηρίζει ο κρατούμενος ότι του είπε, τα 50 περίπου λεπτά μιλά με τον υπουργό Δικαιοσύνης στο τηλέφωνο.

Και όσοι ή όσες επιλέγουν να παραστήσουν ότι ρίχνουν και μια βουτιά στην πισίνα των στοιχείων, αποφαίνονται: «Μα, καλά, για ένα τηλεφώνημα κάνετε έτσι;».
Απαντάμε: Όχι, δεν κάνουμε ούτε έτσι ούτε αλλιώς για «ένα τηλεφώνημα». Παρότι, βέβαια, απορούμε γιατί κάποιοι είναι πρόθυμοι να παραβλέψουν και το ότι ο υπουργός Εθνικής Άμυνας δεν είναι καν ο αρμόδιος για το οποιοδήποτε πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων (προστασία μαρτύρων την οποία κάπως όψιμα θυμήθηκε η κυβέρνηση, που δεν την θυμόταν όταν δύο μάρτυρες της ίδιας υπόθεσης πέθαναν εν Ελλάδι επί των ημερών της). Τον ελέφαντα στο δωμάτιο θα τον δούμε; Και όταν αναφερόμαστε στον ελέφαντα στο δωμάτιο εννοούμε ακριβώς αυτό που διάφοροι καλοί συνάδελφοι που τοποθετούνται στο πλευρό της κυβέρνησης αποκρύπτουν ακριβώς με διατυπώσεις όπως αυτή που επέλεξε η Άντα Ψαρρά στο άρθρο της στην Εφημερίδα των Συντακτών με τίτλο «Θυμήθηκαν το “Noor 1” όχι για την ηρωίνη, αλλά για το τηλεφώνημα!».

Πρώτα απ’ όλα, να ενημερώσουμε την καλή συνάδελφο, που αν και διατείνεται ότι παρακολουθεί την υπόθεση από την αρχή, φαίνεται να το αγνοεί, ότι δεν την θυμηθήκαμε εμείς την υπόθεση αλλά… ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος. Το γεγονός το αναφέρει κάποια στιγμή και η ίδια αλλά στρεψοδικώντας. Γράφει λοιπόν ότι η υπόθεση έγινε πρωτοσέλιδο «όχι λόγω των πολλών και δικαιολογημένων αποριών που δημιουργήθηκαν σε όλη αυτή τη σκοτεινή υπόθεση εμπορίας θανάτου, αλλά επειδή ο βασικός καταδικασθείς ισχυρίστηκε στη “Ζούγκλα” του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου ότι του ζητήθηκε από υπουργό να καταθέσει στοιχεία για τον Βαγγέλη Μαρινάκη!».

Ο «βασικός καταδικασθείς» πρώτα απ’ όλα, όπως ισχυρίζεται ο ίδιος στη συνέντευξη που παραχώρησε στον Λευτέρη Χαραλαμπόπουλο, βρέθηκε να συνομιλεί με τον Πάνο Καμμένο (τον υπουργό Άμυνας της κυβέρνησης που υπερασπίζεται η συνάδελφος) χάρη στην παρέμβαση του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου, ο οποίος –σύμφωνα με τα όσα υποστηρίζει και ο ίδιος– συνάντησε τον υπουργό για να τον ενημερώσει ότι ο καταδικασθείς προτίθεται να δώσει κατάθεση που να «καίει τον Μαρινάκη». Κάπως έτσι φέρεται να έφτασε μέσα στη νύχτα η Προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιά στη φυλακή, να μένει παράτυπα εκεί επί τρίωρο και τα σχεδόν 50 λεπτά να μιλά, σύμφωνα με τον κρατούμενο, με τον υπουργό Δικαιοσύνης στο τηλέφωνο για να του εξηγήσει ότι δεν λαμβάνει αυτό που της είπαν ότι θα λάβει.

Αυτά, κ. Ψαρρά, σας φαίνονται κανονικά; Το γεγονός ότι μια «υπόθεση εμπορίας θανάτου», όπως λέτε κι εσείς, την χειρίζεται ο Μάκης Τριαντάφυλλόπουλος στο γραφείο του υπουργού Άμυνας της κυβέρνησης που στηρίζετε, σας φαίνεται ήσσονος σημασίας ώστε να το υποβιβάζετε σε «ένα τηλεφώνημα»; Και για όλα τα υπόλοιπα σας αρκεί το ότι ο Π. Καμμένος άφησε να εννοηθεί ότι το έκανε για να προστατεύσει τον «μάρτυρα»; Ο Π. Καμμένος και ο Μ. Τριανταφυλλόπουλος είναι υπεύθυνοι για την προστασία των μαρτύρων άραγε; Ή μήπως ο Π. Καμμένος και ο Μ. Τριανταφυλλόπουλος είναι δύο άνθρωποι που δεν έχουν απασχολήσει ποτέ τη δημοσιότητα για σχέσεις με επιχειρηματίες και για πράξεις που ευνοούν συγκεκριμένα συμφέροντα;

