Ποιοι τον αφήνουν στη χλεύη των ηττημένων
Toυ Γ. Λακόπουλου
Το περασμένο φθινόπωρο ο Αλέξης Τσίπρας παρέστη στην κηδεία του Κάστρο- και μίλησε. Την επομένη η πλειοψηφία των ελληνικών ΜΜΕ ξεσάλωσε εναντίον του. Μεταξύ άλλων τον κατήγγειλαν –όταν δεν τον χλεύαζαν– ότι αποκάλεσε «δυνάστες την Μέρκελ και Ολάντ», παραθέτοντας τη φράση του: «εμείς στην Ευρώπη έχουμε τους δικούς μας δυνάστες». Σε εισαγωγικά. Άρα την είπε.
Φυσικά και την είπε. Αλλά ολόκληρη η διατύπωση ήταν «εμείς στην Ευρώπη έχουμε τους δικούς μας δυνάστες, την απάνθρωπη λογική των νόμων της αγοράς και του νεοφιλελευθερισμού». Ήταν μια..
διατύπωση που χρησιμοποιούν στην Ευρώπη κατά κόρον πολιτικοί και οικονομολόγοι. Ποια Μέρκελ και ποιος Ολάντ; Αν αυτό δεν είναι παραπληροφόρηση τότε τι είναι;
Αυτό το είδος ενημέρωσης για τις κυβερνητικές δραστηριότητες επαναλαμβάνεται καθημερινά οριζοντίως και καθέτως στα μίντια. Ωστόσο είναι σαν να κλέβουν εκκλησία. Η κυβέρνηση επικοινωνιακά είναι «ψόφια». Έχει απίστευτα ελλείματα επικοινωνιακής πολιτικής. Δεν είναι ικανή να αντιδράσει παρά μόνο σε ελάχιστα από όσα της καταλογίζονται χωρίς να είναι ακριβή. Το σημαντικότερο από αυτά είναι ότι το Μνημόνιο δεν θα υπήρχε ή ότι μια άλλη κυβέρνηση δεν θα εφάρμοζε μέτρα λιτότητας.
Συνήθως απλώς απαντάει στις ανακοινώσεις της ΝΔ. Μετά από εκεί το κενό, η σιωπή και η αμηχανία. Τόση επικοινωνιακή αναπηρία δεν έχει εμφανίσει άλλη κυβέρνηση. Ακόμη και όταν αρθρογράφος μεγάλης εφημερίδας ανέφερε ευθέως ότι «κάποιος ή κάποιοι τα έπιασαν» από τον Σαββίδη, δεν υπήρξε καμία αντίδραση.
Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση είναι ανίκανη να βρει ισορροπία στα μίντια. Το επικοινωνιακό ιμπέριουμ του Κυριάκου Μητσοτάκη τείνει να εξισορροπήσει το προσωπικό ιμπέριουμ του Τσίπρα απέναντί του. Ένας γιγαντιαίος επικοινωνιακός μηχανισμός τίθεται σε κίνηση κάθε φορά που η ΝΔ επιλέγει να πλήξει μια πρωτοβουλία, μια απόφαση, μια δραστηριότητα ή ένα πρόσωπο της κυβερνητικής παράταξης.
Και επειδή οι αφορμές είναι καθημερινές -από την ανάρμοστη σχέση με τον Καμμένο μέχρι τα σούργελα του κομματικού μηχανισμού- η μέρα κλείνει συνήθως με επικράτηση της αντιπολίτευσης. Ακόμη και αν κάνει το άσπρο μαύρο ή όταν επιβάλει τη λήθη. Ας δούμε κάποια παραδείγματα παραδείγματα.
Πρώτο: ποιος είναι ο διαπλεκόμενος; Στην αρχή με τον «φτωχοδιάβολο» Καλογρίτσα και τώρα με τον Σαββίδη η ΝΔ κατηγόρησε την κυβέρνηση για διαπλοκή. Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης έσπευσε στη Βουλή και στην τηλεόραση να το αναδείξει. Η Ντόρα Μπακογιάννη ανακάλυψε ότι οι πατέρας τους ήταν… θύμα της διαπλοκής.
Κανείς από τον κυβερνητικό μηχανισμό δεν ήταν σε θέση να αντιτάξει ότι αυτή καθ’ εαυτή η πρωτοβουλία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν απόδειξη διαπλοκής καθώς πήρε θέση σε μια επιχειρηματική σύγκρουση -από τα ΜΜΕ του ενός εκ των συγκρουόμενων.
