Όταν το αίμα των αθώων γίνεται αφορμή σταυροφοριών
Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης
Από μπαμπούλες γεμάτος ο τόπος. Κάθε φορά που η ανθρωπότητα χρειάζεται έναν στόχο για να κατευθύνει την οργή της, κάθε φορά που απαιτεί μια δικλείδα ασφαλείας για να εκτονώσει το θυμό της, ο μπαμπούλας είναι εκεί. Έτοιμος να υποδεχθεί τις ύβρεις, τα πυρά, τα πογκρόμ, να γίνει το θύμα το εξιλαστήριο που θα κατευνάσει τη συλλογική λύσσα. Έτοιμος να μεταμορφωθεί σε Τρώα, Έλληνα, Πέρση, Ρωμαίο, Βησιγότθο, Άραβα, Χριστιανό, Εβραίο, αναρχικό, κομμουνιστή, αιρετικό, ξένο και, φυσικά, Μουσουλμάνο. Το τελευταίο και απολύτως μοδάτο πρόσωπο του παγκόσμιου μπαμπούλα που φοριέται σε όλα τα..
παγκόσμια media. Και ανασύρεται έπειτα από κάθε τρομοκρατική επίθεση. Προκειμένου να μας πείσει άραγε για την αναγκαιότητα μιας νέας σταυροφορίας;
Επειδή εγώ όμως είμαι κόπανος και δεν ξέρω τι μου γίνεται, δίνω τον λόγο σε ένα από τα «Κρυμμένα» ποιήματα του Καβάφη. Φέρει τον τίτλο «27 Ιουνίου 1906, 2 μ.μ.» και πάει κάπως έτσι:
Σαν το ’φεραν οι Xριστιανοί να το κρεμάσουν
το δεκαεφτά χρονώ αθώο παιδί,
η μάνα του που στην κρεμάλα εκεί κοντά
σέρνονταν και χτυπιούνταν μες στα χώματα
κάτω απ’ τον μεσημεριανό, τον άγριον ήλιο,
πότε ούρλιαζε, και κραύγαζε σα λύκος, σα θηρίο
και πότε εξαντλημένη η μάρτυσσα μοιρολογούσε
«Δεκαφτά χρόνια μοναχά με τα ’ζησες, παιδί μου»
Αυτά ως τη μέση του ποιήματος, αν το γκουγκλάρετε θα διαβάσετε και το υπόλοιπο. Κι αν το ψάξετε λίγο παραπάνω, ίσως συναντηθείτε και με όσα είχε γράψει ο Τσίρκας. Ότι δηλαδή στην αρχική του μορφή το ποίημα δεν έγραφε «Χριστιανοί», έγραφε «Εγγλέζοι». Αλλά το φοβήθηκε ο Καβάφης και το άλλαξε.
Ιστορίες του περασμένου αιώνα αυτές, οι αναλογίες παραμένουν όμως. Όπως παραμένουν και οι κραυγές κόντρα στον μπαμπούλα του Μωαμεθανισμού –ουρανομήκεις για μια ακόμη φορά μετά απ’ την προχθεσινή τρομοκρατική επίθεση στο Μάντσεστερ. Την αιματοχυσία που καταδίκασε σαφώς και ευθέως ο μουσουλμάνος δήμαρχος του Λονδίνου. Δεν είπε ωστόσο τη λέξη Ισλάμ στην ανακοίνωσή του κι έπεσε κόσμος και κοσμάκης να τον τραγανίσει. Διότι ο εχθρός δεν είναι τα ολιγάριθμα κτήνη που σχεδιάζουν και εκτελούν τις τρομοκρατικές πράξεις. Ο εχθρός είναι ο μπαμπούλας, το ενάμιση δισεκατομμύριο Μουσουλμάνων ανά την υφήλιο…
Είναι απ’ αυτές τις ώρες που καταλαβαίνεις γιατί η πιο δύσκολη δουλειά είναι η δουλειά του πολιτικού. Γιατί στο τέλος της μέρας, όταν όλοι και όλες εμείς έχουμε πει τις μπουρδίτσες μας στα social media, ο πολιτικός πρέπει να απαντήσει στο αδυσώπητο ερώτημα: «Δια ταύτα;»
Ε ναι παιδιά, «δια ταύτα». Αφού είναι εν δυνάμει εγκληματίες και δολοφόνοι και τρομοκράτες όλοι οι Μουσουλμάνοι, τι ακριβώς πρέπει να κάνουμε με την περίπτωσή τους; Να του εξολοθρεύσουμε ίσως; Να τους μπουζουριάσουμε μήπως; Να τους θέσουμε υπό 24ωρη παρακολούθηση , με τσιπάκια στο σβέρκο; Και μιλάμε για όλους τους Μουσουλμάνους τώρα; Όλου όλους ή θα εξαιρεθούν της σταυροφορίας όσοι αγοράζουν τα αυτοκίνητά μας, τα αρώματά μας, τα αεροπλάνα μας; Τα όπλα μας; Μιλήστε μου παρακαλώ να ξέρω, γιατί είμαι πλάσμα ανεύθυνο. Και σκιάζομαι πολύ με τις μπαμπούλες, τρέμω, φοβάμαι ν’ ανοίξω τα μάτια μην πάθω καμιά λαχτάρα!