Και δεν είναι «ένα τηλεφώνημα», κ. Ψαρρά. Είναι τέσσερα, τρία τη μία μέρα και ένα την επομένη. Θα αναρωτηθεί κανένας επιτέλους τι έλεγε ο υπουργός Άμυνας σε έναν κρατούμενο, ώστε να χρειαστεί να του τηλεφωνήσει τέσσερις φορές; Θα ρωτήσει κανένας τον λιμενικό κ. Χριστοφορίδη για τη συζήτησή του με τον κρατούμενο Γιαννουσάκη και αν ήταν γι΄αυτήν ενήμερος ο Π. Καμμένος; Θα ρωτήσει κανείς γιατί πήγε η Εισαγγελέας Τζίβα να πάρει κατάθεση για την υπόθεση της μεταφοράς ναρκωτικών με το πλοίο Noor-1, από τη στιγμή που δεν χειρίζεται η ίδια τη συγκεκριμένη υπόθεση; Η κ. Τζίβα χειρίζεται τη δικογραφία που αφορά τη διερεύνηση τυχόν λαθρεμπορίου πετρελαίου μέσω του πλοίου Noor-1 και όχι την υπόθεση των ναρκωτικών που την διερευνά η Εισαγγελέας Αλβανού. Γιατί επομένως πήγε η κ. Τζίβα να πάρει από τον Γιαννουσάκη κατάθεση που να αφορά την υπόθεση των ναρκωτικών, όπως τουλάχιστον προκύπτει από όσα ο ίδιος ανάφερε και στις συνομιλίες του και στη μηνυτήρια αναφορά στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου; Γιατί, αφού έγιναν οι αποκαλύψεις για τις συνομιλίες Γιαννουσάκη-Χριστοφορίδη, έσπευσε να τον καλέσει να δώσει κατάθεση η αρμόδια Εισαγγελέας Αλβανού;

Το «πληρωμένο» ρεπορτάζ και η ανεξαρτησία του περιοδικού


 Γράφτηκε ότι το ρεπορτάζ ήταν «πληρωμένο», ότι «ξεπουληθήκαμε» για να βγάλουμε λάδι τον εφοπλιστή, πρόεδρο της ΠΑΕ Ολυμπιακός και εσχάτως ιδιοκτήτη του «Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη», Βαγγέλη Μαρινάκη, σχετικά με την πιθανότητα εμπλοκής του στην υπόθεση Noor- 1. Η κατηγορία αυτή υποτίθεται πως δεν χρειαζόταν τεκμηρίωση, καθώς το γεγονός ότι κάποιοι από τους συναδέλφους του περιοδικού εργάζονται και στον Όμιλο των Παραπολιτικών, αποκαλύπτει –για τους κατηγόρους μας– την ευθεία σύνδεση τους με τον εφοπλιστή.