Κανείς δεν θύμισε το σκοινί στο σπίτι του κρεμασμένου: τις αποκαλύψεις του επιχειρηματία -στα ΜΜΕ του οποίου εμφανίζεται προτιμησιακά ο Κυριάκος -για τα λεφτά που έδινε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τις συντριπτικές καταγγελίες του για την ανατροπή της κυβέρνησης από τον διαπλεκόμενο Αντώνη Σαμαρά -του οποίου υπουργός υπήρξε ο σημερινός αρχηγός της ΝΔ.
Κανείς δεν ανέδειξε ότι η «ανεξάρτητη» δημοσιογραφία που προβάλει την προπαγάνδα υπέρ του Κυριάκου, -αν δε τη δημιουργει κιόλας -είναι διαπλεκόμενη μέχρι τα μπούνια. Αν πάει καμία φορά ο Τσίπρας στη Βουλή κάτι ακούγεται. Από εκεί και πέρα…
Δεύτερο: ο χορός των δημοσκόπων. Πάμε τώρα στο δημοκοπικό κρεσέντο υπέρ του Κυριάκου Μητσοτάκη που φουσκώνει διαρκώς τη ΝΔ και συρρικνώνει τον ΣΥΡΙΖΑ. Η λαϊκή δυσκολία για την κυβερνητική πολιτική είναι προφανής και δεν χρειάζεται καμία δημοσκόπηση. Αλλά η ευκολία με την οποία εμφανίζεται όποιος ψηφοφόρος φεύγει από την Αριστερά να πάει κατά ευθείαν στην νεομητσοτακική Δεξιά είναι μυστήριο.
Κανείς κυβερνητικός δεν ζήτησε ποτέ τα αυτονόητα. Ποιος παραγγέλλει αυτές τις δημοσκοπήσεις, πόσο και πως τις πληρώνει και που βρίσκεται το «σώμα» κάθε δημοσκόπησης- τα ερωτηματολόγια! Μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά.
Τρίτο: Υπάρχει τέταρτο Μνημόνιο; Η ευκολία με την οποία η αντιπολίτευση επέβαλε τον όρο «τέταρτο Μνημόνιο» δείχνει την απόλυτη κυβερνητική ανικανότητά στα επικοινωνιακά. Φυσικά δεν υπάρχει τέταρτο Μνημόνιο, ούτε θα μπορούσε, ούτε θα υπάρξει ποτέ.
Τα μέτρα που φέρνει η κυβέρνηση είναι το αποτέλεσμα της δεύτερης αξιολόγησης του Τρίτου Μνημονίου που υπέγραφαν και η ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ και θα όφειλε να υλοποιήσει οποιαδήποτε κυβέρνηση. Πρόκειται για εφαρμογή του Τρίτου Μνημονίου που θα είναι και το τελευταίο.
Από αυτή την άποψη μένει να αποδειχθεί είτε σωτήριο για την Ελλάδα – καθώς υλοποιούμενο θα την κρατήσει τη ευρωζώνη και θα τις ανοίξει το δρόμο για τις αγορές και την έξοδο από τη κρίση δια της ανάπτυξης- είτε θα επισφραγίσει τη χρεοκοπία της, αν κριθεί, στο τέλος του, αποτυχημένο.
Ότι η χώρα θα τελεί υπο διεθνή οικονομικό έλεγχο για δεκαετίες ακόμη, είναι άλλη υπόθεση που δε βαρύνει τον Τσίπρα. Δεν είναι το δικό του κόμμα που χρεοκόπησε την Ελλάδα, ούτε την πήγε αυτός στο ΔΝΤ και το Μνημόνιο.
Αυτά τα απλά, όμως, χάνονται στην ανεπάρκεια των συνεργατών του να σταθούν επικοινωνιακά. Ξεχνούν ακόμη και ότι την περίοδο 2010-11 ο Τσίπρας και ο Μητσοτάκης ήταν και οι δυο… κατά του Μνημονίου.
Τέταρτο: Τι έγινε με τα κανάλια. Σε κάποιες περιπτώσεις η επικοινωνιακή αποτυχία της κυβέρνησης περιέρχεται στις επιλογές της και η πιο χαρακτηριστική είναι η τύχη του νόμου Παπά για την τηλεόραση. Ο Παππάς έχασε τον διαγωνισμο όχι τον νόμο.
