Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2017

Γιατί δεν μου αρέσει πια το χιόνι

Γράφει η Βίκυ Σαμαρά*

Μία μικρή προσωπική ιστορία και εξομολόγηση:
Στα χρόνια της ανεργίας που πέρασα μετά την αναστολή έκδοσης και απόπειρα πτώχευσης της Απογευματινής όπου εργαζόμουν μέχρι το 2010, βρέθηκα κάποια στιγμή όπως και πολλοί ακόμη πολίτες τα χρόνια της κρίσης σε ένα σπίτι χωρίς θέρμανση.
Δεν είχα λεφτά, όπως και σχεδόν κανείς στην πολυκατοικία για να πληρώσω πετρέλαιο, καθώς ήταν σχετικά λίγα τα διαμερίσματα στο κτίριο και το κόστος που επιμεριζόταν στο καθένα ήταν υψηλό. Δε θα ξεχάσω πως έτρεμα από το κρύο, πως ήταν μαρτύριο το μπάνιο και πως κοιμόμουν σχεδόν αγκαλιά με τη μικρή σόμπα αλογόνου. Κι όμως.. ήμουν πολύ τυχερή σε σχέση με άλλους ανθρώπους, γιατί είχα τη δυνατότητα στέγης και μία οικογένεια και φίλους που με στήριζαν.
Κάθε φορά που χιονίζει ή κάνει παγωνιά έκτοτε, σκέφτομαι εάν εγώ, που τουλάχιστον είχα το σπίτι μου και το κρεβάτι μου, είχα περάσει ένα τόσο δύσκολο χειμώνα τότε, πως ζει, πως αντέχει ένας άνθρωπος έξω στο δρόμο;
Δε νομίζω ότι θα χαρώ ποτέ ξανά στα αλήθεια το χιόνι (το κρύο δε μου άρεσε ούτως ή άλλως ποτέ), αφού θα σκέφτομαι πάντα τους συμπολίτες μου χωρίς θέρμανση, τους άστεγους, τους πρόσφυγες. Και η σκέψη αυτή θα χαλά τη λευκή γοητεία του χιονιού.
Σε καμία περίπτωση δεν υποστηρίζω ότι πρέπει να νιώθουμε ενοχές για την παιδική σχεδόν χαρά που ξυπνά μέσα στους περισσότερους από εμάς όταν αρχίζει να πέφτει χιόνι. Μπορούμε και να χαιρόμαστε το χιόνι και να μην ξεχνάμε τους συνανθρώπους μας που υποφέρουν. Η χαρά και η λύπη συνυπάρχουν στη ζωή, η μία δεν αποκλείει την άλλη, τουναντίον μόνο όποιος μπορεί να αφεθεί πραγματικά στη χαρά μπορεί να αισθανθεί και βαθιά λύπη.
Δε θέλω να ξεχνάω όμως. Θα μπορούσα εγώ να είχα βρεθεί άστεγη τότε, εάν δεν είχα οικογένεια και φίλους να με στηρίξουν, επειδή ένας “κύριος” θέλησε να αφήσει εμένα και 130 εργαζόμενους στο δρόμο.
Δε θα πω ποτέ ότι κάποιος Έλληνας που βρέθηκε χωρίς τα χρήματα για θέρμανση, για ηλεκτρικό ή νερό (είναι και αυτή μία μορφή αστεγίας), που βρέθηκε χωρίς δουλειά ή και σπίτι, ήταν χαραμοφάης, ζούσε πάνω από τις δυνατότητες του, “μα καλά πως ήταν δυνατόν να φτάσει σε αυτό το σημείο”. Η γραμμή είναι πολύ πιο λεπτή από ό,τι νομίζουμε.
Και δε θα πω ποτέ ότι κάποιος πρόσφυγας ή μετανάστης θα έπρεπε να μείνει στη χώρα του που έχει και ζέστη (και βόμβες και φτώχεια), ξεσπώντας το θυμό μου σε κάποιον πιο αδύναμο, επειδή δεν τολμώ να αντιμιλήσω στον πιο δυνατό.
Όταν όμως βλέπω ανθρώπους που έχουν περάσει τα ίδια με μένα, να μαζεύονται από αηδία όταν περάσει από δίπλα τους άστεγος ή να βγάζουν χολή κατά προσφύγων και μεταναστών, κρυώνω περισσότερο από ό,τι κρύωνα τότε χωρίς θέρμανση.
Η αλληλεγγύη δεν είναι μία πολυτέλεια για το ανθρώπινο είδος. Είναι μία συμπεριφορά χάρη στην οποία το ανθρώπινο είδος επιβίωσε, είναι ένα εξελικτικό προτέρημα. Δίχως την αλληλεγγύη ο άνθρωπος, αυτό το θηλαστικό που δε διαθέτει ιδιαίτερη δύναμη ή ταχύτητα, κοφτερά δόντια ή νύχια, θα είχε προ πολλού εξαφανιστεί από προσώπου γης.
Αύριο όμως θα είναι μία ημέρα καινούρια, σαν άγραφο χιόνι. Όχι άλλη λύπη, μόνο πράξη.

*Η Βίκυ Σαμαρά είναι αρχισυντάκτρια του Πολιτικού Τμήματος του NEWS 247 όπου δημοσιεύτηκε και το άρθρο.