Απαντάμε: Πρώτα απ’ όλα, ουδέποτε έκρυψαν οι συνάδελφοί μας ότι εκδίδουν δύο ένθετα στην εφημερίδα Παραπολιτικά, ενώ τόσο ο Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος όσο και ο έτερος διευθυντής του περιοδικού Αυγουστίνος Ζενάκος έχουν και μια δίωρη εκπομπή κάθε Σάββατο και Κυριακή στο ραδιόφωνο Παραπολιτικά FM. Είναι από τους ελάχιστους συναδέλφους που γνωρίζουμε, οι οποίοι δεν διεκδίκησαν να «τα πάρουν» κάτω από το τραπέζι, αλλά αντίθετα βγήκαν θαρρετά με τις υπογραφές τους και ανακοίνωσαν δημόσια τη συνεργασία τους, αναλαμβάνοντας στο ακέραιο το κόστος της επιλογής τους αυτής. Αυτό -για τους μη γνωρίζοντες- στον χώρο των ΜΜΕ είναι από σπάνιο έως… ανέκδοτο. Ο κανόνας για την ακρίβεια είναι το ακριβώς ανάποδο. Δημοσιογράφοι που καλύπτουν για παράδειγμα το υπουργείο Εργασίας το πρωί, το βράδυ συντάσσουν το δελτίο Τύπου του υπουργείου και το πρωί το εκφωνούν ως είδηση. Μέσα, έντυπα και ηλεκτρονικά, που διατείνονται ότι στηρίζονται στις πωλήσεις τους και στην αγάπη των αναγνωστών τους, στην πραγματικότητα δεν θα έβγαζαν τον μήνα αν δεν ερχόταν υπό οποιονδήποτε μανδύα (κρατική και τραπεζική διαφήμιση, στήριξη «φιλοκυβερνητικού» επιχειρηματία ή απευθείας χρηματοδότηση από τα λεγόμενα «μυστικά κονδύλια») η «βοήθεια» της κυβέρνησης – της όποιας κυβέρνησης. Όσο λοιπόν κι αν διατείνεται ο όποιος κ. Μπογδάνος από τον αέρα του ΣΚΑΙ (τώρα και με αφορμή το επίμαχο ρεπορτάζ) ότι το UNFOLLOW είναι «Συριζαϊκό μέσο, το οποίο απολαμβάνει φιλοκυβερνητικών προνομίων και στο οποίο κάποιος από την κυβέρνηση μπορεί να σηκώσει το τηλέφωνο και να πει “να γίνει αυτό ή το άλλο;”» και πως «Δεν γίνεται να μην υπάρχει καμία ενημέρωση στον ΣΥΡΙΖΑ για το πώς βγαίνει αυτό το πράγμα προς τα έξω (σ.σ το ρεπορτάζ)», ουδείς – με στοιχειώδη σοβαρότητα – μπορεί να υποστηρίξει ότι το UNFOLLOW έπαιξε ή παίζει παιχνίδια με αυτήν ή οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση και ακόμα περισσότερο ότι αμείβεται για τις υποτιθέμενες αυτές υπηρεσίες του. Το να κατηγορούν εμάς αυτοί που παίζουν ακριβώς τέτοια παιχνίδια για «πληρωμένα» ρεπορτάζ είναι λοιπόν αστείο.

Όταν ανακοινώθηκε η συνεργασία μελών της συντακτικής ομάδας του UNFOLLOW με τον Όμιλο των Παραπολιτικών, μία από τις επιθέσεις που δεχτήκαμε ήταν ότι δεν θα γράψει λέξη το περιοδικό για την υπόθεση Noor-1. Τώρα που έγραψε ο Λ. Χαραλαμπόπουλος το συγκεκριμένο ρεπορτάζ, η ρητορική γυρίζει στο «ε, βέβαια, δημοσιεύει αυτό που εξυπηρετεί τον Βαγγέλη Μαρινάκη». Με άλλα λόγια ούτε να μην το ψάξει έπρεπε αλλά ούτε και να το δημοσιεύσει από τη στιγμή που δεν υποστήριζε τον ισχυρισμό ότι ο Μαρινάκης είναι πρεζέμπορας. Η μόνη επιλογή που φαίνεται να γίνεται αποδεκτή ήταν να βγει και να γράψει: «Ο Μαρινάκης είναι πρεζέμπορας».

Ας ξεκαθαρίσουμε κάτι: μπορεί οι μισοί ποδοσφαιρικοί οπαδοί ή το μισό facebook να έχουν αποφασίσει ότι κάποιος είναι πρεζέμπορας – και να το γράφουν κιόλας. Εμείς, όμως, είμαστε δημοσιογράφοι. Και ρωτάμε: γιατί κανένας από τους υπόλοιπους δημοσιογράφους που συντάσσονται με την «κοινή γνώμη» των social media δεν το γράφει αυτός; Γιατί δεν βγήκε ούτε ένας ή μία επαγγελματίας δημοσιογράφος να παρουσιάσει τα στοιχεία για το ότι «ο Μαρινάκης είναι πρεζέμπορας»; Αυτοί οι συνάδελφοι, ας πούμε, που επαίρονται ότι παρακολουθούν την υπόθεση λιώνοντας στα δικαστήρια –σε αντίθεση με εμάς που τη θυμηθήκαμε, λένε, τώρα από «ένα τηλεφώνημα»– γιατί δεν έχουν γράψει ποτέ κάτι τέτοιο; Γιατί αρκούνται στο να διατυπώνουν ερωτήματα, ή στο να γράφουν ανώδυνα χιουμοριστικά σχόλια στα social media; Μήπως γιατί ξέρουν ότι χωρίς στοιχεία κάτι τέτοιο θα ήταν ανυπόστατο, αντιδεοντολογικό και θα προκαλούσε μια αγωγή που θα την έχαναν; Τι είδους θράσος πρέπει να έχει κανείς για να απαιτεί από εμάς, αντί των στοιχείων που έχουμε, να δημοσιεύσουμε κάτι που αυτός ποτέ δεν έχει ο ίδιος τα στοιχεία για να το δημοσιεύσει – παρά μόνο το υπονοεί για να μας λοιδορήσει;

Πάμε, λοιπόν, μια φορά ακόμη: ο συνάδελφός μας δημοσίευσε στοιχεία για σοβαρότατες συμπεριφορές μελών της κυβέρνησης και στελεχών των ανακριτικών και δικαστικών αρχών. Αυτό είναι το θέμα του ρεπορτάζ. Λυπόμαστε πολύ που εκ του αποτελέσματος δεν απηχεί τις βεβαιότητες περί του ποιος είναι πρεζέμπορας.

