H Mάγδα Φύσσα |
Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης
Εύκολο θα ήταν να κάνω και σήμερα πλακίτσα με τους «Παραιτηθείτε». Σε απόγνωση είναι τα δόλια, δεν μπορούν να κατανοήσουν το μέγεθος της ήττας τους, εξεταστικές επιτροπές ζητάνε, σε λίγο θα ομιλούν και για κρεμάλες στο Σύνταγμα. Και για κονσερβοκούτια βεβαίως, στο σπίτι μου τους καλώ να έρθουν μου περισσεύουν ένα σωρό από τους γάτους. Κι από έναν γάτο καινούριο εδώ στην πιλοτή, τον Χαρούλη, που τον μπουκώνω με κονσερβάκι τύπου μους γιατί έχει ένα πρόβλημα με τα δοντάκια του. Και δεν μπορεί να δαγκώσει. Κάτι σαν τους «Παραιτηθείτε» δηλαδή, κάτι σαν τους «Παραιτηθείτε»…
Αλλά πλακίτσα τέλος για σήμερα. Διότι με έβαλε σε φάση τούρμπο η απόφαση του δικαστηρίου.. γι’ αυτό το χαμένο κορμί που έβρισε τη μάνα του Παύλου Φύσσα. Που πήγε από πάνω της στη δίκη της Χρυσής Αυγής και της φώναξε «Πού είναι ο Παύλος σου τώρα;» Χώρια οι χειρονομίες σεξουαλικού περιεχομένου, τις οποίες τις αφήνω στην άκρη τώρα γιατί αυτά τα πλάσματα τα φαιά δεν αξίζουν ψυχαναλύσεως. Στο ερώτημα θα παραμείνω το φριχτό και στο σημαινόμενό του: «Πού είναι ο Παύλος σου τώρα;»
Εδώ είναι λοιπόν ο Παύλος. Εδώ ανάμεσά μας, εδώ μέσα μας, εδώ στη συνείδηση κάθε Έλληνα και κάθε Ελληνίδας που πονάει αυτόν τον τόπο. Εδώ στο πρωινό ξύπνημα, εδώ στα φιλιά των ερωτευμένων, εδώ στο πέταγμα των πουλιών, εδώ στο χαμόγελο των παιδιών, εδώ στην δύση του ηλίου, στους ήχους των μπαρ και στις κόρνες των αυτοκινήτων. Σε μια γουλιά αλκοόλ και σ’ ένα ποτήρι νερό. Στην άμμο της θάλασσας και στο μαγιώ σου και στην ξαπλώστρα που θ’ απλώσεις την πετσέτα. Ο Παύλος Φύσσας είναι παντού και κάθε στιγμή, δεν λείπει ποτέ. Και θα μείνει εδώ, δεν φεύγει. Εδώ είναι ο Παύλος σου ρε μάνα!
Και για έναν λόγο ακόμη, πλην της θυσίας. Γιατί είχε τη συνείδηση, την ετοιμότητα, το σθένος να σηκωθεί από την καρέκλα του και να σταθεί απέναντι στα τάγματα θανάτου της Χρυσής Αυγής. Δεν έκατσε να δει το ματσάκι και να κλείσει τα’ αυτιά του και πει «δε γαμιέται». Σηκώθηκε και πήγε να συναντήσει το θάνατο. Ενώ αυτός ο τύπος που πρόσβαλλε τη μάνα του νεκρού, έκανε την κότα μπροστά στους δικαστές. Δεν ήξερα, δεν μίλησα, δεν είπα κουβέντα. Όπως τα λέει το ρεπορτάζ του Newpost:
«Ο κατηγορούμενος ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο, υποστήριξε πως ο ίδιος είναι "χριστιανός ορθόδοξος" ενώ σε μία αποστροφή του λόγου του υποστήριξε πως "κατηγορούν εμάς τους χρυσαυγίτες".Τόσο νεκροζώντανος, τόσο ψόφιος! Δεν είχε καν τα σκώτια να βγει μπροστά και να υποστηρίξει αυτά που πιστεύει. Αν τα πιστεύει δηλαδή και δεν εισπράττει απλώς ένα χαρτζιλικάκι για να τσαμπουκαλεύεται και να πουλάει αντριλίκι και σκατίλα. Αλλά πού να τα βρει τα άντερα το χαμένο κορμί; Πού να τα ανακαλύψει; Πού τα πουλάνε για να πάει να τ’ αγοράσει; Πού τα κρύβουνε για να πάει να σκάψει να τα βρει; Πουθενά…
Υποστήριξε κατά την απολογία του πως ήταν να σηκωθεί να φύγει. "Έχω πάει και άλλες μέρες στη δίκη. Δεν είχα καμία διαφορά. Δεν έχω ενοχλήσει ποτέ" είπε και ανέφερε πως ήταν οι "άλλοι" που άρχισαν τα συνθήματα προκαλώντας ένταση. Ζήτησε μάλιστα, να κληθούν αστυνομικοί αυτόπτες μάρτυρες.»
Πάρε λοιπόν επτά μήνες καταδίκη κι άλλη φορά να το ράβεις το στόμα σου. Γιατί ακόμη και στη χώρα των Λωτοφάγων, ακόμη στο τσίρκο που λέγεται Ελλάς, υπάρχουν μερικά πράγματα που δεν σηκώνουν μαγκιές και καουμποϊλίκια. Και μπροστά σε μια μάνα που μοιάζει σαν να βγήκε απ’ τις αρχαίες τραγωδίες το βουλώνουμε. Δεν κρώζουμε και δεν γαυγίζουμε. Το βουλώνουμε και σκύβουμε το κεφάλι. Διότι η Ύβρις είναι εύκολη υπόθεση και η Νέμεσις αργεί να φτάσει. Όταν έρχεται όμως το παραμυθάκι τελειώνει. Τελειώνει για τα καλά.