Ο ίδιος ο αρχηγός της ΝΔ επιμένει ότι ο νόμος κρίθηκε αντισυνταγματικός. Φυσικά αυτό δεν είναι αλήθεια και η εκ νέου απόπειρα αδειοδότησης θα γίνει με αυτόν τον νόμο. Αντισυνταγματική κρίθηκε η ανάθεση της αδειοδότησης στην κυβέρνηση αντί του ΕΣΡ.
Ήταν μια παγίδα στην οποία έπεσε η κυβέρνηση. Αποδεχόμενος ο Κυριάκος την πίεση να μην συμβάλει στην συγκρότηση του ΕΣΡ ανάγκασε τους αδαείς κυβερνητικούς να διαπράξουν γκάφα ολκής και να εξευτελιστούν επιστρέφοντας τις προκαταβολές από τις – υπόπτως υπέρογκες- προσφορές των… φίλων της ΝΔ κυρίως για τηλεοπτική άδεια.
Η κοινή γνώμη όμως έμεινε με την εντύπωση ότι η κυβέρνηση ήθελα να… χειραγωγήσει την ενημέρωση, παρότι ήταν ολοφάνερο ότι μια χειραγώγηση υπήρχε: της σημερινής ΝΔ από τους παλιούς καναλάρχες. Ως συνήθως.
Συμπέρασμα. Το επικοινωνιακό Βατερλό της κυβέρνησης είναι ενιαία απόλυτο και διαρκώς μεγαλώνει. Η κυβερνητική παράταξη έχει μόνο τον Τσίπρα σ’ αυτό το μέτωπο- όταν εμφανίζεται επί σκηνής παίρνει και τις φανέλες των αντίπαλων του- αλλά δεν μπορεί να εμφανίζεται κάθε μέρα.
Οι αντίπαλοί του δεν μπορούν να στοιχηθούν πίσω από τον Κυριάκο γιατί δεν τα καταφέρνει, αλλά έχουν τρομακτική δύναμη πυρός, σε ΜΜΕ , δημοσιογράφους, επικοινωνιολόγους και έτερους Καπαδόκες. Συντονίζονται στην αποδόμηση της δημοσίας εικόνας του Τσίπρα με τον ίδιο ζήλο που προσπαθούν κάποτε να αποδημήσουν την εικόνα του Ανδρέα Παπανδρέου -μέχρι που την αποδόμησε μόνος του.
Βεβαίως η πολιτική έτσι γίνεται. Είναι μια αναμέτρηση με άλλους στο δημόσιο χρόνο στον οποία ο καθένας προσέρχεται με τον εξοπλισμό του. Μέχρι στιγμής ο εξοπλισμός την αντιπολίτευσης είναι καταιγιστικός, ενώ η ανικανότητα των κυβερνητικών διαρκώς διευρύνεται. Καθημερινά βγαίνουν στο δημόσιο χώρο ως πρόβατα επί σφαγήν. Έτσι όμως προεξοφλούν και την τύχη τους.
Πολιτική, στρατηγική και επικοινωνία: Οι σοβαροί εκπρόσωποι της πολιτικής επιστήμης λένε ότι «δεν υπάρχει επικοινωνιακή πολιτική, αλλά πολιτική που περίεχε και τη επικοινωνία της και η πρώτη αρετή της πολιτικής είναι η στρατηγική». Τα υπόλοιπα προκύπτουν ως τεχνικές παρεμβάσεις υποστήριξης της πολιτικής.
Εφόσον τους όρους επικράτησης διαμορφώνουν η πολιτική και η στρατηγική και όχι επικοινωνία, η κυβέρνηση θα μπορούσε να ελπίζει σε επικοινωνιακή ανάκαμψη. Υπό τον όρο όμως ότι έχει πολιτική και στρατηγική.
Έχει; Προς το παρόν ηττάται από την προπαγάνδα ενός συστήματος που παίζει τα ρέστα του με εκπρόσωπο τη ΝΔ στην πολιτική σκηνή. Αλλά ούτε κι αυτό δεν μπορεί να αναδείξει η κυβέρνηση, ενώ οι αντίπαλοί της αναδεικνύουν υπαρκτά ανύπαρκτα λάθη της -με πιο χαρακτηριστικό ότι της χρεώνουν και την πολιτική που θα έκαναν και οι ίδιοι, καθώς δεν υπάρχει άλλη για την Ελλάδα πλέον.