Και ας μην μας απειλεί κανείς ότι θα σταματήσει να αγοράζει το περιοδικό. Ουδέποτε μας απασχόλησε αν θα μας αγοράσουν όσοι ζητούν από μας να επιβεβαιώνουμε απλώς τις βεβαιότητές τους. Ας αγοράσουν τα έντυπα όσων συναδέλφων «θυμούνται το Noor 1 για την ηρωίνη και όχι για ένα τηλεφώνημα» και ας ζητήσουν από αυτούς να γράψουν ποιος είναι πρεζέμπορας. Μόνο, ας φροντίσουν πρώτα οι συνάδελφοι να ρωτήσουν ποια είναι η γραμμή για τον έναν ή τον άλλο επιχειρηματία, διότι αλλάζει κάθε δεύτερη εβδομάδα.

Είναι αλήθεια ότι στην συγκεκριμένη υπόθεση κάναμε δεύτερες σκέψεις. Σκέψεις που δεν κάναμε ποτέ όταν ερχόταν ο συγκεκριμένος συνάδελφός μας και έλεγε, λόγου χάρη, «έχω τα εκκαθαριστικά του Κόκκαλη, του Αλαφούζου και του Βγενόπουλου που αποδεικνύουν ότι δηλώνουν στην εφορία λιγότερα από τη μάνα μου». Ή «έχω τις καταλογιστικές πράξεις του τελωνείου που δείχνουν εμπλοκή της Aegean σε λαθρεμπόριο πετρελαίου». Ή «έχω την τροπολογία που πέρασε νύχτα η κυβέρνηση για να γράψουν στο χιόνι πρόστιμα του Βαρδινογιάννη» κ.ο.κ. Και κάναμε δεύτερες σκέψεις, μπήκαμε δηλαδή στη διαδικασία να συζητήσουμε την πιθανότητα να «κάψουμε» το υλικό, όχι για τον μοναδικό λόγο που θα οφείλαμε να το συζητήσουμε, διότι αξιολογούσαμε και τα στοιχεία και την εγκυρότητά τους, αλλά και διότι κάποιοι θα εκμεταλλεύονταν στη δημόσια συζήτηση το γεγονός ότι τόσο ο συγκεκριμένος δημοσιογράφος, όσοι και άλλοι από τη συντακτική ομάδα εργάζονται στα Παραπολιτικά. Και όσο εμείς συζητούσαμε, παράλληλα μαθαίναμε ότι τον φάκελο με τα στοιχεία –ή τουλάχιστον κάποια από αυτά– τον έχουν και άλλοι δημοσιογράφοι. Και έρχονται τα πρώτα δημοσιεύματα – άνευ στοιχείων. Κάπου εκεί, σταματάει η όποια αμφιταλάντευση και Δευτέρα πρωί, ο Λευτέρης Χαραλαμπόπουλος πηγαίνει στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, καταθέτει μηνυτήρια αναφορά μαζί με τα στοιχεία, όπως όφειλε ως πολίτης, και λίγο αργότερα δημοσιοποιεί το υλικό του, όπως όφειλε ως δημοσιογράφος.

