Όταν το Έντεχνο μας... δουλεύει
Γράφει η Χάρη Ποντίδα
Τώρα που μπαίνει η άνοιξη (πες πες κάτι γίνεται) και οι δυο εθνικές μας φωνές Νατάσσα Μποφίλιου και Ελεωνόρα Ζουγανέλη, «συναντιούνται» στην οδό Πειραιώς -η πρώτη συνεχίζει στο Estate για τα επόμενα 3 Σάββατα, έως και τις 18 Φεβρουαρίου και η δεύτερη ξεκινάει στο Anodos Stage από το Σάββατο 11 Φεβρουαρίου- δράττομαι της ευκαιρίας να πω ένα δυο πραγματάκια που αφορούν τις ίδιες αλλά και το χώρο του… ποιοτικού γενικότερα.
Μπορεί οι εποχές με τα πληρωμένα πρώτα τραπέζια πίστα, τους χορούς και τα γαρύφαλλα (ναι θυμάμαι γαρύφαλλα να ραίνουν και το έντεχνο) να μοιάζουν μακρινές, αλλά η αύρα της.. «μαγαζίλας» και το know how της μαζικής διασκέδασης είναι όλο εκεί. Αυτούσιο. Παρκαδόροι, μετρ και γκαρσόνια σε κατάσταση μέγιστης ετοιμότητας, με το μάτι του αρπαχτικού να «σκανάρουν» κεφάλια, καπνίλα και στριμωξίδι σε θέσεις που αν μπεις καλύτερα να έχεις και τον καθετήρα μαζί σου (μην σε πιάσει κατούρημα την έβαψες) και διάρκεια Σαββατιάτικης εξόδου που ξεκινάει από τις 10.30 –πρέπει να είσαι εκεί για να πιάσεις στασίδι- και πάει μέχρι τις 3 το πρωί. Α, όλα κι όλα. Αν θες να δεις πρόγραμμα πρέπει να έχεις προπονηθεί καταλλήλως, να αντέχουν τα οπίσθια σου στις φλόγες της καρέκλας.
Το μυστικό εδώ (που δεν είναι καθόλου μυστικό πια) είναι ότι όσο κάθεται, τόσο πίνει η… Παναγιά, και τόσο γλυκοχαιρετά. Και ξαναπίνει. Συννενοηθήκαμε νομίζω. Και απορώ. Εδώ ο κόσμος χάνεται (ή κάνω λάθος;) και τα... φαρδομάνικα της ευμάρειας αλλοτινών εποχών (αχ, αυτή η δεκαετία του 90!) εξακολουθεί και είναι εκεί, με τις στρεβλές της συνήθειες και τις εγκαταστημένες παραδοχές ακόμα και στον τρόπο που «βλέπουμε» μια Σαββατιάτικη έξοδο. Μπαρουτοκαπνισμένη (ακόμα και καπνιστής να είσαι, πρέπει να αφήσεις το ..δέρμα σου και το μαλλί σου στο μπαλκόνι) στριμωγμένη, ακατούρητη και στα όρια των αντοχών σου, σε μια θέση λεωφορείου. Κι όλο αυτό - αναρωτιέμαι με τι αντίκρισμα- τη στιγμή που και στις 6 το πρωί να φύγεις το budget σου είναι δεδομένο. Και αμετάβλητο. Ακόμη και να σε αλυσοδέσουν στο κάθισμα, με δυο ποτά θα την βγάλεις…
Διευκρινίζω. Δεν αναφέρομαι στα δυο συγκεκριμένα μαγαζιά, ούτε στις συγκεκριμένες τραγουδίστριες (και ασφαλώς δεν κατηγορώ τους εργαζόμενους που τρέχουν, μέσα στην τούρλα του Σαββάτου να εξυπηρετήσουν αρένες 800 και 1000 ατόμων.) Μιλώ για ένα σύστημα. Μια νοοτροπία. Για τη διασκέδαση «super market», «κρυφοσκυλάδικου», που ειδικά σ’ αυτήν τη χρονική συγκυρία μοιάζει πιο ανεπίτρεπτη από ποτέ. Και μη μου πείτε ότι δεν είναι και θέμα των ίδιων των καλλιτεχνών να απαιτήσουν άλλες συνθήκες. Ε, όχι. Μην κοροϊδευόμαστε… Είναι και θέμα δικό τους.