- από το anoixtoparathyro
Toυ Γ. Λακόπουλου
Το περασμένο φθινόπωρο ο Αλέξης Τσίπρας παρέστη στην κηδεία του Κάστρο- και μίλησε. Την επομένη η πλειοψηφία των ελληνικών ΜΜΕ ξεσάλωσε εναντίον του. Μεταξύ άλλων τον κατήγγειλαν –όταν δεν τον χλεύαζαν– ότι αποκάλεσε «δυνάστες την Μέρκελ και Ολάντ», παραθέτοντας τη φράση του: «εμείς στην Ευρώπη έχουμε τους δικούς μας δυνάστες». Σε εισαγωγικά. Άρα την είπε.
Φυσικά και την είπε. Αλλά ολόκληρη η διατύπωση ήταν «εμείς στην Ευρώπη έχουμε τους δικούς μας δυνάστες, την απάνθρωπη λογική των νόμων της αγοράς και του νεοφιλελευθερισμού». Ήταν μια..
διατύπωση που χρησιμοποιούν στην Ευρώπη κατά κόρον πολιτικοί και οικονομολόγοι. Ποια Μέρκελ και ποιος Ολάντ; Αν αυτό δεν είναι παραπληροφόρηση τότε τι είναι;
Αυτό το είδος ενημέρωσης για τις κυβερνητικές δραστηριότητες επαναλαμβάνεται καθημερινά οριζοντίως και καθέτως στα μίντια. Ωστόσο είναι σαν να κλέβουν εκκλησία. Η κυβέρνηση επικοινωνιακά είναι «ψόφια». Έχει απίστευτα ελλείματα επικοινωνιακής πολιτικής. Δεν είναι ικανή να αντιδράσει παρά μόνο σε ελάχιστα από όσα της καταλογίζονται χωρίς να είναι ακριβή. Το σημαντικότερο από αυτά είναι ότι το Μνημόνιο δεν θα υπήρχε ή ότι μια άλλη κυβέρνηση δεν θα εφάρμοζε μέτρα λιτότητας.
Συνήθως απλώς απαντάει στις ανακοινώσεις της ΝΔ. Μετά από εκεί το κενό, η σιωπή και η αμηχανία. Τόση επικοινωνιακή αναπηρία δεν έχει εμφανίσει άλλη κυβέρνηση. Ακόμη και όταν αρθρογράφος μεγάλης εφημερίδας ανέφερε ευθέως ότι «κάποιος ή κάποιοι τα έπιασαν» από τον Σαββίδη, δεν υπήρξε καμία αντίδραση.
Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση είναι ανίκανη να βρει ισορροπία στα μίντια. Το επικοινωνιακό ιμπέριουμ του Κυριάκου Μητσοτάκη τείνει να εξισορροπήσει το προσωπικό ιμπέριουμ του Τσίπρα απέναντί του. Ένας γιγαντιαίος επικοινωνιακός μηχανισμός τίθεται σε κίνηση κάθε φορά που η ΝΔ επιλέγει να πλήξει μια πρωτοβουλία, μια απόφαση, μια δραστηριότητα ή ένα πρόσωπο της κυβερνητικής παράταξης.
Και επειδή οι αφορμές είναι καθημερινές -από την ανάρμοστη σχέση με τον Καμμένο μέχρι τα σούργελα του κομματικού μηχανισμού- η μέρα κλείνει συνήθως με επικράτηση της αντιπολίτευσης. Ακόμη και αν κάνει το άσπρο μαύρο ή όταν επιβάλει τη λήθη. Ας δούμε κάποια παραδείγματα παραδείγματα.
Πρώτο: ποιος είναι ο διαπλεκόμενος; Στην αρχή με τον «φτωχοδιάβολο» Καλογρίτσα και τώρα με τον Σαββίδη η ΝΔ κατηγόρησε την κυβέρνηση για διαπλοκή. Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης έσπευσε στη Βουλή και στην τηλεόραση να το αναδείξει. Η Ντόρα Μπακογιάννη ανακάλυψε ότι οι πατέρας τους ήταν… θύμα της διαπλοκής.
Κανείς από τον κυβερνητικό μηχανισμό δεν ήταν σε θέση να αντιτάξει ότι αυτή καθ’ εαυτή η πρωτοβουλία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν απόδειξη διαπλοκής καθώς πήρε θέση σε μια επιχειρηματική σύγκρουση -από τα ΜΜΕ του ενός εκ των συγκρουόμενων.