«Εξισώνουν τον Μαρινάκη με τον Θεοφίλου και την Ηριάννα»
Εδώ πραγματικά η στρεψοδικία χτύπησε κόκκινο! Η κατηγορία αφορά την κατακλείδα του ρεπορτάζ του Λ. Χαραλαμπόπουλου, την οποία αναπαράγουμε αυτολεξεί: «Αλλά σε μια τέτοια συνθήκη, με διωκτικούς και δικαστικούς μηχανισμούς χειραγωγημένους από οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα, οι απλοί άνθρωποι, από τους εργαζομένους σε μια διεκδίκησή τους απέναντι στην εργοδοσία και τους συμμετέχοντες σε μια διαδήλωση, ως έναν αναρχικό, όπως ο Τάσος Θεοφίλου, ή μια “φίλη αθωωθέντα κατηγορουμένου”, όπως η Ηριάννα Β. Λ., οι οποίοι αντιμετωπίζουν πρωτοφανείς δικαστικές σκευωρίες, όλοι εμείς δεν θα έχουμε καμιά ελπίδα αντιμέτωποι με μια τέτοια διαπλοκή οικονομικής, πολιτικής και δικαστικής εξουσίας, σε ένα παιχνίδι χωρίς κανόνες, χωρίς εγγυήσεις και μέχρι τελικής εξόντωσης».
Με αφορμή αυτή την παράγραφο λοιπόν, κάποιοι και κάποιες απολύτως εμπρόθετα και άλλοι από… κεκτημένη ταχύτητα, αρχίζουν να «κυκλοφορούν» στα social media ότι το UNFOLLOW εξισώνει τον Μαρινάκη με τον Τάσο Θεοφίλου και την Ηριάννα Β.Λ.

Ας αφήσουμε απ’ έξω την άγνοια – γιατί υπήρξαν και κάποιοι που υποστήριξαν ότι όχι απλώς εξισώνουμε τον Μαρινάκη με την Ηριάννα Β.Λ αλλά έφτασαν στο σημείο να πουν ότι το κάνουμε αυτό, ενώ δεν έχουμε γράψει και λέξη για τους δύο αυτούς ανθρώπους. Και το γράφουν αυτό με το τεύχος Ιουνίου να κυκλοφορεί στα περίπτερα έχοντας ως κεντρική συνέντευξη αυτή… του Τάσου Θεοφίλου.

Σε εκείνες και εκείνους που έχουν δυσκολία κατανόησης απλά απαντάμε ότι αυτό που έγραψε ο Λ. Χαραλαμπόπουλος είναι ότι, αν μπορεί να χειραγωγηθούν διωκτικοί και δικαστικοί μηχανισμοί σε βάρος ενός πανίσχυρου εφοπλιστή και εσχάτως κατόχου του μεγαλύτερου εκδοτικού οργανισμού της χώρας, φανταστείτε τι μπορούν να κάνουν σε έναν αναρχικό όπως ο Τ. Θεοφίλου ή σε μια νέα γυναίκα σαν την Ηριάννα Β.Λ.

Το να θεωρεί κάποιος ανάρμοστο να μπαίνουν στην ίδια πρόταση άνθρωποι στοχοποιημένοι από την αντιτρομοκρατική κατασκευή και πλούσιοι εφοπλιστές είναι κατανοητό. Η χρήση μιας τέτοιας διαφωνίας για να διαστρεβλωθεί το γεγονός ότι το UNFOLLOW έχει γράψει χιλιάδες σελίδες για την αντιτρομοκρατία, τους τρομονόμους, τη στοχοποίηση και τις σκευωρίες, είναι άθλιο. Πολλά μέλη της συντακτικής ομάδας μας έχουν βγάλει τα μάτια τους μελετώντας νόμους και νομολογίες, παρακολουθώντας δίκες, παίρνοντας συνεντεύσεις και ερευνώντας αρχεία υποθέσεων και δημοσιευμάτων και έχουν καταβάλει τεράστιο κόπο να τα αποκωδικοποιήσουν όλα αυτά και να τα καταγράψουν για τους αναγνώστες μας. Δεχόμαστε κάθε καλοπροαίρετη διαφωνία, αλλά όχι μαθήματα από σχολιαστές των social media ή γραμμιτζήδες δημοσιογράφους, που βρίσκουν εδώ την ευκαιρία να καταπιούν τον Πάνο Καμμένο, διυλίζοντας μια διατύπωση για την δικαστική αυθαιρεσία, την οποία έχουμε καταγράψει πληρέστερα από τον οποιονδήποτε.

Ας ξεκαθαρίσουμε, τέλος, μια επίμονη παρανόηση για τη σύνδεση του UNFOLLOW με την Αριστερά ή την αντιμετώπισή του ως εντύπου κάποιας εκδοχής της Αριστεράς. Στο UNFOLLOW γράφουν αριστεροί – αν και όχι μόνο. Αλλά το UNFOLLOW δεν είναι κολλεκτίβα, δεν είναι όργανο κανενός κόμματος της Αριστεράς (αν και πολλές φορές έχει κατηγορηθεί ως τέτοιο) ή της Δεξιάς, δεν είναι ούτε κόμμα που μπορεί να «προδώσει τα μέλη του». Το UNFOLLOW είναι ένα δημοσιογραφικό και πολιτικό περιοδικό από επαγγελματίες δημοσιογράφους, οι οποίοι γράφουν πάντοτε ελεύθερα.