- από το newpost.gr
Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης
Από μπαμπούλες γεμάτος ο τόπος. Κάθε φορά που η ανθρωπότητα χρειάζεται έναν στόχο για να κατευθύνει την οργή της, κάθε φορά που απαιτεί μια δικλείδα ασφαλείας για να εκτονώσει το θυμό της, ο μπαμπούλας είναι εκεί. Έτοιμος να υποδεχθεί τις ύβρεις, τα πυρά, τα πογκρόμ, να γίνει το θύμα το εξιλαστήριο που θα κατευνάσει τη συλλογική λύσσα. Έτοιμος να μεταμορφωθεί σε Τρώα, Έλληνα, Πέρση, Ρωμαίο, Βησιγότθο, Άραβα, Χριστιανό, Εβραίο, αναρχικό, κομμουνιστή, αιρετικό, ξένο και, φυσικά, Μουσουλμάνο. Το τελευταίο και απολύτως μοδάτο πρόσωπο του παγκόσμιου μπαμπούλα που φοριέται σε όλα τα..
παγκόσμια media. Και ανασύρεται έπειτα από κάθε τρομοκρατική επίθεση. Προκειμένου να μας πείσει άραγε για την αναγκαιότητα μιας νέας σταυροφορίας;
Επειδή εγώ όμως είμαι κόπανος και δεν ξέρω τι μου γίνεται, δίνω τον λόγο σε ένα από τα «Κρυμμένα» ποιήματα του Καβάφη. Φέρει τον τίτλο «27 Ιουνίου 1906, 2 μ.μ.» και πάει κάπως έτσι:
Σαν το ’φεραν οι Xριστιανοί να το κρεμάσουν
το δεκαεφτά χρονώ αθώο παιδί,
η μάνα του που στην κρεμάλα εκεί κοντά
σέρνονταν και χτυπιούνταν μες στα χώματα
κάτω απ’ τον μεσημεριανό, τον άγριον ήλιο,
πότε ούρλιαζε, και κραύγαζε σα λύκος, σα θηρίο
και πότε εξαντλημένη η μάρτυσσα μοιρολογούσε
«Δεκαφτά χρόνια μοναχά με τα ’ζησες, παιδί μου»
Αυτά ως τη μέση του ποιήματος, αν το γκουγκλάρετε θα διαβάσετε και το υπόλοιπο. Κι αν το ψάξετε λίγο παραπάνω, ίσως συναντηθείτε και με όσα είχε γράψει ο Τσίρκας. Ότι δηλαδή στην αρχική του μορφή το ποίημα δεν έγραφε «Χριστιανοί», έγραφε «Εγγλέζοι». Αλλά το φοβήθηκε ο Καβάφης και το άλλαξε.
Ιστορίες του περασμένου αιώνα αυτές, οι αναλογίες παραμένουν όμως. Όπως παραμένουν και οι κραυγές κόντρα στον μπαμπούλα του Μωαμεθανισμού –ουρανομήκεις για μια ακόμη φορά μετά απ’ την προχθεσινή τρομοκρατική επίθεση στο Μάντσεστερ. Την αιματοχυσία που καταδίκασε σαφώς και ευθέως ο μουσουλμάνος δήμαρχος του Λονδίνου. Δεν είπε ωστόσο τη λέξη Ισλάμ στην ανακοίνωσή του κι έπεσε κόσμος και κοσμάκης να τον τραγανίσει. Διότι ο εχθρός δεν είναι τα ολιγάριθμα κτήνη που σχεδιάζουν και εκτελούν τις τρομοκρατικές πράξεις. Ο εχθρός είναι ο μπαμπούλας, το ενάμιση δισεκατομμύριο Μουσουλμάνων ανά την υφήλιο…
Είναι απ’ αυτές τις ώρες που καταλαβαίνεις γιατί η πιο δύσκολη δουλειά είναι η δουλειά του πολιτικού. Γιατί στο τέλος της μέρας, όταν όλοι και όλες εμείς έχουμε πει τις μπουρδίτσες μας στα social media, ο πολιτικός πρέπει να απαντήσει στο αδυσώπητο ερώτημα: «Δια ταύτα;»
Ε ναι παιδιά, «δια ταύτα». Αφού είναι εν δυνάμει εγκληματίες και δολοφόνοι και τρομοκράτες όλοι οι Μουσουλμάνοι, τι ακριβώς πρέπει να κάνουμε με την περίπτωσή τους; Να του εξολοθρεύσουμε ίσως; Να τους μπουζουριάσουμε μήπως; Να τους θέσουμε υπό 24ωρη παρακολούθηση , με τσιπάκια στο σβέρκο; Και μιλάμε για όλους τους Μουσουλμάνους τώρα; Όλου όλους ή θα εξαιρεθούν της σταυροφορίας όσοι αγοράζουν τα αυτοκίνητά μας, τα αρώματά μας, τα αεροπλάνα μας; Τα όπλα μας; Μιλήστε μου παρακαλώ να ξέρω, γιατί είμαι πλάσμα ανεύθυνο. Και σκιάζομαι πολύ με τις μπαμπούλες, τρέμω, φοβάμαι ν’ ανοίξω τα μάτια μην πάθω καμιά λαχτάρα!
- από το newpost.gr