Κανείς δεν θύμισε το σκοινί στο σπίτι του κρεμασμένου: τις αποκαλύψεις του επιχειρηματία -στα ΜΜΕ του οποίου εμφανίζεται προτιμησιακά ο Κυριάκος -για τα λεφτά που έδινε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και τις συντριπτικές καταγγελίες του για την ανατροπή της κυβέρνησης από τον διαπλεκόμενο Αντώνη Σαμαρά -του οποίου υπουργός υπήρξε ο σημερινός αρχηγός της ΝΔ.
Κανείς δεν ανέδειξε ότι η «ανεξάρτητη» δημοσιογραφία που προβάλει την προπαγάνδα υπέρ του Κυριάκου, -αν δε τη δημιουργει κιόλας -είναι διαπλεκόμενη μέχρι τα μπούνια. Αν πάει καμία φορά ο Τσίπρας στη Βουλή κάτι ακούγεται. Από εκεί και πέρα…
Δεύτερο: ο χορός των δημοσκόπων. Πάμε τώρα στο δημοκοπικό κρεσέντο υπέρ του Κυριάκου Μητσοτάκη που φουσκώνει διαρκώς τη ΝΔ και συρρικνώνει τον ΣΥΡΙΖΑ. Η λαϊκή δυσκολία για την κυβερνητική πολιτική είναι προφανής και δεν χρειάζεται καμία δημοσκόπηση. Αλλά η ευκολία με την οποία εμφανίζεται όποιος ψηφοφόρος φεύγει από την Αριστερά να πάει κατά ευθείαν στην νεομητσοτακική Δεξιά είναι μυστήριο.
Κανείς κυβερνητικός δεν ζήτησε ποτέ τα αυτονόητα. Ποιος παραγγέλλει αυτές τις δημοσκοπήσεις, πόσο και πως τις πληρώνει και που βρίσκεται το «σώμα» κάθε δημοσκόπησης- τα ερωτηματολόγια! Μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά.
Τρίτο: Υπάρχει τέταρτο Μνημόνιο; Η ευκολία με την οποία η αντιπολίτευση επέβαλε τον όρο «τέταρτο Μνημόνιο» δείχνει την απόλυτη κυβερνητική ανικανότητά στα επικοινωνιακά. Φυσικά δεν υπάρχει τέταρτο Μνημόνιο, ούτε θα μπορούσε, ούτε θα υπάρξει ποτέ.
Τα μέτρα που φέρνει η κυβέρνηση είναι το αποτέλεσμα της δεύτερης αξιολόγησης του Τρίτου Μνημονίου που υπέγραφαν και η ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ και θα όφειλε να υλοποιήσει οποιαδήποτε κυβέρνηση. Πρόκειται για εφαρμογή του Τρίτου Μνημονίου που θα είναι και το τελευταίο.
Από αυτή την άποψη μένει να αποδειχθεί είτε σωτήριο για την Ελλάδα – καθώς υλοποιούμενο θα την κρατήσει τη ευρωζώνη και θα τις ανοίξει το δρόμο για τις αγορές και την έξοδο από τη κρίση δια της ανάπτυξης- είτε θα επισφραγίσει τη χρεοκοπία της, αν κριθεί, στο τέλος του, αποτυχημένο.
Ότι η χώρα θα τελεί υπο διεθνή οικονομικό έλεγχο για δεκαετίες ακόμη, είναι άλλη υπόθεση που δε βαρύνει τον Τσίπρα. Δεν είναι το δικό του κόμμα που χρεοκόπησε την Ελλάδα, ούτε την πήγε αυτός στο ΔΝΤ και το Μνημόνιο.
Αυτά τα απλά, όμως, χάνονται στην ανεπάρκεια των συνεργατών του να σταθούν επικοινωνιακά. Ξεχνούν ακόμη και ότι την περίοδο 2010-11 ο Τσίπρας και ο Μητσοτάκης ήταν και οι δυο… κατά του Μνημονίου.
Τέταρτο: Τι έγινε με τα κανάλια. Σε κάποιες περιπτώσεις η επικοινωνιακή αποτυχία της κυβέρνησης περιέρχεται στις επιλογές της και η πιο χαρακτηριστική είναι η τύχη του νόμου Παπά για την τηλεόραση. Ο Παππάς έχασε τον διαγωνισμο όχι τον νόμο.