Συνδιαμορφώνουν τις συνθήκες, απαιτούν, παζαρεύουν και άμα θέλουν επιβάλλουν. Δηλαδή, όλη η ευαισθησία και η καλή αισθητική που διακρίνει την δουλειά τους, όλο αυτό το νοιάξιμο για τις παραμικρές λεπτομέρειες της παράστασης τους, εδώ πώς χάνεται εντελώς;
- tospirto.net
Γράφει η Χάρη Ποντίδα
Τώρα που μπαίνει η άνοιξη (πες πες κάτι γίνεται) και οι δυο εθνικές μας φωνές Νατάσσα Μποφίλιου και Ελεωνόρα Ζουγανέλη, «συναντιούνται» στην οδό Πειραιώς -η πρώτη συνεχίζει στο Estate για τα επόμενα 3 Σάββατα, έως και τις 18 Φεβρουαρίου και η δεύτερη ξεκινάει στο Anodos Stage από το Σάββατο 11 Φεβρουαρίου- δράττομαι της ευκαιρίας να πω ένα δυο πραγματάκια που αφορούν τις ίδιες αλλά και το χώρο του… ποιοτικού γενικότερα.
Μπορεί οι εποχές με τα πληρωμένα πρώτα τραπέζια πίστα, τους χορούς και τα γαρύφαλλα (ναι θυμάμαι γαρύφαλλα να ραίνουν και το έντεχνο) να μοιάζουν μακρινές, αλλά η αύρα της.. «μαγαζίλας» και το know how της μαζικής διασκέδασης είναι όλο εκεί. Αυτούσιο. Παρκαδόροι, μετρ και γκαρσόνια σε κατάσταση μέγιστης ετοιμότητας, με το μάτι του αρπαχτικού να «σκανάρουν» κεφάλια, καπνίλα και στριμωξίδι σε θέσεις που αν μπεις καλύτερα να έχεις και τον καθετήρα μαζί σου (μην σε πιάσει κατούρημα την έβαψες) και διάρκεια Σαββατιάτικης εξόδου που ξεκινάει από τις 10.30 –πρέπει να είσαι εκεί για να πιάσεις στασίδι- και πάει μέχρι τις 3 το πρωί. Α, όλα κι όλα. Αν θες να δεις πρόγραμμα πρέπει να έχεις προπονηθεί καταλλήλως, να αντέχουν τα οπίσθια σου στις φλόγες της καρέκλας.
Το μυστικό εδώ (που δεν είναι καθόλου μυστικό πια) είναι ότι όσο κάθεται, τόσο πίνει η… Παναγιά, και τόσο γλυκοχαιρετά. Και ξαναπίνει. Συννενοηθήκαμε νομίζω. Και απορώ. Εδώ ο κόσμος χάνεται (ή κάνω λάθος;) και τα... φαρδομάνικα της ευμάρειας αλλοτινών εποχών (αχ, αυτή η δεκαετία του 90!) εξακολουθεί και είναι εκεί, με τις στρεβλές της συνήθειες και τις εγκαταστημένες παραδοχές ακόμα και στον τρόπο που «βλέπουμε» μια Σαββατιάτικη έξοδο. Μπαρουτοκαπνισμένη (ακόμα και καπνιστής να είσαι, πρέπει να αφήσεις το ..δέρμα σου και το μαλλί σου στο μπαλκόνι) στριμωγμένη, ακατούρητη και στα όρια των αντοχών σου, σε μια θέση λεωφορείου. Κι όλο αυτό - αναρωτιέμαι με τι αντίκρισμα- τη στιγμή που και στις 6 το πρωί να φύγεις το budget σου είναι δεδομένο. Και αμετάβλητο. Ακόμη και να σε αλυσοδέσουν στο κάθισμα, με δυο ποτά θα την βγάλεις…
Διευκρινίζω. Δεν αναφέρομαι στα δυο συγκεκριμένα μαγαζιά, ούτε στις συγκεκριμένες τραγουδίστριες (και ασφαλώς δεν κατηγορώ τους εργαζόμενους που τρέχουν, μέσα στην τούρλα του Σαββάτου να εξυπηρετήσουν αρένες 800 και 1000 ατόμων.) Μιλώ για ένα σύστημα. Μια νοοτροπία. Για τη διασκέδαση «super market», «κρυφοσκυλάδικου», που ειδικά σ’ αυτήν τη χρονική συγκυρία μοιάζει πιο ανεπίτρεπτη από ποτέ. Και μη μου πείτε ότι δεν είναι και θέμα των ίδιων των καλλιτεχνών να απαιτήσουν άλλες συνθήκες. Ε, όχι. Μην κοροϊδευόμαστε… Είναι και θέμα δικό τους.
Συνδιαμορφώνουν τις συνθήκες, απαιτούν, παζαρεύουν και άμα θέλουν επιβάλλουν. Δηλαδή, όλη η ευαισθησία και η καλή αισθητική που διακρίνει την δουλειά τους, όλο αυτό το νοιάξιμο για τις παραμικρές λεπτομέρειες της παράστασης τους, εδώ πώς χάνεται εντελώς;
- tospirto.net