Ο ίδιος ο αρχηγός της ΝΔ επιμένει ότι ο νόμος κρίθηκε αντισυνταγματικός. Φυσικά αυτό δεν είναι αλήθεια και η εκ νέου απόπειρα αδειοδότησης θα γίνει με αυτόν τον νόμο. Αντισυνταγματική κρίθηκε η ανάθεση της αδειοδότησης στην κυβέρνηση αντί του ΕΣΡ.
Ήταν μια παγίδα στην οποία έπεσε η κυβέρνηση. Αποδεχόμενος ο Κυριάκος την πίεση να μην συμβάλει στην συγκρότηση του ΕΣΡ ανάγκασε τους αδαείς κυβερνητικούς να διαπράξουν γκάφα ολκής και να εξευτελιστούν επιστρέφοντας τις προκαταβολές από τις – υπόπτως υπέρογκες- προσφορές των… φίλων της ΝΔ κυρίως για τηλεοπτική άδεια.
Η κοινή γνώμη όμως έμεινε με την εντύπωση ότι η κυβέρνηση ήθελα να… χειραγωγήσει την ενημέρωση, παρότι ήταν ολοφάνερο ότι μια χειραγώγηση υπήρχε: της σημερινής ΝΔ από τους παλιούς καναλάρχες. Ως συνήθως.
Συμπέρασμα. Το επικοινωνιακό Βατερλό της κυβέρνησης είναι ενιαία απόλυτο και διαρκώς μεγαλώνει. Η κυβερνητική παράταξη έχει μόνο τον Τσίπρα σ’ αυτό το μέτωπο- όταν εμφανίζεται επί σκηνής παίρνει και τις φανέλες των αντίπαλων του- αλλά δεν μπορεί να εμφανίζεται κάθε μέρα.
Οι αντίπαλοί του δεν μπορούν να στοιχηθούν πίσω από τον Κυριάκο γιατί δεν τα καταφέρνει, αλλά έχουν τρομακτική δύναμη πυρός, σε ΜΜΕ , δημοσιογράφους, επικοινωνιολόγους και έτερους Καπαδόκες. Συντονίζονται στην αποδόμηση της δημοσίας εικόνας του Τσίπρα με τον ίδιο ζήλο που προσπαθούν κάποτε να αποδημήσουν την εικόνα του Ανδρέα Παπανδρέου -μέχρι που την αποδόμησε μόνος του.
Βεβαίως η πολιτική έτσι γίνεται. Είναι μια αναμέτρηση με άλλους στο δημόσιο χρόνο στον οποία ο καθένας προσέρχεται με τον εξοπλισμό του. Μέχρι στιγμής ο εξοπλισμός την αντιπολίτευσης είναι καταιγιστικός, ενώ η ανικανότητα των κυβερνητικών διαρκώς διευρύνεται. Καθημερινά βγαίνουν στο δημόσιο χώρο ως πρόβατα επί σφαγήν. Έτσι όμως προεξοφλούν και την τύχη τους.
Πολιτική, στρατηγική και επικοινωνία: Οι σοβαροί εκπρόσωποι της πολιτικής επιστήμης λένε ότι «δεν υπάρχει επικοινωνιακή πολιτική, αλλά πολιτική που περίεχε και τη επικοινωνία της και η πρώτη αρετή της πολιτικής είναι η στρατηγική». Τα υπόλοιπα προκύπτουν ως τεχνικές παρεμβάσεις υποστήριξης της πολιτικής.
Εφόσον τους όρους επικράτησης διαμορφώνουν η πολιτική και η στρατηγική και όχι επικοινωνία, η κυβέρνηση θα μπορούσε να ελπίζει σε επικοινωνιακή ανάκαμψη. Υπό τον όρο όμως ότι έχει πολιτική και στρατηγική.
Έχει; Προς το παρόν ηττάται από την προπαγάνδα ενός συστήματος που παίζει τα ρέστα του με εκπρόσωπο τη ΝΔ στην πολιτική σκηνή. Αλλά ούτε κι αυτό δεν μπορεί να αναδείξει η κυβέρνηση, ενώ οι αντίπαλοί της αναδεικνύουν υπαρκτά ανύπαρκτα λάθη της -με πιο χαρακτηριστικό ότι της χρεώνουν και την πολιτική που θα έκαναν και οι ίδιοι, καθώς δεν υπάρχει άλλη για την Ελλάδα πλέον.
- από το anoixtoparathyro